Η περιέργεια των αισθήσεων καί
πως διορθώνεται
(Ἀπό τόν «Ἀόρατο πόλεμο» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, α΄μέρος, κεφ. 24)
Γιά νά συνηθίσεις νά σιωπᾶς, σκέψου πολλές φορές τίς ζημιές καί τούς κινδύνους τῆς πολυλογίας καί τά μεγάλα καλά της σιωπῆς καί αὐτούς τούς τρεῖς τρόπους, πού εἶπα στά προηγούμενα τρία κεφάλαια, δηλαδή τό νά ἀνεβαίνει κάποιος ἀπό τά αἰσθητά στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, στή θεωρία τοῦ σαρκωθέντος Λόγου· καί στό στολισμό τῶν ἠθῶν, μποροῦν νά μεταχειρίζονται ἐκεῖνοι, πού ἔχουν γνώση, διάκριση καί δύναμη στό λογισμό, γιά νά διορθώνουν τίς αἰσθήσεις τους μέ αὐτούς. Ὅσοι ὅμως δέν ἔχουν αὐτή τήν γνώση καί τήν δύναμη, αὐτοί μέ ἄλλον τρόπο μποροῦν νά διορθώνουν τίς αἰσθήσεις τους· δηλαδή, μέ ὅλη τους τήν δύναμη νά ἀπέχουν ἀπό ὅλα ἐκεῖνα τά αἰσθητά, πού μποροῦν νά βλάπτουν τήν ψυχή τους.
Καί λοιπόν, ἐσύ ἀδελφέ μου,
α) μέν, πρέπει νά φυλάττεις μέ μεγάλη προσοχή τούς κακούς καί γρήγορους κλέφτες πού ἔχεις, δηλαδή, τά μάτια σου, καί νά μήν τά ἀφήνεις νά τεντώνονται καί νά βλέπουν μέ περιέργεια τά πρόσωπα τῶν γυναικῶν, τόσο τά ὄμορφα, ὅσο καί τά ἄσχημα ἤ τά πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καί μάλιστα τῶν νέων καί ἀγένειων ἤ νά βλέπουν τήν ξεγύμνωση ὄχι μόνο τῶν ξένων σωμάτων, ἀλλά καί αὐτοῦ τοῦ ἰδίου σου σώματος. Γιατί ἀπό αὐτήν τήν περιέργεια καί τό ἐμπαθές κοίταγμα, ἡ καρδιά συλλαμβάνει τήν ἡδονή καί τήν ἐπιθυμία τῆς πορνείας καί τῆς παιδεραστίας. Καθώς εἶπε ὁ Κύριος. «Ὅποιος βλέπει γυναίκα μέ ἐπιθυμία πονηρή, ἔχει κιόλας μέσα τοῦ διαπράξει τήν μοιχεία μέ αὐτήν» (Ματθ. 5,38). Καί κάποιος σοφός εἶπε «ἐκ τοῦ ὁρᾶν, τίκτεται τό ἐρᾶν» (48). Γι’ αὐτό καί ὁ Σολομώντας παραγγέλνει, νά μή πιαστοῦμε ἀπό τά μάτια μας, μήτε νά νικηθοῦμε ἀπό ἐπιθυμία ὡραιότητας· «υἱέ, μή σέ νικήσῃ κάλλους ἐπιθυμία, μήτε ἀγρευθῇς σοῖς ὀφθαλμοῖς» (Παρ. 6,25).
Ἐκτός ἀπό αὐτά, φυλάξου νά μή βλέπεις περίεργα τά ὄμορφα φαγητά καί ποτά, ἐνθυμούμενος τήν πρώτη μητέρα τοῦ γένους μας Εὕα ἡ ὁποία, γιά νά δεῖ τόν ἀπαγορευμένο καρπό τοῦ ἐμποδισμένου ξύλου στόν Παράδεισο, τόν ἐπιθύμησε, τόν πῆρε, τόν ἔφαγε καί ἔτσι πέθανε· οὔτε νά βλέπεις μέ εὐχαρίστηση τά ὄμορφα ροῦχα ἤ τόν χρυσό καί τό ἀργύριο ἤ τίς λαμπρές δόξες τοῦ κόσμου, γιά νά μή περάσει ἀπό τά μάτια σου μέσα στήν ψυχήν σου τό πάθος τῆς φιλοδοξίας καί φιλαργυρίας. «Ἀπόστρεψον γάρ, φησι, τούς ὀφθαλμούς μου, τοῦ μή ἰδεῖν ματαιότητα» (Ψαλμ. 118.)· καί γιά νά μιλήσω γενικά, φυλάξου νά μή βλέπεις χορούς, παιχνίδια, τραπέζια, ξεφαντώματα, μαλώματα, παλαίσματα, τρεχάματα καί ὅλα τά ἄλλα ἄτακτα καί ἄσεμνα πράγματα, πού ἀγαπᾶ ὁ ἠλίθιος κόσμος καί ἔχει ἀπαγορευμένα ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ· ἀλλά ἀπόφευγε καί κλεῖσε τά μάτια σου ἀπό αὐτά, γιά νά μή γεμίσεις τήν καρδιά καί τήν φαντασία σου ἀπό ἄσχημες εἰκόνες καί πάθη, καί ξεσηκώσεις ταραχή καί νέο πόλεμο ἐναντίον σου, ἀφήνοντας τόν ἀγώνα, πού ἔχεις νά ἀγωνίζεσαι ἐναντίον τῶν παλαιῶν σου παθῶν. Ἀγάπα ὅμως νά βλέπεις τίς Ἐκκλησίες, τίς ἁγίες εἰκόνες, τά ἱερά βιβλία, τά κοιμητήρια, τούς τάφους καί ὅσα ἄλλα εἶναι σεμνά καί ἅγια, τῶν ὁποίων ἡ θεωρία σέ ὠφελεῖ.
β) Πρέπει νά προφυλάττεις τά αὐτιά σου:
Πρῶτα γιά νά μήν ἀκοῦς τά αἰσχρά καί ἐρωτικά λόγια, τά τραγούδια καί τά μουσικά ὄργανα, ἀπό τά ὁποία γλυκαίνεται ἡ ψυχή σου καί ἡ καρδιά σου ἀνάβει ἀπό τήν σαρκική ἐπιθυμία. Γιατί εἶναι γραμμένο· «ἀπομάκρυνε ἀπό μένα τά ἐπονείδιστα λόγια» (Παρ. κζ΄ 11).
Κατά δεύτερο λόγο, γιά νά μήν ἀκοῦς τά ἀστεῖα καί τά γελωτοποιά λόγια, τά ὁποῖα μάλιστα εἶναι φαντασιώσεις καί τά κάθε εἴδους καί διάφορα τοῦ κόσμου ψέμματα, νοστιμευόμενος καί γλυκαινόμενος ἀπό αὐτά, ἐπειδή δέν εἶναι σωστό στό χριστιανό νά ἀκούει μέ εὐχαρίστηση αὐτά, ἀλλά ἐκείνων τῶν διεφθαρμένων ἀνθρώπων, σχετικά μέ τούς ὁποίους εἶπε ὁ Παῦλος, ὅτι, «θά κλείσουν τά αὐτιά τους στήν ἀλήθεια καί θά στραφοῦν στά παραμύθια» (Β΄. Τιμοθ. δ 4.)
Τρίτον, γιά νά μήν ἀκοῦς μέ εὐχαρίστηση τίς κατακρίσεις καί πολυλογίες πού οἱ ἄλλοι κάνουν ἐναντίον τοῦ πλησίον ἀλλά, ἤ νά τίς ἐμποδίζεις, ἄν μπορεῖς ἤ νά μήν κάθεσαι νά τίς ἀκοῦς. Ἐπειδή ὁ μέγας Βασίλειος θεωρεῖ ἄξιους ἀφορισμοῦ, τόσο ἐκείνους πού πολυλογοῦν, ὅσο καί ἐκείνους πού στέκονται καί ἀκοῦν τίς συκοφαντίες· «Ἄν βρεθεῖ κάποιος νά καταλαλεῖ ἄλλον ἤ ἄν ἀκούει νά καταλαλοῦν καί δέν τούς ἐπιτιμᾶ… μαζί μέ αὐτόν νά ἀφορίζεται» (49).
Τέταρτον, φυλάξου νά μή γλυκαίνεσαι καί ἀκοῦς τά περιττά καί μάταια λόγια καί τίς φλυαρίες, στίς ὁποῖες καταπιάνεται ὁ περισσότερος κόσμος· γιατί, εἶναι γραμμένο· «δέν θά ἀκούσεις λόγο μάταιο» (Ἔξοδ. 23,1). Καί ὁ Σολομώντας εἶπε· «μάταιο λόγο κάντον μακρυά μου» (Πάρ. 30,8). Καί ὁ Κύριος εἶπε· «Γιά κάθε μάταιο λόγο πού θά ποῦν οἱ ἄνθρωποι, θά λογοδοτήσουν τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως» (Μάτθ. 12,36).
Καί γιά νά ποῦμε σύντομα, φυλάξου νά μήν ἀκοῦς ὅλα ἐκεῖνα τά λόγια καί ἀκούσματα, πού μποροῦν νά βλάψουν τήν ψυχή σου· αὐτά κυρίως εἶναι οἱ κολακεῖες τῶν κολάκων καί οἱ ἔπαινοι, σχετικά γιά τούς ὁποίους εἶπε ὁ Ἠσαΐας «λαός μου, αὐτοί πού σᾶς καλοτυχίζουν, σᾶς κοροϊδεύουν» (3,11). Ἀγάπησε δέ νά ἀκοῦς τά θεῖα λόγια, τίς ἱερές μελωδίες καί ψαλμωδίες, καί ὅλα ὅσα εἶναι σεμνά, ἅγια, σοφά καί ψυχωφελῆ· καί μάλιστα ἀγάπα νά ἀκοῦς τίς ἀτιμίες καί τίς βρισιές πού σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι.
γ) Φύλαξε τήν ὄσφρησή σου ἀπό τά μυρωδικά, τούς μόσχους καί ἄλλα εὐωδιαστά ἀρώματα, τά ὁποῖα δέν πρέπει οὔτε πάνω σου νά τά βάζεις ἤ νά τά ἀλείφεις, οὔτε μέ ὑπερβολή νά μυρίζεσαι. Ἐπειδή αὐτά, ὅλα εἶναι χαρακτηριστικά τῶν ἀσέμνων γυναικῶν, καί ὄχι τῶν φρονίμων ἀνδρῶν, καί κοιμίζουν τήν γενναιότητα τῆς ψυχῆς, καί τήν σπρώχνουν σέ πορνικά πάθη καί ἐπιθυμίες καί κάνουν νά ἔρχονται σέ αὐτούς πού τά μεταχειρίζονται, οἱ προφητικές ἐκεῖνες κατάρες, πού λένε «Καί ἀντί τῆς εὐχάριστης εὐωδίας, θά ὑπάρχει μούχλα» (Ἠσ. 3,23), «Καί ἀλοίμονο σέ ὅσους ἀλείφονται μέ τά καλύτερα ἀρώματα» (Ἄμ. 6,6).
δ) Φύλαξε τήν γεύση καί τήν κοιλιά σου, γιά νά μήν ὑποδουλώνεται σέ παχυντικά καί εὐχάριστα καί πολυποίκιλα φαγητά, καί νόστιμα καί εὐώδη ποτά. Γιατί, τά τρυφερά αὐτά τραπέζια, πρίν νά τά ἀποκτήσεις, θά σέ κάνουν νά πέσεις σέ κλεψιές, ψέματα, κολακεῖες, καί ἄλλα χίλια ὑπηρετικά πάθη καί κακά· ἀφοῦ ὅμως τά ἀποκτήσεις, θά σέ γκρεμίσουν στούς λάκκους τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν καί κτηνόμορφων ἐπιθυμιῶν, ὅσες πραγματοποιοῦνται κάτω ἀπό τήν κοιλιά· καί θά φέρουν ἐναντίον σου τίς προφητικές ἐκεῖνες κατάρες τοῦ Ἀμῶς: «Ἀλοίμονο ἐσεῖς πού τρῶτε τρυφερά ἀρνάκια καί καλοθρεμένα μοσχαράκια ἀπό τά κοπάδια….» (6,4).
ε) Πρέπει νά φυλάγεσαι, νά μήν πιάνεις μέ τό χέρι ὄχι μόνο ξένο σῶμα γυναίκας, ἄνδρα ἤ γέροντα, τό ἴδιο καί νεώτερου, ἀλλά οὔτε τό δικό σου σῶμα καί μάλιστα τά ἀπόκρυφα σημεῖα σου, χωρίς νά ὑπάρχει ἀνάγκη. Γιατί, ὅσο ἄκομψη εἶναι αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς ἁφῆς, τόσο αἰσθητική καί ζωντανή εἶναι καί παρακινεῖ τά πάθη τῆς σάρκας, καί γκρεμίζει τόν ἄνθρωπο ὡς αὐτή τήν πράξη τῆς ἁμαρτίας. Καί ὅλες μέν οἱ ἄλλες αἰσθήσεις, ὑπηρετοῦν τήν ἁφή, καί κατά κάποιο τρόπο, ἀπό μακριά ἐργάζονται τήν ἁμαρτία. Ἀλλά ὅταν κάποιος φθάσει στήν ἁφή, δηλαδή φτάνει καί πιάνει, δύσκολα πιά μπορεῖ νά κρατηθεῖ καί νά μήν διαπράξει τήν ἁμαρτία.
Στήν αἴσθηση τῆς ἁφῆς, ἀναφέρεται καί ὁ στολισμός τῆς κεφαλῆς καί τοῦ σώματος καί τῶν ποδιῶν. Ὁπότε, φυλάξου νά μή στολίζεις τό σῶμα σου μέ μαλακά καί διάφορα καί λαμπρά ροῦχα ἤ μέ πολυέξοδα καλύμματα τῆς κεφαλῆς ἤ μέ πολύτιμα παπούτσια, γιατί αὐτά ἁρμόζουν στίς γυναῖκες καί στούς ἄνδρες δέν ταιριάζουν, ἀλλά μόνο νά φορᾶς σεμνά καί ταπεινά καί ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα καί χρειάζονται, στό κρύο τοῦ χειμώνα καί στόν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ γιά τήν συντήρηση τοῦ σώματος, γιά νά μήν ἀκούσεις κι΄ ἐσύ ἐκεῖνο, πού ἄκουσε ὁ πλούσιος πού ντύθηκε τήν βασιλική καί μεταξωτή ἐνδυμασία, δηλαδή, τό· «Ἀπέλαβες τά ἀγαθά σου ἐν τή ζωῇ σου» (Λούκ. 16,25) καί ἔλθει πάνω σου ἡ κατάρα πού λέγει ὁ Ἰεζεκιήλ· «Θά βγάλουν τούς μανδύες τους καί θά πετάξουν ἀπό πάνω τους τά χρυσοκέντητα ροῦχα τους» (26,16).
Στήν ἁφή ἀναφέρονται ἀκόμη καί οἱ ἄλλες ἀνέσεις τοῦ σώματος· ὅπως εἶναι, τό φτιάξιμο τῶν μαλλιῶν καί τό συχνό πλύσιμο τῶν γενιῶν, τά λαμπρά καί πολύτιμα σπίτια, τά πολυέξοδα καί μαλακά στρώματα καί καθίσματα. Ἀπό αὐτά ὅλα νά φυλάγεσαι, ὡς βλαβερά της συνέσεώς σου καί ὑπεύθυνα τῆς πορνείας καί τῶν σαρκικῶν παθῶν, γιά νά μήν κληρονομήσεις τό «οὐαί» τοῦ Ἀμώς, πού λέγει· «Ἀλοίμονο σέ σᾶς πού ξαπλώνετε σέ ἀνάκλιντρα στολισμένα μέ ἐλεφαντόδοντο» (6,4).
Αὐτά πού σοῦ εἶπα ὡς τώρα, εἶναι ἡ γῆ, τήν ὁποία καταδικάστηκε νά τρώει τό νοητό φίδι ὁ διάβολος. Αὐτά εἶναι, ἡ ὕλη καί ἡ τροφή, μέ τήν ὁποία τρέφονται ὅλα τά πάθη τῆς σάρκας. Καί λοιπόν, ἐάν ἐσύ δέν τά καταφρονήσεις, ὡς δῆθεν μικρά, ἀλλά πολεμήσεις γενναῖα καί δέν τά ἀφήσεις νά μποῦν μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις στήν ψυχή καί τήν καρδιά σου, σέ πληροφορῶ, ὅτι ἀλήθεια, εὔκολα θά ἐξαφανίσεις μέ τήν ἀτροφία τόν διάβολο καί τά πάθη καί σέ λίγο καιρό θά φανεῖς νικητής ἄριστος σέ αὐτόν τόν Ἀόρατο Πόλεμο.
Γιατί εἶναι γραμμένο στόν Ἰώβ, ὅτι ὁ μυρμηκολέοντας (δηλαδή ὁ διάβολος) ἐξαφανίστηκε καί χάθηκε μή ἔχοντας νά φάει τροφή, «Μυρμηκολέων ὤλετο, παρά τό μή ἔχειν βορᾶν» (δ 11).
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου