Από ιδίαν πείραν ο παππούς μας έλεγεν: « Όταν την ημέραν έχεις προθυμίαν εις την υπακοήν και συγχρόνως τα χείλη ψιθυρίζουν συνέχεια την ευχήν, μέσα σου αισθάνεσαι μιαν ανάπαυσιν και χαράν, ώστε τον κόπον της ημέρας δεν υπολογίζεις για τίποτε. Ιδιαιτέρως όμως την νύχτα, με όλην αυτή την προθέρμανσιν της ημέρας, η αγρυπνία βγαίνει τόσο άνετα, ώστε όχι να σε κουράζη, αλλά νομίζεις ότι είναι πανηγύρι.
Συμβαίνει όμως πολλές φορές, όταν δώσουμε δικαίωμα την ημέρα με κάποιαν παρακοήν, αργολογίαν, αντιλογίαν, κάποιον λογισμόν υπερηφανίας, φθόνου κατακρίσεως κλπ. και η αδιάλειπτος ευχή να κοπή από τα χείλη, αλλά και η αγρυπνία της νύχτας ν’ αποβή κόπος και πόνος. Αλλά κάποτε και χωρίς να δώσουμε δικαίωμα μας συμβαίνει κάτι παρόμοιο.
Με μιαν αυστηρή αυτεξέτασιν, βρίσκουμε τα οποιαδήποτε σφάλματά μας και αφού τα εξομολογηθούμε με μετάνοιαν και ταπείνωσιν, αμέσως επανεύρουμε την σειρά μας. Αν πάλι δεν δώσαμε δικαίωμα, αναγκαζόμαστε να εννοήσουμε να εννοήσουμε. Ότι και αυτή η κοπιαστική αγρυπνία δεν είναι κάτι δικό, αλλά ένα δώρο του Θεού και συνεπώς όποτε θέλει μας το στερεί. Μ΄αυτό το μάθημα αναγκαζόμαστε να ζούμε με παντοτινόν φόβον Θεού.
***
… Ως προς τα συνηθισμένα όνειρα ο παππούς (Αρσένιος) έβλεπε πολύ συχνά το Γέροντα (Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής) και το εξηγούσε ως κάτι πολύ φυσικό. «Μια ζωή ζήσαμε αχώριστοι. Τα όνειρα είναι αποθήκη. Ότι έβαλες βγάζεις. Αν είσαι κλέφτης, και στον ύπνο θα κλέβης. Αν είσαι πόρνος, φιλάργυρος κλπ., αυτά θα βλέπης. Αν είσαι βιαστής (στην προσευχή), ακόμα και στον ύπνο προσεύχεσαι. Μάλιστα αυτή η προσευχή δίνει πολλής δύναμιν και γλυκύτητα την ημέρα»ν.
Έλεγε ακόμα: Προσέχετε από το δικαίωμα. Ο πειρασμός το εκμεταλλεύεται και προ πάντων στον ύπνον».
Έτσι λοιπόν ο παππούς, παρ’ όλην την απλότητά του, με την χάριν όμως και την πολυετή εμπειρίαν του, ξεχώριζε τι ήταν εκ Θεού, τι ήταν φυσιολογικό, αλλά και τι ήταν εκ δαιμόνων.
***
Σ’ εμάς ο παππούς έλεγε: Όσο έχετε πόδια σταθείτε στην προσευχήν, αν θέλετε να δήτε καρπόν». Και είχε δίκαιον ο παππούς, διότι εγεύθη εκ πείρας τους γλυκυτάτους καρπούς του Αγίου Πνεύματος μέσα από τους μεγάλους κόπους των αγρυπνιών.
Μας έλεγε σε ηλικίαν ενενήντα περίπου χρόνων: «Ξεκινώ για λίγο όρθιος την προσευχή. Με προλαβαίνει η Θ. Χάρις. Ξεχνιέμαι και όταν αρχίσω να αισθάνομαι κόπον, κοιτάζω, πέρασαν τρεις ώρες». Η γλυκύτης, η χαρά και η ειρήνη της ψυχής εδυνάμωναν και το αδύνατο σώμα του παππού.
Ο παππούς σε συνομιλία του με τον Γέροντα Παΐσιο εν απλότητι εκφράζει μιάν απορίαν:
«Όταν κάνω κομποσχοίνι όρθιος, αισθάνομαι έντονην ευωδίαν θεϊκήν, όταν λέγω την ευχήν καθιστός, ελάχιστην ευωδίαν αισθάνομαι».
Ένας αδελφός ρώτησε:
─
- Παππού, όταν υπηρετούμε στο διακόνημα, πρέπει να λέμε και την ευχήν;
- Βεβαίως. Η ευχή δεν πρέπει να σταματά.
- Προσπαθούμε να λέμε συνέχεια την ευχήν, αλλά ο νους μας περισπάται.
- Όταν λέμε την ευχήν όσο μπορούμε, ζορίζουμε και το μυαλό να καταλαβαίνουμε τι λέμε. Αυτό όμως για να το πετύχουμε θέλει πολλήν βίαν. Όμως όταν δουλεύης, λέγε συνέχεια με το στόμα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ο νους σίγουρα φεύγει, πάει στην δουλειά, ταξιδεύει εδώ ή εκεί. Όμως το αυτί ακούει το αυτί ακούει, κάτι πιάνει και σιγά – σιγά το κατεβάζει στην καρδιάν. Αλλά και να μην καταλαβαίνει πολύ καλά και τρέμει μόνο που ακούει τ’ όνομα του Χριστού
Εχθές μου λέγει ο μάγειρας: «Ευλόγησον, μου κόλλησεν το φαΐ». «Σίγουρα είχες μέσα σου κάποιον κακόν λογισμόν», του απαντώ. «Δεν θυμάμαι, Γέροντα». Τότε λέω: «Ο νους σου κάπου ρέμβαζε και ευχήν γιοκ» (δεν έλεγες). «Μα έχουν αυτά σχέσιν;» «Και μεγάλιν σχέσιν. Παρατήρησε να δης, όσες φορές λες συνέχεια ευχήν, αν σου κολλήσει ποτέ φαγητό, και να δης και τι γλυκά φαγητά θα κάμνης!».
Ο Γέροντας μας Ιωσήφ συνήθιζε να μας μαγειρεύει. Τον έβλεπες όσης ώραν μαγείρευε, τα μάτια του δεν στέγνωναν από τα δάκρυα. Εκείνην την ώραν που βρισκόταν ο νους του; Και να ’ξερες τι νόστιμα φαγητά έφτιαχνε! Μέχρι σε πανηγύρια τα καλύβια τον καλούσαν να τους μαγειρεύει.
─ Παππού, πολλοί μοναχοί συνηθίζουν να λένε χαιρετισμούς όταν δουλεύουν, αντί την ευχήν. Τι είναι καλύτερα;
─ Α! Τους χαιρετισμούς πολύ αγαπά η Παναγία μας. Εμείς με τον Γέροντα τους λέγαμε σαν δουλεύαμε, απ΄έξω, δύο – τρεις φορές την ημέρα. Να εδώ έχω ένα βιβλιαράκι με τους χαιρετισμούς που στην αρχήν αναφέρει ότι η Παναγία μας φανερώθηκε σε πολλούς αγίους και τους υποσχέθηκε ότι , όποιος λέει τους χαιρετισμούς της κάθε μέρα, θα τον φυλάη και σ΄αυτήν την ζωήν, αλλά και μετά θάνατον θα τον υπερασπίση ενώπιον του Υιού της η βάσις βέβαια είναι η ευχή. Αν έχει προθυμίαν στην ευχήν, μην την κόβης, τα λέει όλα. Αν αδυνατίσει η ευχή, τότε πες τους χαιρετισμούς. Ακόμα και το «Θεοτόκε Παρθένε» πολύ αγαπά η Παναγία μας που δεν περιγράφεται.
─ Γέροντα, όταν από την πολλήν κούρασιν παραλύη το σώμα, μπορούμε να λέμε ξαπλωμένοι την ευχήν;
─ Ο Χριστός μας οικονομά σύμφωνα με τις δυνάμεις μας. Αν πραγματικά δεν μπορούμε ούτε όρθιοι ούτε γονατιστοί ούτε και καθιστοί, τότε μας οικονομά ακόμα και ξαπλωμένους. Αν όμως έχουμε δυνάμεις, ο σατανάς εκεί είναι, αμέσως φέρνει αμέλειαν και ύπνον. Έχει και χειρότερα.
…
─ Προσέχετε όσο μπορείτε να είναι αναπαυμένοι όλοι οι πατέρες μαζί σας. Αν στο κοινόβιο αναπαύσης ενενηνταεννιά αδελφούς και από απροσεξία λυπήσης ένα, εκείνος ο ένας στέκει εμπόδιο στην προσευχή.
…
Σε μιαν μικρήν συνάθροισιν με λαϊκούς, ένας ευλαβής νέος του είπε:
─ Παππού, σε παρακαλώ να εύχεσαι και για μένα.
─ Πως σε λένε;
─ Με λένε Ανδρέα.
─ Εγώ να εύχομαι για τον Ανδρέα, αλλά για να πιάση η δική μου προσευχή πρέπει να ενδιαφέρεται και να εύχεται και ο Ανδρέας για τον εαυτό του. Ο Άγιος Αντώνιος λέγει, «ούτε εγώ σ΄ ελεώ ούτε ο Θεός σ΄ελεεί, αν δεν ελεήσης εσύ πρώτα τον εαυτό σου».
…
Όταν οι επισκέπτες ενδιαφέρονταν να μάθουν για την νοεράν προσευχήν, ερωτούσε:
─ Έχετε πνευματικόν; Είσαστε εξομολογημένοι; Προσεύχεσθε, εκκλησιάζεστε; Νηστεύετε Τετάρτην, Παρασκευήν; Κοινωνάτε τακτικά;
Αν οι επισκέπτες ήσαν έγγαμοι, επρόσθετε:
─ Φυλάγετε εγκράτειαν με την γυναίκα σας κατά τις νηστείες, Κυριακές, γιορτές; Κάμνετε παιδιά, όσα δώσει ο Θεός; Έχετε αγάπη με εχθρούς και φίλους;
Αν κάμνετε αυτά, τότε να μιλήσουμε για νοεράν προσευχήν. Αν όχι, νοερά προσευχή γιοκ. Να μη χάνουμε και τα λόγια μας.
Ευλαβής φοιτητής:
─ Γέροντα, πως είναι δυνατό να λέμε αδιαλείπτως την ευχήν, σύμφωνα με την προτροπήν του Απ. Παύλου;
─ Να παιδί μου, πώς να σου δώσω να καταλάβης; Αυτήν την στιγμήν το στόμα μου σου μιλάει , όμως στην καρδιά μέσα το μηχανάκι δουλεύει συνέχεια.
─ Γέροντα, γνωρίζουμε ότι νηστεύετε πολύ αυστηρά, πως αντέχετε;
─ Ε, να εσύ στο σπίτι σου όταν έχεις νεκρόν, έχεις όρεξιν να φας και να πιης;
Από το βιβλίον Παπα-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, παραθέτω αυτούσια τα λόγια του Γέροντος Ιωσήφ (του Ησυχαστή). «Λέγει ο Γέρο Ιωσήφ (προς τον Παπαεφραίμ). Τώρα τη Μ. Τεσσαρακοστή, το Σάββατο θα λειτουργήσουμε, θα κοινωνήσουμε, θα φάμε και θα ομιλήσουμε με τον π. Αρσένιον μέχρι την Κυριακήν το βράδυ. Την Κυριακή βράδυ θα βάλουμε μετάνοιαν. Όλην την εβδομάδα κατόπιν, δεν θα ομιλήσουμε. Μόνο με τα νοήματα θα συνεννοούμεθα. Θα έλθης το Σάββατο εσύ, να κοινωνήσουμε και τότε θα ομιλήσουμε
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου