ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Για ποια αιτία ο άνθρωπος σε όλα τα σωματικά έργα του, κλίνει περισσότερο στο να φοβάται, παρά στο να ελπίζει, ενώ στα της ψυχής ελπίζει περισσότερο, παρά φοβάται; Αυτό βέβαια δεν ακολουθεί για άλλο λόγο, παρά επειδή αγαπάει τη σωτηρία του λίγο. Έτσι δε φοβάται, διότι δεν αγαπά. Είναι πολλοί και σχεδόν αναρίθμητοι οι χριστιανοί που πίνουν την πονηρία σαν νερό, διότι συλλογίζεται ο καθένας τους και λέει «θα εξομολογηθώ, θα μετανοήσω» και αφού την πιουν δεν νοιάζονται παντελώς γι’ αυτήν, γιατί λένε «εξομολογήθηκα, μετανόησα». «Ω πονηρόν ενθύμημα» (λέει ο Σειράχ, 30:3) από πού ξεχύθηκες και κάλυψες την ξηρά με δολιότητα;». Ω παρανομότατη πλάνη και πρόληψη που σκεπάζεις τη γη με τις αμαρτίες, από ποιο βυθό βγήκες; Όχι από άλλο βέβαια, παρά από τον άδη. Δεν πρέπει, λοιπόν, να γυρίσεις πάλι στον άδη και να μην πλανά πλέον τους χριστιανούς; Γι’ αυτό κι εμείς θα μιλήσουμε για την αυθάδεια αυτών που τα λένε αυτά.
Δε βρέθηκε ποτέ, βέβαια, έμπορος τόσο ανόητος, που χωρίς καμιά ανάγκη να ρίξει το πράγμα του στη θάλασσα, με την ελπίδα πως πρόκειται πάλι να το πάρει πίσω. Ωστόσο, βρίσκονται τόσοι ανόητοι Χριστιανοί, που ρίχνουν θεληματικά την καθαρότητα της ψυχής τους και τη χάρη του Θεού, που είναι το μεγαλύτερο χάρισμα που μπορεί να μας δώσει εδώ ο Κύριός μας, με την ελπίδα πως πρόκειται να ξαναλάβουν εκείνη την καθαρότητα και εκείνα τα ουράνια χαρίσματα μέσω της εξομολόγησης και μετανοίας. Και γίνονται οι ταλαίπωροι σκλάβοι αλυσοδεμένοι του άδη με αυτό το θάρρος, πως πρόκειται να κόψουν τις αλυσίδες τους κατά την όρεξή τους. Και πηγαίνουν μπροστά στον εωσφόρο με τα κλειδιά της ψυχής τους στα χέρια, νομίζοντας πως θα μπορέσουν να τα πάρουν πάλι απ’ αυτόν, όταν θελήσουν.
Και από τη μια μεριά, δεν απορώ, επειδή αυτό το σφάλμα δεν είναι καινούργιο στους ανθρώπους. Μάλιστα, αυτός στάθηκε ο πρώτος πειρασμός του κόσμου, με τον οποίο παρακίνησε ο διάβολος την Εύα να παραβεί την εντολή του Θεού, παριστάνοντάς της την αγαθότητα του Θεού και λέγοντας «ου θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. γ΄ 4). Κάντε, δηλαδή, κατά την όρεξή σας, και δε θα σα συμβεί κανένα κακό, διότι ο Θεός είναι πολύ αγαθός. Και αυτός ο Αδάμ που κατά τον Απόστολο, δεν ήταν πλανεμένος σαν τη γυναίκα «και Αδάμ ουκ ηπατήθη» (Α΄ Τιμ. β΄ 14), ωστόσο καταδέχτηκε να γίνει σύντροφος της Εύας, τρώγοντας τον απαγορευμένο καρπό. Διότι νόμισε πως το σφάλμα του μολονότι ήταν βαρύτατο, όμως εύκολα θα του το συγχωρήσει ο πλάστης του, όπως λέει ο ιερός Αυγουστίνος, «ήμαρτεν Αδάμ, λογιζόμενος το θείον έλεος», δηλαδή έπταισε ο Αδάμ, νομίζοντας ότι η ευσπλαχνία του Θεού δε θα τον παιδεύσει, όπως τον είχε προειδοποιήσει.
Και τι άλλο περισσότερο θέλεις σε βεβαίωση αυτής της αλήθειας, αδελφέ, όταν βλέπεις πως ο διάβολος αυθαδίασε τόσο που πήγε να πολεμήσει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό έχοντας μεγάλο θάρρος να τον νικήσει με αυτά τα ίδια άρματα της ελπίδας προς το Θεό, τα οποία μεταχειρίστηκε πολύ επιτυχημένα τόσες φορές: Εξ ού και ο μιαρός συμβούλευσε τον Κύριο να γκρεμιστεί από το πτερύγιο του ιερού με την ελπίδα, πως οι άγγελοι θα έτρεχαν παρευθύς να τον κρατήσουν να μην πάθει κακό, κατά την εντολή που τους έδωσε ο Θεός να φυλάττουν τους δούλους του.
Δεν πρέπει λοιπόν να θαυμάζει κανείς πως με αυτό τον απατηλό λογισμό πειράζει συχνά ο εχθρός τους χριστιανούς, παρακινώντας τους να γκρεμίζονται και να πέφτουν σε κάθε παρανομία και να προσθέτουν στην πρώτη αμαρτία, ακόμη χίλιες άλλες, με αυτή την πρόληψη και ελπίδα, ότι θα εξομολογηθούν και ότι οι πνευματικοί θα τους συγχωρήσουν, τρέχοντας σαν άγγελοι ειρήνης για να μην τους αφήσουν να πέσουν στον άδη. Αλλά εκείνο που πρέπει να θαυμάζει κανείς είναι, πως οι χριστιανοί δεν αναγνωρίζουν μια απάτη τόσο ψηλαφητή και φανερή του διαβόλου και πως δείχνουν τόση αχαριστία στο Θεό. Διότι μεταχειρίζονται την εξομολόγηση και μετάνοια ως αιτία των αμαρτιών. Και την ευσπλαχνία και αγαθότητα του Θεού, που είναι αιτία της σωτηρίας τους, αυτοί την κάνουν αιτία του κρημνισμού και της απώλειάς τους και, σαν φαρμακερό χόρτο, μεταβάλλουν σε φαρμάκι και θάνατό τους το γλυκύτατο και σωτηριώδες αίμα του Ιησού Χριστού. Διότι αυτό το αίμα που χρησιμοποιείται ως λουτρό της εξομολόγησης και μετανοίας, για να καταβυθίσει κάθε αμαρτία τους, το κάνουν να χρησιμοποιείται για να ποτίζει και να αυξάνει τις αμαρτίες τους. Αχ! και υπάρχει μεγαλύτερη παρανομία από αυτή; Και τι άλλο είναι αυτό παρά ότι μεταχειριζόμαστε το γιατρικό μας σε θρίαμβο και νίκη του διαβόλου; όπως λέει ο θείος Αμβρόσιος «το φάρμακον ημών αυτώ τω διαβόλω γίνεται θρίαμβος».
Δε βρέθηκε ποτέ, βέβαια, έμπορος τόσο ανόητος, που χωρίς καμιά ανάγκη να ρίξει το πράγμα του στη θάλασσα, με την ελπίδα πως πρόκειται πάλι να το πάρει πίσω. Ωστόσο, βρίσκονται τόσοι ανόητοι Χριστιανοί, που ρίχνουν θεληματικά την καθαρότητα της ψυχής τους και τη χάρη του Θεού, που είναι το μεγαλύτερο χάρισμα που μπορεί να μας δώσει εδώ ο Κύριός μας, με την ελπίδα πως πρόκειται να ξαναλάβουν εκείνη την καθαρότητα και εκείνα τα ουράνια χαρίσματα μέσω της εξομολόγησης και μετανοίας. Και γίνονται οι ταλαίπωροι σκλάβοι αλυσοδεμένοι του άδη με αυτό το θάρρος, πως πρόκειται να κόψουν τις αλυσίδες τους κατά την όρεξή τους. Και πηγαίνουν μπροστά στον εωσφόρο με τα κλειδιά της ψυχής τους στα χέρια, νομίζοντας πως θα μπορέσουν να τα πάρουν πάλι απ’ αυτόν, όταν θελήσουν.
Και από τη μια μεριά, δεν απορώ, επειδή αυτό το σφάλμα δεν είναι καινούργιο στους ανθρώπους. Μάλιστα, αυτός στάθηκε ο πρώτος πειρασμός του κόσμου, με τον οποίο παρακίνησε ο διάβολος την Εύα να παραβεί την εντολή του Θεού, παριστάνοντάς της την αγαθότητα του Θεού και λέγοντας «ου θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. γ΄ 4). Κάντε, δηλαδή, κατά την όρεξή σας, και δε θα σα συμβεί κανένα κακό, διότι ο Θεός είναι πολύ αγαθός. Και αυτός ο Αδάμ που κατά τον Απόστολο, δεν ήταν πλανεμένος σαν τη γυναίκα «και Αδάμ ουκ ηπατήθη» (Α΄ Τιμ. β΄ 14), ωστόσο καταδέχτηκε να γίνει σύντροφος της Εύας, τρώγοντας τον απαγορευμένο καρπό. Διότι νόμισε πως το σφάλμα του μολονότι ήταν βαρύτατο, όμως εύκολα θα του το συγχωρήσει ο πλάστης του, όπως λέει ο ιερός Αυγουστίνος, «ήμαρτεν Αδάμ, λογιζόμενος το θείον έλεος», δηλαδή έπταισε ο Αδάμ, νομίζοντας ότι η ευσπλαχνία του Θεού δε θα τον παιδεύσει, όπως τον είχε προειδοποιήσει.
Και τι άλλο περισσότερο θέλεις σε βεβαίωση αυτής της αλήθειας, αδελφέ, όταν βλέπεις πως ο διάβολος αυθαδίασε τόσο που πήγε να πολεμήσει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό έχοντας μεγάλο θάρρος να τον νικήσει με αυτά τα ίδια άρματα της ελπίδας προς το Θεό, τα οποία μεταχειρίστηκε πολύ επιτυχημένα τόσες φορές: Εξ ού και ο μιαρός συμβούλευσε τον Κύριο να γκρεμιστεί από το πτερύγιο του ιερού με την ελπίδα, πως οι άγγελοι θα έτρεχαν παρευθύς να τον κρατήσουν να μην πάθει κακό, κατά την εντολή που τους έδωσε ο Θεός να φυλάττουν τους δούλους του.
Δεν πρέπει λοιπόν να θαυμάζει κανείς πως με αυτό τον απατηλό λογισμό πειράζει συχνά ο εχθρός τους χριστιανούς, παρακινώντας τους να γκρεμίζονται και να πέφτουν σε κάθε παρανομία και να προσθέτουν στην πρώτη αμαρτία, ακόμη χίλιες άλλες, με αυτή την πρόληψη και ελπίδα, ότι θα εξομολογηθούν και ότι οι πνευματικοί θα τους συγχωρήσουν, τρέχοντας σαν άγγελοι ειρήνης για να μην τους αφήσουν να πέσουν στον άδη. Αλλά εκείνο που πρέπει να θαυμάζει κανείς είναι, πως οι χριστιανοί δεν αναγνωρίζουν μια απάτη τόσο ψηλαφητή και φανερή του διαβόλου και πως δείχνουν τόση αχαριστία στο Θεό. Διότι μεταχειρίζονται την εξομολόγηση και μετάνοια ως αιτία των αμαρτιών. Και την ευσπλαχνία και αγαθότητα του Θεού, που είναι αιτία της σωτηρίας τους, αυτοί την κάνουν αιτία του κρημνισμού και της απώλειάς τους και, σαν φαρμακερό χόρτο, μεταβάλλουν σε φαρμάκι και θάνατό τους το γλυκύτατο και σωτηριώδες αίμα του Ιησού Χριστού. Διότι αυτό το αίμα που χρησιμοποιείται ως λουτρό της εξομολόγησης και μετανοίας, για να καταβυθίσει κάθε αμαρτία τους, το κάνουν να χρησιμοποιείται για να ποτίζει και να αυξάνει τις αμαρτίες τους. Αχ! και υπάρχει μεγαλύτερη παρανομία από αυτή; Και τι άλλο είναι αυτό παρά ότι μεταχειριζόμαστε το γιατρικό μας σε θρίαμβο και νίκη του διαβόλου; όπως λέει ο θείος Αμβρόσιος «το φάρμακον ημών αυτώ τω διαβόλω γίνεται θρίαμβος».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου