Ήθελα να πω περισσότερα, και να σας αναφέρω και άλλους λόγους για τους οποίους ήταν στείρα η Ρεβέκκα και η Ραχήλ, αλλά ο χρόνος δε μας επιτρέπει και με βιάζει να γυρίσω το λόγο πίσω και να σας μιλήσω για την δύναμι της προσευχής. Γι’ αυτό άλλωστε ανέφερα όλα αυτά, για να μάθετε ότι τη στείρωσι της γυναίκας την έλυσε η προσευχή του Ισαάκ και μάλιστα προσευχή πολυχρόνια. «Προσευχόταν» , λέγει, «Ο Ισαάκ για τη Ρεβέκκα τη γυναίκα του και η προσευχή του εισακούστηκε από τον Θεό» ( Γεν. 25, 21 ) . Και μη νομίσης ότι παρεκάλεσε τον Θεό και εισακούσθηκε αμέσως, αλλά αφιέρωσε πολύ χρόνο παρακαλώντας το Θεό.
Και αν θέλετε να μάθετε πόσο χρόνο, εγώ θα σας πω με ακρίβεια. Είκοσι χρόνια κατανάλωσε παρακαλώντας τον Θεό. Από πού γίνεται αυτό φανερό; Από τη συνέχεια της διηγήσεως . Θέλοντας η Γραφή να φανερώση την πίστι και την υπομονή και την ενάρετη ζωή εκείνου, δεν απέκρυψε ούτε το χρόνο , αλλά μας τον φανέρωσε κι αυτόν κάπως σκοτεινά για να διεγείρη την ραθυμία μας, αλλά όμως δεν μας τον άφησε άγνωστο. ‘Άκουσε λοιπόν πώς έμμεσα μας φανέρωσε χρονικό διάστημα της προσευχής˙ « Ο Ισαάκ ήταν σαράντα ετών», λέγει, «όταν νυμφεύθηκε τη Ρεβέκκα , την θυγατέρα του Βαθουήλ του Σύρου» ( Γεν. 25,21 ) . Έμαθες πόσων ετών ήταν όταν νυμφεύθηκε. Λέγει η Γραφή ότι ήταν σαράντα ετών όταν πήρε τη Ρεβέκκα. Και αφού μάθαμε πόσων χρονών ήταν όταν νυμφεύθηκε, ας μάθουμε και πότε έγινε πατέρας και πόσων ετών ήταν τότε όταν γέννησε τον Ιακώβ και θα μπορέσουμε να δούμε πόσο χρόνο έμεινε στείρα η γυναίκα και ότι αυτό το διάστημα ολόκληρο παρακαλούσε το Θεό.
Πόσων ετών λοιπόν ήταν όταν γέννησε τον Ιακώβ; «Εξήλθε», λέγει «ο Ιακώβ κρατώντας με το δεξί του χέρι τη φτέρνα του αδελφού του˙ γι’ αυτό τον ωνόμασε Ιακώβ, και εκείνον Ησαύ. Ο Ισαάκ ήταν εξήντα ετών όταν τους γέννησε « ( Γεν. 25,25 ). Αν λοιπόν όταν νυμφεύθηκε τη Ρεβέκκα ήταν σαράντα ετών και όταν γέννησε τα παιδιά ήταν εξήντα , είναι φανερό ότι για είκοσι χρόνια έμεινε στείρα η γυναίκα του και όλο αυτό το διάστημα ο Ισαάκ παρακαλούσε το Θεό.
Έπειτα δεν ντρεπόμαστε και δεν κρυβόμαστε, όταν βλέπουμε τον δίκαιο να επιμένη είκοσι χρόνια και να μην απομακρύνεται και εμείς με την πρώτη παράκλησι ή το πολύ με την δεύτερη να εξαντλούμαστε και να δυσανασχετούμε; Μολονότι αυτός είχε πολλή παρρησία προς το Θεό, εντούτοις δε δυσανασχετούσε για την αναβολή της εκπληρώσεως του σκοπού του, αλλά επέμενε καρτερικά. Εμείς όμως μολονότι είμαστε γεμάτοι από αναρίθμητες αμαρτίες και έχουμε πονηρή συνείδησι και δεν δείχνουμε ούτε την παραμικρή συμπάθεια προς τον Κύριο, αν δεν εισακουσθούμε, πριν ακόμη μιλήσουμε, στενοχωρούμαστε, απελπιζόμαστε, απομακρυνόμαστε από την προσευχή˙ γι’ αυτό και φεύγουμε πάντοτε χωρίς καμιά ωφέλεια. Ποιός παρεκάλεσε τον Θεό για είκοσι ολόκληρα χρόνια για ένα πράγμα όπως αυτός ο δίκαιος ; Μάλλον όχι είκοσι χρόνια, αλλά μόνο είκοσι μήνες;
Χθες λοιπόν, σας έλεγα ότι είναι πολλοί αυτοί που προσεύχονται με χασμουρητά και νωθρότητα και τεντώνονται και γυρίζουν από εδώ και από εκεί συνέχεια και προσεύχονται με μεγάλη αδιαφορία. Σήμερα όμως παρετήρησα ότι την ώρα των προσευχών γίνεται και μία άλλη κατάχρησι πιο καταστρεπτική από εκείνη. Διότι πολλοί πέφτοντας κάτω μπρούμυτα και κτυπώντας το μέτωπο στη γη και χύνοντας πικρά δάκρυα και σηκώνοντας τα χέρια και δείχνοντας μεγάλη προθυμία , χρησιμοποιούν αυτό το ζήλο και τη προθυμία εναντίον της ιδικής των σωτηρίας. Διότι δεν παρακαλούν το Θεό για τα δικά τους αμαρτήματα, ούτε ζητούν συγχώρεσι για τα δικά τους πλημμελήματα, αλλά όλο τους αυτό το ζήλο τον στρέφουν εναντίον των εχθρών˙ και κάνουν το ίδιο σαν κάποιος ν’ ακονίση το ξίφος και να μη χρησιμοποιήση το όπλο εναντίον των εχθρών , αλλά να το βυθίση στο λαιμό του. Έτσι και αυτοί˙ δεν προσεύχονται για τη συγχώρεσι των δικών τους αμαρτιών, αλλά για την τιμωρία των εχθρών, το οποίο σημαίνει ότι ωθούν το ξίφος εναντίον του εαυτού τους.
Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου