Π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δρ. θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας
ΕΔΑΦΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΤΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΟΥΝ ΤΗΝ
ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ
Μερικὰ Γραφικὰ ἐδάφια
Οἱ ἀποκρυφιστὲς ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη κηρύττει τὴμετενσάρκωση, ἐπικαλοῦνται μερικὰ ἐδάφια τῆς Γραφῆς.
Τὸ περιοδικὸ "Παραψυχολογία" τοῦ Γ. Βουλούκου ἀναφέρεται στὸ Μάτθ.ἐ' 18: «Ἕως ὅτου παρέλθη ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ, οὔτε ἕνα γιώτα ἢ μικρὴστιγμὴ δὲν θὰ καταργηθῆ ἀπὸ τὸν νόμον, μέχρις ὅτου γίνουν ὅλα», μεταφράζει τo περιοδικὸ καὶ σχολιάζει: «Ποιὸ νόμο; ὄχι τὸ νόμο τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, ἀλλὰ τὸ νόμο τοῦ Κάρμα!»! (Παραψυχολογία,Ἰούνιος 1980, σ. 92).
Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς μιλάει στὸ ἐδάφιο αὐτὸ γιὰ τὸ σκοπὸ τῆς ἔλευσής Του. «Μὴ νομίσητε», λέγει, «ὅτι ἦλθον καταλύσαι τὸν νόμον καὶ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλύσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι». Ο Χριστὸς ἐξεπλήρωσε καὶ ὁλοκλήρωσε τὸ νόμο καὶ τοὺς προφῆτες. Ἀναφερόμενος στὸ λόγο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, «ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαμού», προσθέτει: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμὶν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρώ··· » (Μάτθ. ἐ' 17. 38). Ὄχι μόνο νὰμὴν ἀνταποδίδει κανεὶς περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἀδικεῖται, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν ἀνταποδίδει καθόλου τὸ κακό. Δὲν γίνεταιἐδῶ ὑπαινιγμὸς γιὰ κάρμα καὶ μετενσάρκωση!
Ἕνα ἄλλο ἐδάφιο, στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται τὸ περιοδικὸ "Παραψυχολογία" εἶναι τὸ Ρώμ. στ' 23. Σχολιάζει: «Τί ἄλλο μπορεῖνὰ σημαίνει παρὰ τὸ ὅτι τὸ Κάρμα γιὰ τὶς κακὲς πράξεις συνεπάγεται ἐπιστροφὴ στὴ γῆ γιὰ νὰ φέρει κανεὶς τὴ θνητότητα μέχρι ποῦ ὁ ἁμαρτωλὸς νὰ ἔχει μάθει τὰ μαθήματά του;» (Παραψυχολογία, Ἰούνιος 1980, σ. 92).
Τὸ Ρώμ. στ' 23 ἀναφέρει, «τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷΚυρίω ἠμῶν». Ἡ ἁμαρτία εἶναι χωρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁδηγεῖ στὸν πνευματικὸ θάνατο. Ὅμως ὅταν ὁἁμαρτωλὸς προστρέξει στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀναγεννηθεῖ μὲ τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», ὁδηγεῖται ἀπὸ τὸθάνατο στὴ...
ζωή.Ὅπως ἔχει λεχθεῖ αὐτὴ ἡ ἀναγέννηση δὲν συντελεῖται σὲ διάστημα πολλῶν ζωῶν, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ σὲ μια στιγμή. Αὐτὸ συνέβη μὲ τὸ ληστή, ποὺ ζήτησε τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος ἀναφέρει πὼς ὅταν κανεὶς παρασυρθεῖ ἀπὸ τὴ δική του ἐπιθυμία, πειράζεται καὶ ἡ ἐπιθυμία τοῦγεννὰ τὴν ἁμαρτία καὶ ἡ ἁμαρτία τὸ θάνατο, δηλαδὴ τὸν πνευματικὸ θάνατο. Ὅμως ὁ πνευματικὸς αὐτὸς θάνατος ξεπερνιέται μὲ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα ὄχι τῆς δικῆς του προσπάθειας, ἀλλὰτῆς βούλησης τοῦ Θεοῦ (Ἰακ. ἃ' 14-18).
Καὶ πάλι διαπιστώνουμε πὼς σ' αὐτὸ τὸ ἐδάφιο δὲν γίνεται λόγος γιὰ κάρμα καὶ μετενσάρκωση, ἀλλὰ γιὰ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας καὶ γιὰ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ "ἄνωθεν γέννηση", ἐννοώντας τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση, ποὺ συντελεῖται μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ μὲ τὴ ζωὴ στὴν Ἐκκλησία (Ἰω.γ' 3-5).Οἱ ἀποκρυφιστὲς τοῦ περιοδικοῦ "Παραψυχολογία" χρησιμοποιοῦν καὶ αὐτὸ τὸἐδάφιο γιὰ νὰ τονίσουν: «Νὰ μία λεκτικὴ καὶ σαφὴς δήλωση τῆς ἀναγκαιότητας γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ περνᾶ ἀπὸ ζωὴ σὲζωὴ μέχρι ποὺ νὰ φθάσει σὲ πνευματικὰ ἐπιτεύγματα» (Παραψυχολογία, Ἰούνιος 1980, σ. 92).
Ἐδῶ ὑπονοεῖται ἀσφαλῶς ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια, ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωή, μὲ σκοπὸ νὰ ὁδηγήσει ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του σὲπνευματικὰ ἐπιτεύγματα, συμπεραίνει τὸ ἴδιο περιοδικό. Ὅμως τὸ ἐδάφιο μιλάει γιὰ "ἄνωθεν γέννηση", γιὰ δῶρο τοῦΘεοῦ, ποὺ ἀποκλείει κάθε ἔννοια αὐτοσωτηρίας, στὴν ὁποία βασίζεται ἡ διδαχὴ τοῦ κάρμα καὶ τῆς μετενσάρκωσης.
Ἡ σωτηρία δὲν συντελεῖται μὲ τὶς προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἐπεκτείνονται "ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωή", ἀλλὰ μὲ τὴ θυσία τοῦΧριστοῦ, ποὺ εἶναι μία καὶ μοναδική· «μία γαρ προσφορὰ τετελείωκεν εἰς τὸ διηνεκές τους ἁγιαζομένους» (Ἑβρ. Γ 14). ὉΧριστὸς σώζει τοὺς πιστούς, δὲν σώζονται μόνοι τους. Δὲν ἔρχεται κάθε φορᾶ μὲ νέα ἐνσάρκωση νὰ τοὺς σώσει, ἀλλὰ ἦλθε καὶ πρόσφερε τὴ σωτηρία μὲ τὴν μία καὶ μοναδική Του θυσία. Καὶ ἐμεῖς ὅλοι ποὺ ἐνταχθήκαμε μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα στὸσῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ζοῦμε "ἐν Χριστῷ", προσβλέπουμε τώρα ὄχι σὲ ἄλλες μετενσαρκώσεις, ἀλλὰ στὴ δευτέρα παρουσία Του, ποὺ θὰ σημάνει γιὰ ὅλους μας τὴν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, τὴν ἀφθαρσία καὶ ἀθανασία. (Βλ. καὶ ὅσα ἐκτίθενται στὰβιβλία μας, "Αὐτογνωσία, αὐτοεξέλιξη, σωτηρία", Πρέβεζα 1991 καὶ Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Πίστη-Λατρεία-Ζωή", Πρέβεζα 1991).
Οἱ ἀποκρυφιστὲς μὲ τοὺς ὁποίους ἀσχολούμεθα δὲν δέχονται αὐτὴ τὴ διδαχὴ καὶ ἀπορρίπτουν τὴ δευτέρα Παρουσία τοῦΧριστοῦ.
Σύμφωνα μὲ τὴ δοξασία τοῦ Κέϋση, τὴν ὁποία ἀποδέχεται καὶ ὁ Γ. Βουλοῦκος, «τὸ Πνεῦμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦἐκδηλώθηκε πολλὲς φορὲς στὴ γῆ, πρὶν τὸν ἐρχομὸ τοῦ Ἰησοῦ. Μερικές φορὲς ἐκδηλώθηκε μέσω κάποιου σὰν τὸν Μελχισεδὲκ καὶ ἄλλες φορὲς ἐκδηλώθηκε σὰν πνευματικὴ ἐπιρροὴ μέσω κάποιου δασκάλου ποὺ διατηροῦσε τὴν λατρεία τοῦ ἑνὸς θεοῦ» (Βλ. Λάνγκλεϋ, σ. 124).
Κατὰ τὴν ἀντίληψη αὐτή, αὐτὸ ποὺ ὁ Χριστὸς ἦταν, μπορεῖ νὰ γίνει ὁ κάθε ἄνθρωπος· «Ὁ Χριστὸς ποὺ ἐκδηλώθηκε ὁἼδιος, μέσω τοῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ, συμπλήρωσε τὴν δική του ἀνάπτυξη στὴν γῆ· αὐτὸ δημιουργεῖ τὴν πεποίθηση στὴν διαβεβαίωσή Του πρὸς τοὺς μαθητές Του, ὅτι αὐτοὶ θὰ ἤσαν ἱκανοὶ νὰ κάνουν ὅλα ὅσα Αὐτὸς εἶχε κάνει. Αὐτὸ ἦταν προφανῶς ἀδύνατον, ἂν ἐπρόκειτο νὰ παραμείνουν τόσο ἀτελεῖς πνευματικά, ὅσο ἦταν ἐκεῖνο τὸ διάστημα. Προϋποτίθεταιὅτι θὰ ἐπέστρεφαν πολλὲς φορές προτου μπορέσουν νὰ φτάσουν στὸ στάδιο τῆς δικῆς Του διαφώτισης» (Λάνγκλεϋ, σ. 129).
Μ' αὐτὰ τὰ δεδομένα ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὅπως ἀναφέρει ἡ ἁγία Γραφὴ (Λούκ. β' 11. Πράξ. δ' 12. Ρώμ. Γ 8-13), ἀλλὰ ἦλθε μὲ μοναδικὸ σκοπὸ τὴ δική του προσωπικὴ "ἐξέλιξη" καὶ "σωτηρία". Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲνἔχει, σύμφωνα μ' αὐτὴ τὴν ἀντίληψη, ἐξιλεωτικὸ χαρακτήρα εἶναι μόνο ἕνα παράδειγμα, γιὰ νὰ δείξει στοὺς ὀπαδοὺς Τοῦ«ὄχι μόνον τὴν εὐκολία, μὲ τὴν ὁποία μποροῦν νὰ ἐγκαταλειφθοῦν οἱ γήϊνοι δεσμοὶ τῆς σάρκας, ἀλλὰ τὴν ὁλικὴἀσημαντότητα τοῦ σώματος ἀφ' ὅτου σταματήσει νὰ στεγάζει τὴν ψυχή... Ὁ Πρίγκηπας τῆς Εἰρήνης κατῆλθε στὴν γῆ μὲἀνθρώπινη μορφὴ γιὰ νὰ συμπληρώσει τὴν δική Του ἀνάπτυξη» (Λάνγκλεϋ, σ. 131).
Μ' αὐτὴ τὴ βάση ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν, ποὺ θὰ σημάνει τὴ δική τους σωματικὴἀνάσταση, τὴν εἴσοδο στὴν αἰώνια ζωὴ σὲ ἀφθαρσία καὶ ἀθανασία (Ἃ' Κόρ. ἴε' 13-58), ἀκυρώνεται. Ὁ Κέϋση, ἀναφερόμενος στὶς διάφορες "ἐκδηλώσεις", ὅπως ἰσχυρίζεται, τοῦ Χριστοῦ, καταλήγει: «Τί σχέση ἔχει αὐτὸ τὸ συμπέρασμα μὲ τὴ Δευτέρα Παρουσία; Λοιπόν, ἔχοντας ὑπόψη τὰ ὅσα ἀνεφέρθησαν, παύει νὰ ὑπάρχει Δευτέρα Παρουσία » (Λάνγκλεϋ, σ. 124). Ο Γ. Βουλοῦκος ὑποστηρίζει:
«...Ὁ Χριστός, μὲ τὴν ἐρώτηση «ποιὸς λένε ὅτι εἶμαι» (Μάτθ. ἰστ' 13-14), ἤθελε νὰ μάθει ποιὸς πίστευαν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶχε ὑπάρξει σὲ μία προηγούμενη ζωὴ καὶ ἡ ὑπόθεση ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὴν ἀπάντηση τῶν μαθητῶν, ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁἨλίας εἴτε ὁ Ἱερεμίας, «μία ἀπάντηση τὴν ὁποία οὔτε διέψευσε οὔτε ἐπιβεβαίωσε» (Παραψυχολογία , "Ἰούνιος 1980, σ. 91).
Ὁ ἰσχυρισμὸς αὐτὸς εἶναι ἐσφαλμένος. Γιατί ὁ Χριστὸς ὑπογραμμίζει ἐδῶ τὴ Θεανδρικὴ Τοῦ ὑπόσταση, ἀναφερόμενος στὴν πίστη ποὺ διακήρυξε ὁ Πέτρος: «Σὺ εἰ ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος», «Μακάριος εἰ, Σίμων Βαριωνά, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψε σοί, ἀλλ' ὁ Πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Ἡ ἀληθινὴ ταυτότητα τοῦ Χριστοῦἀποκαλύφθηκε στὸν Πέτρο ὄχι ἀπὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό! (Μάτθ. ἰστ' 16-18).
Τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔρχεται μὲ ἀλλεπάλληλες ἐνσαρκώσεις, ὑπογραμμίζει ἰδιαιτέρως ἡ πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή. «Καὶὅπως οἱ ἄνθρωποι μία φορὰ πεθαίνουν καὶ ὑστέρα ἔρχεται κρίσις, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός, ἀφοῦ μία φορὰ ἐθυσιάσθηκε διὰ νὰπάρη ἐπάνω του τὰς ἁμαρτίας τῶν πολλῶν, θὰ ἐμφανισθῆ διὰ δευτέραν φορᾶν χωρὶς ἁμαρτίας εἰς ἐκείνους ποὺ τὸνἀναμένουν διὰ τὴν σωτηρίαν τοὺς» (Ἔβρ. θ' 27-28). Ὁ Χριστός, λοιπὸν δὲν ἦλθε πολλὲς φορές, μὲ διαφορετικὰ σώματα καὶὀνόματα, ἀλλὰ μόνο μία καὶ ἀναμένεται νὰ ξαναέλθει κατὰ τὴ δευτέρα Του Παρουσία.
Ἑπομένως τὰ ἐδάφια αὐτά, στὰ ὁποῖα καταφεύγουν οἱ ἀποκρυφιστές, ποὺ ἰσχυρίζονται πὼς δῆθεν ἡ Καινὴ Διαθήκη διδάσκει τὸ κάρμα καὶ τὴ μετενσάρκωση, εἶναι ἐντελῶς ἄσχετα μ' αὐτὸ τὸ θέμα.
α) Ἡ σχέση Ἠλία - Ἰωάννη
Ἀλλὰ ὅσοι ἰσχυρίζονται πὼς ἡ μετενσάρκωση εἶναι χριστιανικὴ διδασκαλία, ἐπικαλοῦνται ἰδιαίτερα τὰ ἐδάφια ἀπὸ τὸεὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου, στὰ ὁποῖα ἀναφέρεται τὸ ὄνομα τοῦ προφήτη Ἠλία. Τὸ περιοδικὸ "Παραψυχολογία" στὸ ὁποῖοἀναφερόμαστε (σέλ. 91) γράφει:
«Γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸ βαπτιστὴ εἶπε, καὶ ἐὰν θέλετε νὰ το παραδεχθῆτε, αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ ἔλθη (Μάτθ.ἴα' 14), ὁ Ἠλίας ἤδη ἦλθε καὶ δὲν τὸν ἀναγνώρισαν ἀλλὰ τοῦ ἔκαναν ὅ,τι ἤθελαν" (Μάτθ. Ἰζ' 12 καὶ ἐπίσης Μάρκ. θ' 13). Τί πιθανὲς ἔννοιες μποροῦν καὶ οἱ δύο αὐτὲς ρήσεις νὰ ἔχουν παρὰ τὸ ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦταν μία μετενσάρκωση τοῦ προφήτηἨλία;».
Ἂν μελετήσουμε προσεκτικὰ τὸ Μάτθ. ἴα' 9-14, θὰ δοῦμε πὼς ὁ Ἰωάννης διακρίνεται ἀπὸ τὸν προφήτη Ἠλία, ἐνῶ κατὰἄλλο τρόπο ταυτίζεται μὲ αὐτόν.
«Οὗτος γὰρ ἔστι περὶ οὐ γέγραπται ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου. Ἀμὴν λέγω ὑμίν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικὼν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ... Καὶ εἰθέλετε δέξασθαι, αὐτὸς ἔστιν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω».
Μεταξὺ τῶν γεννηθέντων ἀπὸ γυναῖκες δὲν ἐμφανίσθηκε μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸ βαπτιστή. Οὔτε ὁ Ἠλίας, οὔτεἄλλος προφήτης! Ἂν θέλετε νὰ τὸ παραδεχθῆτε, αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας ποὺ ἔμελλε νὰ ἔλθει· «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω»·ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὰ αὐτιά, ἂς ἀκούσει καὶ ἂς ἀντιληφθεῖ τὸ νόημα αὐτῶν τῶν λόγων. Δὲν πρέπει λοιπὸν κανεὶς νὰπάρει τοὺς λόγους αὐτοὺς κατὰ γράμμα. Πρέπει νὰ τοὺς δώσει πνευματικὸ νόημα!
Ἔτσι ὁ Ἠλίας ταυτίζεται καὶ δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν Ἰωάννη· ἦλθε, ἀλλὰ καὶ μέλλει νὰ ἔλθει!
«Ἠλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα· λέγω δὲ ὑμὶν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ'ἐποίησαν ἐν αὐτῶ ὅσα ἠθέλησαν οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ' αὐτῶν. Τότε συνήκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς» (Μάτθ. Ἰζ' 11-13).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομός μας δίνει τὴν ὀρθὴ ἑρμηνεία τῶν ἐδαφίων αὐτῶν. Ὁ Χριστός, λέγει, εἶπε πὼς «αὐτὸς εἶναιὁ Ἠλίας ποὺ πρόκειται νὰ ἔλθει»!..Ὅμως τώρα λέγει πὼς ὁ Ἠλίας «ἦλθε». Καὶ πάλι λέγει πὼς ὅταν θὰ ἔλθει ὁ Ἠλίας θὰ τὰτακτοποιήσει ὅλα. Δὲν πρέπει νὰ νομίζουμε πὼς τὰ λόγια αὐτὰ ἀντιφάσκουν, λέγει ὁ Χρυσόστομος. Γιατί ὅταν λέγει πὼς θὰ ἔλθει ὁ Ἠλίας καὶ θὰ ἀποκαταστήσει τὰ πάντα ἐννοεῖ τὸν ἴδιο τὸν Ἠλία καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἰουδαίων, ποὺ πρόκειται νὰ γίνει τότε, κατὰ τὸν χρόνο πρὶν ἀπὸ τὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Όταν ὅμως λέγει πὼς «αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺπρόκειται νὰ ἔλθει», ὀνομάζει Ἠλία τὸν Ἰωάννη, λόγω τῆς ὁμοιότητας τοῦ ἔργου του μὲ τὸ ἔργο τοῦ Ἠλία.
Ὁ Χρυσόστομος φέρει σὰν παράδειγμα τοὺς προφῆτες, ποὺ κάθε βασιλέα ποὺ διέπρεψε, τὸν ὀνόμαζαν Δαυίδ, καὶ τοὺςἸουδαίους τοὺς ὀνόμαζαν ἄρχοντες τῶν Σοδόμων ἐξαιτίας τῆς συμπεριφορᾶς τῶν (Ἤσ. ἃ' 10). «Διότι ὅπως ἀκριβῶςἐκεῖνος θὰ εἶναι πρόδρομος τῆς δευτέρας παρουσίας, ἔτσι καὶ αὐτὸς ὑπῆρξε πρόδρομος τῆς πρώτης παρουσίας τοῦ» (Χρύσ, Εἰς Μάτθ, Λόγος ΝΖΊ, ΕΠΕ 11, σ. 287-289). Οἱ ἅγιες Γραφές, λέγει ὁ Χρυσόστομος, ὁμιλοῦν γιὰ δύο παρουσίες τοῦΧριστοῦ· καὶ γι' αὐτὴν ποὺ ἔγινε καὶ γὶ αὐτὴν ποὺ θὰ γίνει. Αλλά οἱ προφῆτες ὑπενθυμίζουν καὶ τὶς δύο. Τῆς μίας, δηλαδὴ τῆς δευτέρας, θὰ εἶναι πρόδρομος ὁ Ἠλίας (Μαλαχ. δ' 5), ἐνῶ τῆς πρώτης ἔγινε πρόδρομος ὁ Ἰωάννης, τὸν ὁποῖοὁ Χριστὸς ὀνόμασε Ἠλία· «ὄχι ἐπειδὴ ἦτο ὁ Ἠλίας, ἀλλ' ἐπειδὴ ἐπραγματοποίει τo ἔργο ἐκείνου. Όπως ἀκριβῶς δηλαδὴἐκεῖνος θὰ γίνει πρόδρομος τῆς δευτέρας παρουσίας, ἔτσι καὶ αὐτὸς ὑπῆρξε πρόδρομος τῆς πρώτης» (Χρύσ, Εἰς Μάτθ., Λόγος ΝΖ' 1. ΕΠΕ 11. σ. 283-285)
Στὴν ἴδια ὁμιλία ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὰ ἐδάφια Μάτθ. ἴα' 14 καὶ Μαλαχ. γ' 1. δ' 4-5 ὑπογραμμίζει πὼς ὁ Χριστὸς εἶπε τοὺς λόγους αὐτοὺς γιὰ νὰ δηλώσει ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦτο ὁ Ἠλίας καὶ ὁ Ἠλίας ἦτο ὁ Ἰωάννης ἐπειδὴ καὶ οἱ δύο εἶχαν τὴν ἴδια ἀποστολὴ καὶ ὅτι καὶ οἱ δύο ἔγιναν πρόδρομοί Του. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν εἶπε ἁπλῶς «αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας», ἀλλά, ἐὰν θέλετε νὰ τὸ παραδεχθῆτε, αὐτὸς εἶναι. Δηλαδή, ἂν ἐξετάσετε τὰ γεγονότα μὲ καλὴ διάθεση. Δὲν ἀρκέσθηκε σ' αὐτὰ , ἀλλὰγιὰ νὰ ἀποδείξει πὼς ἀπαιτεῖται σύνεση, ἀφοῦ εἶπε τὸ «αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας», πρόσθεσε: «Αὐτὸς ποὺ ἔχει πνευματικὰ αὐτιὰδιὰ ν' ἀκούη, ἂς τὰ ἀκούη αὐτὰ» (Χρύσ. , Εἰς Μάτθ., Λόγος ΛΖ' 3, ΕΠΕ 10, σ. 571-573).
Ἡ ἑρμηνεία αὐτὴ τῶν ἐδαφίων στὰ ὁποῖα ἀναφερθήκαμε, κατοχυρώνεται ἀπόλυτα καὶ μὲ τὸ Λούκ. ἃ' 17: «Καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἥλιου», δηλαδὴ θὰ ἦταν μέτοχός του χαρίσματος καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Ἠλία! Ἄλλωστε ὁ προφήτης Μαλαχίας προσθέτει καὶ τὴν πατρίδα ἐκείνου ποὺ ἀναμένεται νὰ ἔλθει πρὶν ἀπὸ τὴδευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καθὼς καὶ τὸ εἰδικὸ ἔργο ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσει. Γράφει:
Και ἰδοὺ ἔγω ἀποστελῶ ὑμὶν Ἤλιαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἡ ἔλθεϊν τὴν ἥμεραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ, ὃςἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἷον καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, μὴ ἔλθων πατάξω τὴν γῆνἄρδην» (Μαλαχ. δ' 4-5).
Ὁ Ἰωάννης δὲν εἶναι βέβαια Θεσβίτης. οὔτε θὰ εἶναι πρόδρομος τῆς φοβερῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὴνὁποία ὁ Κύριος μέλλει νὰ «πατάξη τὴν γῆν ἄρδην». Κατὰ τὴν πρώτη ἔλευση τοῦ Κυρίου, τῆς ὅποιας πρόδρομος ἦταν ὁ"Ἰωάννης, δὲν συνέβη κάτι τέτοιο. Ο Χριστός δὲν ἦλθε νὰ κρίνει τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο (Ἰω. Ἰβ' 47). Ακόμηἡ ἀποστολὴ τοῦ Θεσβίτη θὰ εἶναι νὰ πείσει τοὺς Ἰουδαίους νὰ πιστεύσουν στὸ Χριστό, ὥστε νὰ μὴ ἐξολοθρευθοῦν ὅλοιὅταν θὰ ἔλθει ὁ Κύριος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπογραμμίζεται πὼς θὰ τὰ ἀποκαταστήσει ὅλα (Μάτθ. Ἰζ' 11), δηλαδή, θὰ ἐπαναφέρει στὴν ὀρθὴ πίστη τοὺς Ἰουδαίους ποὺ θὰ ζοῦν τότε (πρβλ. Ρώμ. ἴα' 25-26).
Ὁ Ἠλίας δὲν πέθανε, ἀνελήφθη (Δ' Βασιλ. β' 11)· δὲν μπορεῖ λοιπὸν νὰ μετενσαρκωθεῖ, ἀφοῦ δὲν ἐγκατέλειψε τὴν σάρκα του. Γιατί πῶς θὰ μποροῦσε νὰ βρίσκεται ταυτόχρονα σὲ δυὸ διαφορετικὰ σώματα; Πρέπει κι αὐτὸς νὰ πεθάνει μὲ φυσικὸθάνατο, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (Ψάλμ. πῆ' 49). Πρέπει λοιπὸν νὰ ἔλθει καὶ πάλι. Τοῦτο θὰ γίνει πρὶν ἀπὸ τὴ δευτέρα παρουσία, κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀντίχριστου, θὰ κηρύξει στοὺς Ἰουδαίους καὶ ὅταν ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολή του θὰθανατωθεῖ· ὅμως θὰ ἀναστηθεῖ (Ἄποκ. ἴα' 7-14. ἴε' 42-56).
Ὁ Ἠλίας ἐμφανίζεται πάνω στὸ ὅρος τῆς Μεταμορφώσεως μαζὶ μὲ τὸν Μωϋσῆ, ὑστέρα ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Ἰωάννη. Ἂν τὰσυμπεράσματα τῶν ὀπαδῶν τῆς μετενσάρκωσης ἤσαν ὀρθά, τότε ἡ ἁγία Γραφὴ ἔπρεπε νὰ τὸν ἀναφέρει μὲ τὸ ὄνομα "Ἰωάννης"· καὶ οἱ μαθητὲς ἔπρεπε νὰ ἔβλεπαν τὸν "Ἰωάννη", ὄχι τὸν Ἠλία!.
Τὰ ἐδάφια λοιπὸν ποὺ ἀναφέρονται στὴ σχέση ἀνάμεσα στὸν Ἠλία καὶ στὸν Ἰωάννη τὸν πρόδρομο δὲν δικαιώνουν τὶςἀπόψεις τῶν ἀποκρυφιστῶν, πὼς τάχα ἡ Καινὴ Διαθήκη κηρύττει τὸ κάρμα καὶ τὴ μετενσάρκωση. Ὁ ἀναμενόμενος Ἠλίας δὲν ἦταν ὁ Ἰωάννης ὁ πρόδρομος. Ὁ ἴδιος τὸ ἀρνήθηκε αὐτὸ ὅταν ρωτήθηκε ἂν εἶναι ὁ Ἠλίας: «Καὶ ἤρωτησαν αὐτὸν τί οὔν; Ἠλίας εἰ σύ; καὶ λέγει: οὐκ εἰμὶ»(Ἴω. ἃ' 21).
β) Ἡ περίπτωση τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ
Οἱ ἀποκρυφιστὲς στοὺς ὁποίους ἀναφερόμαστε ἐπικαλοῦνται καὶ τὴν περίπτωση τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ (Ἰω. θ' 1-7):
«Στὴν περίπτωση τοῦ τυφλοῦ ἐκ γενετῆς ἄνδρα ἡ ἐρώτηση τῶν μαθητῶν τοῦ "Ραββί, ποιὸς ἁμάρτησε, αὐτὸς ἢ οἱ γονεῖς τοῦ διὰ νὰ γεννηθῆ τυφλός;" δείχνει καθαρὰ τὴν πίστη τους στὴ μετενσάρκωση. Ἐπιθυμοῦσαν νὰ μάθουν ἂν ἦταν κάρμα τῶν γονέων τοῦ ἄνδρα νὰ ἔχουν ἕνα τυφλὸ γιό, ἡ μήπως ὁ ἄνδρας προσβλήθηκε ἀπὸ τύφλωση γιὰ νὰ διευθετηθεῖ κάποιο λάθος ποὺ εἶχε διαπραχθεῖ σὲ μία προηγούμενη ζωή. Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέχθηκε αὐτὴ τὴν ἐρώτηση σὰν μίαἀπόλυτα φυσιολογικὴ καὶ δίχως ἐπιτίμηση» (Παραψυχολογία "Ἰούνιος 1980, σ. 92).
Ἐδῶ πρέπει νὰ ποῦμε πὼς ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, μὲ τὴν ἀπάντησή του ἀπέκλεισε τὴν περίπτωση ποὺ προβάλλεται στὸἀποκρυφιστικὸ περιοδικό: «Οὔτε οὗτος ἤμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ' ἴνα φανερωθῆ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῶ» (Ἰω. θ' 3).
Ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται ἐδῶ στὸ ἀποτέλεσμα καὶ ὄχι στὴν αἰτία. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ πολλὲς ἄλλες φορές. Ἔτσι ἀναφέρει, «εἰς κρίμα ἐγὼ ἦλθον εἰς τὸν κόσμον τοῦτον, ἴνα οἱ μὴ βλέποντες βλέψωσι, καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται» (Ἰω. θ' 39).Ἐδῶ δὲν δηλώνει τὸ σκοπὸ τῆς ἔλευσής του, ἀλλὰ τὸ ἀποτέλεσμα. Γιατί ὅταν μιλάει γιὰ τὸ σκοπό, ὑπογραμμίζει πὼς δὲνἦλθε νὰ κρίνει, ἀλλὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο (Ἰω. γ' 17). Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τοῦ τυφλοῦ· ὑπογραμμίζει τὸ ἀποτέλεσμα τῆς τύφλωσής του· «ἴνα φανερωθῆ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῶ».
Μὲ ποιὸν τρόπο θὰ ἐφανερώνοντο τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ; Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει πὼς οἱ Ἑβραῖοι ἄκουαν πὼς ὁΘεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ ἔλαβε χῶμα ἀπὸ τὴ γῆ. Καὶ ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ ἴδιο: Γιὰ νὰ ἀναπλάσει τὰ μάτια τοῦτυφλοῦ ἔλαβε χῶμα. Ἔτσι δείχνει ἔμπρακτα πὼς αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὸ νὰ πλάσει μάτι καὶνὰ τοῦ δώσει τὴν ἐνέργεια τοῦ φωτός, ἐφανέρωσε τὴν κρυφή του δόξα· Αὐτὸς εἶναι ὁ Δημιουργὸς καὶ ἀναδημιουργὸς τῶν πάντων, δὶ Αὐτοῦ ἐδημιουργήθησαν καὶ δὶ αὐτοῦ ἀναδημιουργοῦνται τὰ πάντα!
Οἱ μαθητές, λέγει ὁ Χρυσόστομος, δὲν εἶπαν αὐτὸ ποὺ εἶπαν ὑπὸ μορφὴ ἐρώτησης, ἀλλ' ἀπορίας. Γιατί στὴν περίπτωση τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ βρεῖ τὴν αἰτία τῆς τύφλωσης σὲ ἁμαρτία. Ὁ ἴδιος δὲν πρόλαβε νὰἁμαρτήσει, γιατί γεννήθηκε τυφλός, ἐνῶ αἰτία τῆς τύφλωσης δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἁμαρτία τῶν γονέων του, ἀφοῦ τὸ παιδὶδὲν τιμωρεῖται γιὰ τὶς ἀδικίες τῶν γονέων του. Ἔτσι τὸ νόημα τῶν λόγων τῶν μαθητῶν ἦταν: Τί ἔκαμε αὐτὸς καὶγεννήθηκε τυφλός; Γιατί συνέβη αὐτό; (Χρύσ., εἰς Ἰω, Λόγος ΝΣΓ 1, ΕΠΕ 14. σ. 27).
γ) «Ό, τί σπείρεις θὰ θερίσεις»
Οἱ ὑπέρμαχοι τῆς μετενσάρκωσης ἀναφέρονται ἰδιαίτερα στὸν ἀπόστολο Παῦλο. Τὸ περιοδικὸ "Παραψυχολογία" σημειώνει:
«Ὁ ἅγιος Παῦλος πίστευε σαφῶς στὴ Μετενσάρκωση. Ἔχει ἤδη παρατεθεῖ ἡ ρήση ποὺ εἶναι ἡ ἐπιτομὴ τοῦ Νόμου τοῦΚάρμα: "Μὴν πλανάσθε, ὁ θεὸς δὲν ἐμπαίζεται· ἐκεῖνο ποὺ θὰ σπείρει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ καὶ θὰ θερίσει", ἀλλὰ οἱ στίχοι ποὺἀκολουθοῦν (Γάλ. στ' 8-9) πηγαίνουν μακρύτερα: "Ἐκεῖνος ποὺ θὰ σπείρη εἰς τὴν σάρκα του, θὰ θερίση ἀπὸ τὴν σάρκαν διαφθοράν. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ σπείρη εἰς τὸ Πνεῦμα, θὰ θερίση ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ζωὴν αἰώνιον. Ἂς μὴν ἀποθαρρυνόμεθα εἰς τὸ νὰ κάνωμε τὸ καλὸν , διότι εἰς τὸν κατάλληλον χρόνον θὰ θερίσωμεν, ἐὰν δὲν ἀποκάμωμεν"» (Παραψυχολογία,Ἰούνιος 1980, σ. 93).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑπογραμμίζει στὸ ἕκτο κεφάλαιό της πρὸς Γαλατὰς ἐπιστολῆς πὼς οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰδιορθώνουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ ὁ καθένας νὰ βαστάζει τὰ βάρη τοῦ ἄλλου. Κι ἂν κανεὶς νομίζει πὼς εἶναι κάτι, ἐνῶ δὲν εἶναι τίποτα, ἐξαπατᾶ τὸν ἑαυτό του. Πρέπει ὁ καθένας νὰ ἐξετάζει τὸ ἔργο του καὶ τότε ὁ λόγος τῆς καύχησής του θὰεἶναι στὸν ἑαυτὸ τοῦ μόνο καὶ ὄχι σὲ σχέση μὲ τὸν ἄλλο· γιατί ὁ καθένας θὰ ἐξετάζει τὸ δικό του φορτίο. Ὅποιος κατηχεῖται στὸ λόγο, ἂς κάνει τὸν κατηχητὴ τοῦ μέτοχο σ' ὅλα τὰ ἀγαθά του. Ὅπως ὁ κατηχητὴς τοῦ προσφέρει τὰπνευματικά, ἔτσι κι αὐτὸς νὰ προσφέρει στὸν κατηχητὴ τοῦ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά.
Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν τοποθέτηση ὁ Παῦλος συνεχίζει: «Μὴ πλανάσθε, θεὸς οὐ μυκτηρίζεται· ὁ γὰρ ἐὰν σπείρηἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει· ὅτι ὁ σπείρων εἰς τὴν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθοράν, ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸπνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον».
Μὲ ἄλλα λόγια, αὐτὸς ποὺ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸ σαρκικό του φρόνημα, σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, ὅποιος ρυθμίζει τὴ ζωή του μὲ αὐτὴ τὴ βάση, θὰ θερίσει αἰώνια κόλαση. Ὅποιος ὅμως ἔχει ἔργα ποὺ εἶναι καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτὸς θὰ θερίσει αἰώνια ζωή.
Ἐδῶ δὲν ἀναφέρεται σὲ ἀλλεπάλληλες γεννήσεις καὶ θανάτους, ἀλλὰ στὴ μέλλουσα κρίση. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια (Γάλ. στ' 10) ἀναφέρει: «Τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακῶμεν καιρῶ γὰρ ἰδίω θερίσομεν μὴ ἐκλυόμενοι. Ἄρα οὒν ὡς καιρὸνἔχομεν, ἐργαζώμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας, μάλιστα δὲ πρὸς τοὺς οἰκείους της πίστεως». Ἂς μὴ ἀποκάμουμεἐργαζόμενοι τὸ καλό, λέγει, γιατί στὸν ὁρισμένο καιρὸ θὰ θερίσουμε τοὺς καρποὺς τῶν κόπων μας· ἂν δὲν ἀποκάμουμε.Ὄχι σὲ μία νέα γέννηση, ἀλλὰ στὴ μέλλουσα κρίση· τότε θὰ θερίσουμε τοὺς καρποὺς τῶν κόπων μας. Αὐτὴ ἡ κρίση θὰεἶναι μία καὶ μοναδική, θὰ πραγματοποιηθεῖ "ἅπαξ", ὄχι πολλὲς φορὲς (Ἑβρ. θ' 27).
Τὸ ἀποκρυφιστικὸ περιοδικὸ παραπέμπει ἀκόμη καὶ στὸ Β' Κόρ. θ' 6-7. Γράφει: «"Ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει μὲ οἰκονομίαν, θὰθερίση καὶ μὲ οἰκονομίαν, καὶ ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει μὲ ἀφθονίαν, θὰ θερίση καὶ μὲ ἀφθονίαν. Ὁ καθένας ἂς δίνη ὅ, τί τοῦλέει ἡ καρδιά του, ὄχι μὲ λύπην ἢ ἀναγκαστικά". "Ἐδῶ βρίσκεται ἡ διδασκαλία τοῦ Νόμου, καὶ τὸ συμπέρασμα τῆς πρώτης ρήσης εἶναι ἐξ ἴσου σωστό: Ό, τί θέρισε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ καὶ εἶχε σπείρει» (Παραψυχολογία, Ἰούνιος 1980, σ. 93).
Ἐδῶ ὁ ἀπόστολος μιλάει γιὰ τὴ διακονία του στοὺς ἁγίους, δηλαδὴ γιὰ τὴ συνεισφορὰ τῶν ἐξ ἐθνῶν χριστιανῶν ὑπὲρ τῶνἀδελφῶν τῶν στὴν Ἱερουσαλὴμ ποὺ ὑπέφεραν. Παρακινεῖ τοὺς χριστιανοὺς νὰ προσφέρουν γενναιόδωρα, ὅπως ἔκαναν καὶ οἱ χριστιανοὶ τῆς Μακεδονίας. Δὲν παραλείπει νὰ παινέψει καὶ τὸ ζῆλο τῶν χριστιανῶν τῆς Ἀχαΐας καὶ καταλήγειὑπογραμμίζοντας τὸν ὀρθὸ τρόπο τῆς συνεισφορᾶς. Νὰ ἔχετε ὑπόψη σας, λέγει, πὼς «ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει. Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός...».
Στὴ συνέχεια προσθέτει πὼς ὁ Θεὸς θὰ χαρίσει πλούσια ἀγαθὰ σὲ ὅποιον τὰ σκορπίζει χάρη τῶν ἀδελφῶν, ὥστε «πλουτιζόμενοι μὲ κάθε τρόπον θὰ μπορεῖτε νὰ ἀσκῆτε κάθε εἴδους γενναιοδωρία, ἡ ὁποία διὰ μέσου ἠμῶν παράγει εὐχαριστία εἰς τὸν Θεὸ» (Β' Κόρ. θ' 6-11).
Τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη δὲν κάνει λόγο γιὰ τὸ κάρμα καὶ τὴ μετενσάρκωση· οὔτε ὁ Χριστός, οὔτε οἱἀπόστολοι πίστευαν στὶς δοξασίες αὐτές.
Π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δρ. θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας
ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου