Ίσως ακούγεται παράξενα από το νέο της εποχής μας ο λόγος αυτός του Δαβίδ. Γιατί και αυτός είναι γεμάτος δίψα και πείνα αλλά για όλα τα άλλα πλην του Θεού, όπως νομίζει. Στο νου του έρχονται αμέσως τ’ αντικείμενα της δίψας του: Γνώση, ανάδειξη, χαρά, ελευθερία, αγάπη, ηδονή, ομορφιά, δόξα κι ίσως πιο πολύ το χρήμα, το ισχυρό αυτό μέσο για ν’ αποκτήσει και τ’ άλλα.
Διψάει και ρίχνεται με πάθος στον αγώνα για την κατάκτησή τους. Οι δρόμοι όλοι ανοιχτοί προς όλα όσα ποτέ. Κι εν τούτοις ποτέ δεν ήταν οι νέοι τόσο άδειοι και πάντα διψασμένοι όσο σήμερα. Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι στου Σεφέρη στο ποίημά του «Άδειες ψυχές».
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια δεν έχουμε πηγές
μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές
που ηχούν
και που τις προσκυνάμε
Παρόμοιοι κι οι πιο κάτω στίχοι του Eliot στο ποίημά του «Έρημη χώρα» που παρουσιάζει το σύγχρονο άνθρωπο πεινασμένο, διψασμένο, σε αγωνία θανάτου.
Δεν έχει εδώ νερό
παρά μονάχα βράχια
βράχια χωρίς νερό
…………………………….
Μέσα στα βράχια
πώς να σταθούμε;
Πώς να στοχαστούμε;
Ξερός ο ιδρώς
και τα πόδια μεσ’ την άμμο.
Μήπως δεν είναι έτσι; Τότε γιατί, αφού τόσο νωρίς τα γεύονται όλα οι σύγχρονοι νέοι, στρέφονται τόσο γρήγορα σε κάθε μορφή φυγής; Στο αλκοόλ, σ’ ατέλειωτα και άσκοπα ταξίδια, στους τεχνητούς παραδείσους των ναρκωτικών με τις ολέθριες συνέπειες για τη ζωή τους, στην αναρχία, στην αυτοκτονία; «Το εσωτερικό κενό», γράφει σύγχρονος νέος, «αυτήν την άβυσσο της ψυχής μας, ζητάμε να τη γεμίσουμε με μύθους, είδωλα, κραιπάλη». Κι ο καθηγητής Καλλιάφας γράφει: «όταν ο νέος διαπιστώσει ότι δεν ικανοποιείται από τις απολαύσεις της ζωής, όταν αδειάζει και το κενό γίνεται μέσα του πελώριο, τότε γεννάται στην ψυχή του η αδιαφορία για τη ζωή».
Το φαινόμενο δεν λέει κάτι; Δεν είναι ενδεικτικό ότι κάτι λείπει από την ψυχή; Ότι διψάει όχι μόνον για όσα νομίζουμε, αλλά και για κάτι άλλο πιο μόνιμο και πιο αληθινό;
Ο Δαβίδ είχε δοκιμάσει όλες τις ανθρώπινες ικανοποιήσεις. Και στέμμα και πλούτη ανακτορικά και ηδονές και κατακτήσεις. Τίποτε όμως απ’ αυτά δεν τον γέμιζε. Η ψυχή του διψούσε με τόση δίψα τον Θεό, ώστε σε πολλούς στίχους των ψαλμών του να την εκφράζει, όπως και στον στίχο του 62ου ψαλμού λέει το «εδίψησέ σε η ψυχή μου».
Και διψούσε τον Θεό με πόθο σφοδρό γιατί η θεόπλαστη ύπαρξή μας έχει έμφυτη την ανάγκη του Θεού. Η ανάγκη αυτή σε πολλούς είναι κάπως αόριστη και ασυνείδητη, εκδηλώνεται όμως σαν ορμή του πεπερασμένου προς το άπειρο, του ατελούς προς το τέλειο, του σχετικού προ το απόλυτο και αιώνιο κάλλος.
Αυτή την ανάγκη της ψυχής είχε εκφράσει στους προχριστιανικούς χρόνους ο Πλάτων στο Συμπόσιο και ο Σολομώντας στο Άσμα Ασμάτων. Αυτή εκφράζει στα έργα του ο ιερός Αυγουστίνος, όταν λέει «ἡ ἀνθρωπίνη καρδία εὐστροφωτέρα οὔσα εὐστροφίας ἁπάσης, ἀφ’ ἑτέρου εἰς ἕτερον ἀεί μεταβαίνει, ἀνάπαυσιν ἐπιζητούσα, ἔνθα οὔκ ἐστιν ἐν μηδενί ἐτἐρῳ εἰμή τῷ ἀκροτάτῳ ἀγαθῷ πέφυκε ἐξαρκεῖσθαι».
Τη δίψα της ψυχής για το Θεό εκφράζουν διά πολλών οι Πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας στα συγγράμματά τους. Αυτή η δίψα μετουσιωνόταν σ’ αυτούς σε θερμό έρωτα και λατρεία ακατάπαυστη. «Και καμιά απόδειξη να μην είχαμε περί Θεού», λέει μεγάλος μουσουργός, «θα έμενε πάντα μια απόδειξη απόλυτα ανίκητη… η δίψα που έχουμε γι’ Αυτόν και η ορμή της ψυχής μας προς την αγάπη Του».
Γι’ αυτό και ο γνωστός Ιταλός συγγραφέας Παπίνι γράφει: «Ο πεινασμένος φαντάζεται ότι του λείπει το ψωμί, ενώ η πείνα του είναι για Σε. Ο διψασμένος ζητά νερό, ενώ διψά Εσένα».
Η καταφυγή τόσων νέων σήμερα, σε παγκόσμια κλίμακα, στις Ανατολικές θρησκείες, στον αποκρυφισμό και σε ύποπτες και επικίνδυνες «κινήσεις», σαν κίνητρο έχει την απογοήτευση που αισθάνονταν οι νέοι από την απάτη και ματαιότητα των ανθρώπινων προσφορών και την ανάγκη κάποιας προσεγγίσεως του Θεού. Κίνητρο γνήσιο, αλλά οι προσπελάσεις πλάνες και συχνά ανήθικες. Μακριά από την Αλήθεια για τον Θεό και την προσέγγιση του.
Η δίψα του Θεού ικανοποιείται μόνον, όταν ο νέος γνωρίσει πρώτα τον Αληθινό Θεό, όπως ακριβώς μάς τον αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός. Με την χριστιανική πίστη και γνώση η ψυχή βρίσκει το δρόμο για την συνάντησή της με τον Θεό. Η ανάσταση, η προσευχή, η αληθινή ορθόδοξη λατρεία, τα Μυστήρια της Θείας Χάρης της Εκκλησίας μας, προσεγγίζουν την ψυχή προς τον Ιησού Χριστό. Αυτός της προσφέρει το «ύδωρ το ζων» (Ιωαν. 4, 11) όπως είπε στη Σαμαρείτιδα, που ξεδιψάει την ψυχή και τη γεμίζει βαθειά πληρότητα και ευφροσύνη.
«Η λέξη ευτυχία, έγραφε σύγχρονος νέος, είναι ανεπαρκής για να εκφράσει αυτό, που αισθάνεται η ψυχή όταν ζητεί και αντλεί από τον Θεό το εσωτερικό της περιεχόμενο».
Αυτό το περιεχόμενο εκφράζει ο ποιητής Βερίτης σε ποίημά του όταν λέει: «όλα κοντά Σου εμείς τα βρήκαμε γνώση, ομορφιά, και φως και πλούτη».
Οι ψυχές μας σήμερα ζουν και κινούνται «ἐν γῇ ἑρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ» και δεν υπάρχει άλλη λύτρωση από την καταφυγή μας σε Κείνον ο οποίος είπε: «ἐάν τις διψᾶ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ιωαν. 7, 37).
Από το περιοδικό “Η Δράση μας”
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου