Πρίν από σαράντα καί πλέον χρόνια στη Γαλλία ένα γεγονός συγκλόνισε την κοινή γνώμη."Ενα κορίτσι πού είχε γεννηθεί το 1910 στη Β. Γαλλία (Νορμανδία) με πολύ μεγάλες αναπηρίες, όχι απλώς επέζησε, αλλά αναδείχθηκε ένας μεγάλος κοινωνικός άφυπνιστής, πού συντέλεσε τα μέγιστα για μια αυξημένη φροντίδα ύπερ των διαφόρων αναπήρων. Στήν Ελλάδα το θέμα αυτό παρουσιάσθηκε κυρίως όταν κατά τα έτη 1989-1990 το ενημερωτικό δελτίο του Συλλόγου για τη Μέριμνα των Αναπήρων (Βηθεσδά) παρουσίασε σε συνέχειες την ιστορία αύτη, με τον τίτλο «Ενα καταπληκτικό φαινόμενο, Ντενίζ Λεγγρί». Τα άρθρα αυτά κυκλοφόρησαν αργότερα στο μικρό βιβλίο της Μαρίας Σ. Οίκονομίδου (1993). Ήταν περίληψη του Γαλλικού βιβλίου, πού είχε γράψει ή ήρωίδα DENICE LEGRIX «Γεννημενη έτσι δα» (Nee comme-ca) το 1960.
Το πράγμα έχει ως έξης. Το κοριτσάκι γεννήθηκε όχι απλώς ανάπηρο, αλλά χωρίς πόδια σχεδόν καί χωρίς χέρια, μόνο μικρά απομεινάρια. Μετά τίς πρώτες εκπλήξεις καί το τρομερό ξάφνιασμα, ή μικρή άρχισε να δείχνει σιγά-σιγά μεγάλη διανοητική ευστροφία, κατόρθωσε να τρώει, να πίνει, να γράφει κρατώντας στο στόμα πότε ένα κουτάλι καί πότε ένα μολύβι, ακόμη καί να ράβει, προπάντων όμως να ζωγραφίζει.'Όλα αυτά τα εκπληκτικά τα παρουσιάζει με λεπτομέρειες στο βιβλίο της, όπως π.χ. όταν της ζήτησαν να έκθέσει μερικούς πίνακες πού είχε ζωγραφίσει, σε μια έκθεση. "Οχι απλώς πήγε πολύς κόσμος, όχι απλώς δέχθηκε πάρα πολλά συγχαρητήρια, αλλά πήρε καί βραβείο (αργυρό μετάλλιο}, ενώ ό Νομάρχης την εγκωμίασε για το θάρρος της, τη θέληση καί το μεγάλο ταλέντο της.
Από έκεί καί πέρα αρχίζει ή γενικότερη αναγνώριση. Κάποτε ό διευθυντής μιας μεγάλης Γκαλερί στο Παρίσι την έπισκέφθηκε στο σπίτι της καί της πρότεινε να οργανώσουν μια περιοδεία, οπού θα παρουσίαζε όχι μόνο τα έργα ζωγραφικής, αλλά καί το πώς γράφει, πώς ράβει κ,λπ. Οι εντυπώσεις ήταν καταπληκτικές. Το πλήθος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα το απίστευτο αυτό θέαμα. Το 1952 μετά από μια έκθεση ζωγραφικών έργων της στη Μασσαλία, ένας δημοσιογράφος κι ένας γερουσιαστής δήμαρχος, ό Μαϊλλόν, την παρουσιάζουν γενικότερα καί ό δήμαρχος αγοράζει ένα από τα έργα της για το μουσείο του. Το 1954 ό Μαρσέλ Γκιλλέτ, διαχειριστής άλλης μεγάλης Γκαλερί, την ενθαρρύνει επίμονα να λάβει μέρος σε άλλη έκθεση. Ή επιτυχία ήταν καί πάλι σημαντική καί πούλησε πολλά έργα.
"Ενας άλλος φιλολογικός της ανάδοχος, ό Αντρε Σουμπιράν, έγραφε: Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη μου επίσκεψη στο μικρό της ατελιέ, κοντά στην πλατεία Ιταλίας,οπού πλησίασα με απέραντο σεβασμό αυτό το πλάσμα, πού δεν μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι υπάρχει άλλο «πιο πληγωμένο». Κάθε κίνηση της, κάθε λέξη, κάθε χαμόγελο μαρτυρούσαν ότι ακόμα καί το μισό αυτό ανθρώπινο σώμα μπορεί να ζήσει, εάν θέλει, όπως ζουν καί οί άλλοι. Τα επιτεύγματα της δυνατής θελήσεως της δεν είναι συνηθισμένα, είναι καταπληκτικά. Το σθένος της εκπλήττει. Με αυτό υπερπηδά όλα τα εμπόδια, ακόμα καί να συμπαρίσταται σε άλλους πού είναι αρτιμελείς καί όμως συχνά κάμπτονται. Το πνεύμα μπορεί όλα να τα κατορθώσει, ή ψυχή δεσπόζει της ϋλης.'Όπως λέει ή ίδια: Βοήθησε τον εαυτό σου, ό Ουρανός θα σε βοηθήσει! Ή Ντενίζ βαδίζει το δρόμο της καθιστή, βλέποντας όμως τον εαυτό της όρθιο επικεφαλής μιας σταυροφορίας, με τη ζέση του ενθουσιασμού.
Μετά τα 1960, πού κυκλοφόρησε το βιβλίο της, οί συνεντεύξεις πού της έπαιρναν συνεχίστηκαν καί αυξήθηκαν. Μετά από ένα άρθρο γι' αυτήν στην Humanite, ή ίδια έκλαψε από χαρά. Το τηλέφωνο της έσπαγε από τηλεφωνήματα καί το ταχυδρομείο της πλημμύριζε από ενθαρρυντικές επιστολές καί συγχαρητήρια. Μετά από μια ραδιοφωνική συνέντευξη στο Ράδιο-Λουξεμβούργου του Παρισιού, ανακαλύπτει την τεράστια επίδραση πού μπορεί να έχουν τα κύματα.Το 1960 επίσης της απονέμεται το αξιόλογο βραβείο «Αλμπερτ Σβάϊτσερ», πού δίδεται σε αναπήρους για το έργο τους, φιλολογικό η επιστημονικό, που μαρτυρεί τίς δυνατότητες που μπορεί να έχουν μεσα στην κοινωνία καί ξεπερνάει την απραξία καί την απογοήτευση. Επακολούθησε γενικός ξεσηκωμός των μέσων πληροφόρησης, ενώ οι δημοσιογράφοι όλων των μέσων πολιορκούν το σπίτι της. Ακόμη καί ξένοι δημοσιογράφοι έρχονται αεροπορικώς από μακρινές χώρες για να την συναντήσουν. Ή ϊδια δεν εύκαιρεί ούτε να γευματίσει. Νιώθει όμως ότι είναι ό πρεσβευτής ή δικηγόρος αναρίθμητων θλιμμένων πλασμάτων καί ότι είναι αυτοί που μιλούν με τα δικά της χείλη.
"Οταν εμφανίζεται σε δημόσιες συγκεντρώσεις, τα χειροκροτήματα συνοδεύονται από δάκρυα. Πολλά μαντήλια βγαίνουν από τίς τσέπες Πολλοί δυστυχισμένοι καί απόκληροι της τηλεφωνούν ή της γράφουν καί ξεκουράζονται ψυχικά. Ανάπηροι όλων των ειδών μαθαίνουν να μάχονται προσωπικά ενάντια στη δυστυχία τους, ότι δεν πρέπει να «υπάρχουν» μεσα σε κάποιο άσυλο λέγοντας «δεν μπορεί να γίνει τίποτα». Μερικες τέτοιες εξομολογήσεις που παρουσιάζονται στο βιβλίο της, είναι πράγματι συγκλονιστικές. Το θάρρος της καί ή πίστη της στη βοήθεια του Θεού κάνουν θαύματα κάθε μερα.
Το Νοε'μβριο του 1963 σε μια επιβλητική τελετή στη Ν. Υόρκη της απονεμήθηκε το Διεθνές Βραβείο Lane Bruyant, πού απονέμεται σε ευεργέτες της ανθρωπότητας, πού εργάστηκαν για τη βελτίωση της ζωής. Κατά την παραμονή της στίς Η.Π.Α. επισκέφθηκε διάφορα ευαγή ιδρύματα σχετικά με αναπήρους καί ήρθε σ' επαφή με ειδικούς για τα θέματα αυτά. Μια μέρα συναντήθηκε με έναν από τους έξοχότερους ορθοπεδικούς, τον William Tolsberg. Σέ ένα σημείο της συνάντησης ό γιατρός έμεινε άναυδος βλέποντας την ν' ανοίγει την τσάντα της, να βγάζει το σημειωματάριο καί να κρατάει σημείωση με κάποιο είδος στυλό!
Έπιστρεφοντας από τίς Η.Π.Α. αντίκρισε με δάκρυα τίς γαλλικές ακτές καί έσπευσε να επισκεφθεί το κέντρο που είχε ίδρυθεί από τη Νορμανδική"Ενωση Αλληλοβοήθειας στο Monteborg, για ανθρώπους πού εκ φύσεως μειονεκτούσαν, ιδιαίτερα το εργαστήριο «Χαρά καί Εργασία».
Το Νοέμβριο του 1962 είχε ξεσπάσει ένα φοβερό δράμα. Μια μάνα σκότωσε το παιδί της, γιατί γεννήθηκε χωρίς χέρια, εξαιτίας του υπνωτικού φαρμάκου θαλιδομίδη πού έπαιρνε όταν ήταν έγκυος. Ακολούθησε γενική κοινωνική αναταραχή, ή οποία κατέληξε στην περιβόητη δίκη της Λιέγης, στο έκεί κακουργιοδικείο, το όποίο παμψηφεί αθώωσε τη φόνισσα μάνα. Μεσα σ' αύτη την αναταραχή ή Λεγκρί προσκαλείται από τον Αντρέ Σουμπιράν να λάβει μερος σε διάλεξη πού οργανώνει ό Τύπος για το θέμα αυτό. Αύτη, μετά από κάποιους ενδοιασμούς, δέχεται να πάει. Ή συζήτηση αρχίζει με λαμπρή εισαγωγή από τον γιατρό Σουμπιράν. Τον διαδέχεται ό Ζώρζ Ντυαμελ, ακαδημαϊκός καί γιατρός, ό όποιος έξακοντίζει μια συγκινητική συνηγορία για το σεβασμό της ζωής. Ακολούθησε ή Ντενίζ λέγοντας ότι ένα πλάσμα που νιώθει ότι το αγαπούν, προσπαθεί να γίνει χρήσιμο σ' αυτούς πού το αγαπούν καί συγχρόνως αναπτύσσει στο μεγιστο όλες τίς ικανότητες του. Καί τελείωσε με τη φράση: «Διακηρύσσω, βεβαιώνω ότι είμαι ευτυχής πού ζω»!! Κατόπιν έλαβε το λόγο ό αξιόλογος κληρικός καί ψυχολόγος Μάρκ Όραιζόν, ό όποιος έτόνισε: «Εάν έπρεπε κανείς ν' αφήσει να πεθαίνει ή να εξαλείψει κάθε παιδί μη φυσιολογικό, με την πρόφαση ότι θα υποφέρει πάρα πολύ, δεν θα έπρεπε τότε να φτάσει στο σημείο να σκοτώνει κάθε παιδί για το όποιο δεν μπορεί να ξέρει εκ των προτέρων, μήπως γίνει πολιομυελιτικό η κάτι παρόμοιο;...»
Πολλοί ανάπηροι καί παραπληγικοί ενισχύθηκαν από τα λόγια της, τίς εμπειρίες της, τίς εξομολογήσεις της.'Ένας άπ' αυτούς, ό Ζάν Ρομπέρ, πού ή πολιομυελίτιδα τον είχε αφήσει εντελώς παράλυτο από την ηλικία των τριών ετών, αλλά με πίστη καί σθένος σπούδασε, ταξίδεψε καί τέλος έγραψε αξιόλογο βϊβλίο με τίς εμπειρίες του καί με τίτλο «Στήν άκρη των ορίων» (Au fil des bofies).
Ή πορεία συνεχίζεται, ό μαραθώνιος της πίστεως καί της αγάπης εξακολουθεί. Το Νοέμβριο του 1962 ό Jean Luc, διευθυντής προγραμμάτων στο Ράδιο Λουξεμβούργο, αποφάσισε να λανσάρει την «Επιχείρηση ή Ελπίδα», με σκοπό να δημιουργηθεί ένα κέντρο για βρεφη που γεννήθηκαν ανάπηρα η με δυσπλασίες. Μόνο στην κλήση πού απηύθυνε ή Λεγκρί στην τηλεόραση, συγκεντρώθηκαν τετρακόσια εκατομμύρια παλαιά φράγκα για παιδιά πού μειονεκτούν.
"Εξι χρόνια μετά την υπόθεση της Λιέγης, πέντε χρόνια μετά την «Επιχείρηση ή Ελπίδα», στίς 24 Ιανουαρίου 1968 εγκαινιάστηκε από τον Marcel Jeanneney, υπουργό Κοινωνικής Προνοίας, το περίπτερο Denise Legrixe στο Εθνικό Ινστιτούτο Έπαναπροσαρμογης. Ό ϊδιος υπουργός παρασημοφόρησε την ηρωίδα της μεγάλης αυτής νίκης - όπως γράφτηκε - με το σταυρό του αξιωματικού της Τάξεως της Εθνικής Αξίας, ενώ είχε ήδη ανακηρυχθεί καί ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. "Οταν το πήρε, ψιθύρισε; «Δεν αξίζω απολύτως τίποτα»."Ομως καί σε άλλη περίπτωση βεβαίωσε: «Είμαι απόλυτα ευτυχής». Καί άλλοτε είπε: «Αρνούμενος ό άνθρωπος τον Θεό, ανοίγει την πόρτα στο κακό». Καί σε' άλλη περίπτωση: «Να ζούμε ανακαλύπτοντας μεσα στους εαυτούς μας καί δια των εαυτών μας τους θαμμένους θησαυρούς. Να ζούμε διότι αγαπούμε».
Μετά το βιβλίο της το αυτοβιογραφικό πού αναφέραμε (1960), έγραψε καί δύο αλλά συμπληρωματικά για τίς περαιτέρω προσπάθειες της, καί στο τελευταίο κάνει την έξης αφιέρωση στους γονείς των δυσμελικών παιδιών με' τη φράση του
Πρόσεξε αυτό το μικρό πλάσμα,
είναι πολύ μεγάλο, κλείνει μέσα του τον Θεό».
του Ηλία Δημητρίου-φιλολόγου
Το πράγμα έχει ως έξης. Το κοριτσάκι γεννήθηκε όχι απλώς ανάπηρο, αλλά χωρίς πόδια σχεδόν καί χωρίς χέρια, μόνο μικρά απομεινάρια. Μετά τίς πρώτες εκπλήξεις καί το τρομερό ξάφνιασμα, ή μικρή άρχισε να δείχνει σιγά-σιγά μεγάλη διανοητική ευστροφία, κατόρθωσε να τρώει, να πίνει, να γράφει κρατώντας στο στόμα πότε ένα κουτάλι καί πότε ένα μολύβι, ακόμη καί να ράβει, προπάντων όμως να ζωγραφίζει.'Όλα αυτά τα εκπληκτικά τα παρουσιάζει με λεπτομέρειες στο βιβλίο της, όπως π.χ. όταν της ζήτησαν να έκθέσει μερικούς πίνακες πού είχε ζωγραφίσει, σε μια έκθεση. "Οχι απλώς πήγε πολύς κόσμος, όχι απλώς δέχθηκε πάρα πολλά συγχαρητήρια, αλλά πήρε καί βραβείο (αργυρό μετάλλιο}, ενώ ό Νομάρχης την εγκωμίασε για το θάρρος της, τη θέληση καί το μεγάλο ταλέντο της.
Από έκεί καί πέρα αρχίζει ή γενικότερη αναγνώριση. Κάποτε ό διευθυντής μιας μεγάλης Γκαλερί στο Παρίσι την έπισκέφθηκε στο σπίτι της καί της πρότεινε να οργανώσουν μια περιοδεία, οπού θα παρουσίαζε όχι μόνο τα έργα ζωγραφικής, αλλά καί το πώς γράφει, πώς ράβει κ,λπ. Οι εντυπώσεις ήταν καταπληκτικές. Το πλήθος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα το απίστευτο αυτό θέαμα. Το 1952 μετά από μια έκθεση ζωγραφικών έργων της στη Μασσαλία, ένας δημοσιογράφος κι ένας γερουσιαστής δήμαρχος, ό Μαϊλλόν, την παρουσιάζουν γενικότερα καί ό δήμαρχος αγοράζει ένα από τα έργα της για το μουσείο του. Το 1954 ό Μαρσέλ Γκιλλέτ, διαχειριστής άλλης μεγάλης Γκαλερί, την ενθαρρύνει επίμονα να λάβει μέρος σε άλλη έκθεση. Ή επιτυχία ήταν καί πάλι σημαντική καί πούλησε πολλά έργα.
"Ενας άλλος φιλολογικός της ανάδοχος, ό Αντρε Σουμπιράν, έγραφε: Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη μου επίσκεψη στο μικρό της ατελιέ, κοντά στην πλατεία Ιταλίας,οπού πλησίασα με απέραντο σεβασμό αυτό το πλάσμα, πού δεν μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι υπάρχει άλλο «πιο πληγωμένο». Κάθε κίνηση της, κάθε λέξη, κάθε χαμόγελο μαρτυρούσαν ότι ακόμα καί το μισό αυτό ανθρώπινο σώμα μπορεί να ζήσει, εάν θέλει, όπως ζουν καί οί άλλοι. Τα επιτεύγματα της δυνατής θελήσεως της δεν είναι συνηθισμένα, είναι καταπληκτικά. Το σθένος της εκπλήττει. Με αυτό υπερπηδά όλα τα εμπόδια, ακόμα καί να συμπαρίσταται σε άλλους πού είναι αρτιμελείς καί όμως συχνά κάμπτονται. Το πνεύμα μπορεί όλα να τα κατορθώσει, ή ψυχή δεσπόζει της ϋλης.'Όπως λέει ή ίδια: Βοήθησε τον εαυτό σου, ό Ουρανός θα σε βοηθήσει! Ή Ντενίζ βαδίζει το δρόμο της καθιστή, βλέποντας όμως τον εαυτό της όρθιο επικεφαλής μιας σταυροφορίας, με τη ζέση του ενθουσιασμού.
Μετά τα 1960, πού κυκλοφόρησε το βιβλίο της, οί συνεντεύξεις πού της έπαιρναν συνεχίστηκαν καί αυξήθηκαν. Μετά από ένα άρθρο γι' αυτήν στην Humanite, ή ίδια έκλαψε από χαρά. Το τηλέφωνο της έσπαγε από τηλεφωνήματα καί το ταχυδρομείο της πλημμύριζε από ενθαρρυντικές επιστολές καί συγχαρητήρια. Μετά από μια ραδιοφωνική συνέντευξη στο Ράδιο-Λουξεμβούργου του Παρισιού, ανακαλύπτει την τεράστια επίδραση πού μπορεί να έχουν τα κύματα.Το 1960 επίσης της απονέμεται το αξιόλογο βραβείο «Αλμπερτ Σβάϊτσερ», πού δίδεται σε αναπήρους για το έργο τους, φιλολογικό η επιστημονικό, που μαρτυρεί τίς δυνατότητες που μπορεί να έχουν μεσα στην κοινωνία καί ξεπερνάει την απραξία καί την απογοήτευση. Επακολούθησε γενικός ξεσηκωμός των μέσων πληροφόρησης, ενώ οι δημοσιογράφοι όλων των μέσων πολιορκούν το σπίτι της. Ακόμη καί ξένοι δημοσιογράφοι έρχονται αεροπορικώς από μακρινές χώρες για να την συναντήσουν. Ή ϊδια δεν εύκαιρεί ούτε να γευματίσει. Νιώθει όμως ότι είναι ό πρεσβευτής ή δικηγόρος αναρίθμητων θλιμμένων πλασμάτων καί ότι είναι αυτοί που μιλούν με τα δικά της χείλη.
"Οταν εμφανίζεται σε δημόσιες συγκεντρώσεις, τα χειροκροτήματα συνοδεύονται από δάκρυα. Πολλά μαντήλια βγαίνουν από τίς τσέπες Πολλοί δυστυχισμένοι καί απόκληροι της τηλεφωνούν ή της γράφουν καί ξεκουράζονται ψυχικά. Ανάπηροι όλων των ειδών μαθαίνουν να μάχονται προσωπικά ενάντια στη δυστυχία τους, ότι δεν πρέπει να «υπάρχουν» μεσα σε κάποιο άσυλο λέγοντας «δεν μπορεί να γίνει τίποτα». Μερικες τέτοιες εξομολογήσεις που παρουσιάζονται στο βιβλίο της, είναι πράγματι συγκλονιστικές. Το θάρρος της καί ή πίστη της στη βοήθεια του Θεού κάνουν θαύματα κάθε μερα.
Το Νοε'μβριο του 1963 σε μια επιβλητική τελετή στη Ν. Υόρκη της απονεμήθηκε το Διεθνές Βραβείο Lane Bruyant, πού απονέμεται σε ευεργέτες της ανθρωπότητας, πού εργάστηκαν για τη βελτίωση της ζωής. Κατά την παραμονή της στίς Η.Π.Α. επισκέφθηκε διάφορα ευαγή ιδρύματα σχετικά με αναπήρους καί ήρθε σ' επαφή με ειδικούς για τα θέματα αυτά. Μια μέρα συναντήθηκε με έναν από τους έξοχότερους ορθοπεδικούς, τον William Tolsberg. Σέ ένα σημείο της συνάντησης ό γιατρός έμεινε άναυδος βλέποντας την ν' ανοίγει την τσάντα της, να βγάζει το σημειωματάριο καί να κρατάει σημείωση με κάποιο είδος στυλό!
Έπιστρεφοντας από τίς Η.Π.Α. αντίκρισε με δάκρυα τίς γαλλικές ακτές καί έσπευσε να επισκεφθεί το κέντρο που είχε ίδρυθεί από τη Νορμανδική"Ενωση Αλληλοβοήθειας στο Monteborg, για ανθρώπους πού εκ φύσεως μειονεκτούσαν, ιδιαίτερα το εργαστήριο «Χαρά καί Εργασία».
Το Νοέμβριο του 1962 είχε ξεσπάσει ένα φοβερό δράμα. Μια μάνα σκότωσε το παιδί της, γιατί γεννήθηκε χωρίς χέρια, εξαιτίας του υπνωτικού φαρμάκου θαλιδομίδη πού έπαιρνε όταν ήταν έγκυος. Ακολούθησε γενική κοινωνική αναταραχή, ή οποία κατέληξε στην περιβόητη δίκη της Λιέγης, στο έκεί κακουργιοδικείο, το όποίο παμψηφεί αθώωσε τη φόνισσα μάνα. Μεσα σ' αύτη την αναταραχή ή Λεγκρί προσκαλείται από τον Αντρέ Σουμπιράν να λάβει μερος σε διάλεξη πού οργανώνει ό Τύπος για το θέμα αυτό. Αύτη, μετά από κάποιους ενδοιασμούς, δέχεται να πάει. Ή συζήτηση αρχίζει με λαμπρή εισαγωγή από τον γιατρό Σουμπιράν. Τον διαδέχεται ό Ζώρζ Ντυαμελ, ακαδημαϊκός καί γιατρός, ό όποιος έξακοντίζει μια συγκινητική συνηγορία για το σεβασμό της ζωής. Ακολούθησε ή Ντενίζ λέγοντας ότι ένα πλάσμα που νιώθει ότι το αγαπούν, προσπαθεί να γίνει χρήσιμο σ' αυτούς πού το αγαπούν καί συγχρόνως αναπτύσσει στο μεγιστο όλες τίς ικανότητες του. Καί τελείωσε με τη φράση: «Διακηρύσσω, βεβαιώνω ότι είμαι ευτυχής πού ζω»!! Κατόπιν έλαβε το λόγο ό αξιόλογος κληρικός καί ψυχολόγος Μάρκ Όραιζόν, ό όποιος έτόνισε: «Εάν έπρεπε κανείς ν' αφήσει να πεθαίνει ή να εξαλείψει κάθε παιδί μη φυσιολογικό, με την πρόφαση ότι θα υποφέρει πάρα πολύ, δεν θα έπρεπε τότε να φτάσει στο σημείο να σκοτώνει κάθε παιδί για το όποιο δεν μπορεί να ξέρει εκ των προτέρων, μήπως γίνει πολιομυελιτικό η κάτι παρόμοιο;...»
Πολλοί ανάπηροι καί παραπληγικοί ενισχύθηκαν από τα λόγια της, τίς εμπειρίες της, τίς εξομολογήσεις της.'Ένας άπ' αυτούς, ό Ζάν Ρομπέρ, πού ή πολιομυελίτιδα τον είχε αφήσει εντελώς παράλυτο από την ηλικία των τριών ετών, αλλά με πίστη καί σθένος σπούδασε, ταξίδεψε καί τέλος έγραψε αξιόλογο βϊβλίο με τίς εμπειρίες του καί με τίτλο «Στήν άκρη των ορίων» (Au fil des bofies).
Ή πορεία συνεχίζεται, ό μαραθώνιος της πίστεως καί της αγάπης εξακολουθεί. Το Νοέμβριο του 1962 ό Jean Luc, διευθυντής προγραμμάτων στο Ράδιο Λουξεμβούργο, αποφάσισε να λανσάρει την «Επιχείρηση ή Ελπίδα», με σκοπό να δημιουργηθεί ένα κέντρο για βρεφη που γεννήθηκαν ανάπηρα η με δυσπλασίες. Μόνο στην κλήση πού απηύθυνε ή Λεγκρί στην τηλεόραση, συγκεντρώθηκαν τετρακόσια εκατομμύρια παλαιά φράγκα για παιδιά πού μειονεκτούν.
"Εξι χρόνια μετά την υπόθεση της Λιέγης, πέντε χρόνια μετά την «Επιχείρηση ή Ελπίδα», στίς 24 Ιανουαρίου 1968 εγκαινιάστηκε από τον Marcel Jeanneney, υπουργό Κοινωνικής Προνοίας, το περίπτερο Denise Legrixe στο Εθνικό Ινστιτούτο Έπαναπροσαρμογης. Ό ϊδιος υπουργός παρασημοφόρησε την ηρωίδα της μεγάλης αυτής νίκης - όπως γράφτηκε - με το σταυρό του αξιωματικού της Τάξεως της Εθνικής Αξίας, ενώ είχε ήδη ανακηρυχθεί καί ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. "Οταν το πήρε, ψιθύρισε; «Δεν αξίζω απολύτως τίποτα»."Ομως καί σε άλλη περίπτωση βεβαίωσε: «Είμαι απόλυτα ευτυχής». Καί άλλοτε είπε: «Αρνούμενος ό άνθρωπος τον Θεό, ανοίγει την πόρτα στο κακό». Καί σε' άλλη περίπτωση: «Να ζούμε ανακαλύπτοντας μεσα στους εαυτούς μας καί δια των εαυτών μας τους θαμμένους θησαυρούς. Να ζούμε διότι αγαπούμε».
Μετά το βιβλίο της το αυτοβιογραφικό πού αναφέραμε (1960), έγραψε καί δύο αλλά συμπληρωματικά για τίς περαιτέρω προσπάθειες της, καί στο τελευταίο κάνει την έξης αφιέρωση στους γονείς των δυσμελικών παιδιών με' τη φράση του
Πρόσεξε αυτό το μικρό πλάσμα,
είναι πολύ μεγάλο, κλείνει μέσα του τον Θεό».
του Ηλία Δημητρίου-φιλολόγου
περιοδικό Τόλμη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου