Σήμερα δυστυχώς δεν χρησιμοποιούμε την ελευθερία για το
καλό, για την αγιότητα, αλλά για την κοσμικότητα. Παλιότερο δούλευαν οι
άνθρωποι όλη την εβδομάδα και είχαν την Κυριακή αργία. Τώρα έχουν και το
Σάββατο αργία. Ζουν όμως τώρα περισσότερο πνευματικά ή αμαρτάνουν περισσότερο;
Αν αξιοποιούσαν τον χρόνο τους στα πνευματικά, θα ήταν διαφορετικά· θα ήταν
συμμαζεμένοι οι άνθρωποι. Πάμε να κλέψουμε από τα πνευματικά, από τον Χριστό,
εμείς οι ταλαίπωροι άνθρωποι. Οι κοσμικοί, ό,τι αγγαρεία έχουν να κάνουν, την
Κυριακή θα συμφωνήσουν να την κάνουν. Ψάχνουν καμμιά Κυριακή γι’ αυτό, καμμιά
γιορτή για ‘κείνο, και παίρνουν οργή Θεού. Τι βοήθεια θα έχουν μετά από τους
Αγίους; Μέρα αγγαρείας είναι η Κυριακή; Και κάποια εξυπηρέτηση να θέλουν να μας
προσφέρουν οι άλλοι, όχι Κυριακή.
Δεν αφήνουμε τον Θεό να μας κάνη κουμάντο. Και ό,τι δεν
γίνεται με πίστη στον Θεό, δεν έχει σχέση με τον Θεό· είναι κάτι κοσμικό. Γι’
αυτό κι εκείνο που κάνουμε, δεν έχει ευλογία, και έτσι δεν έχει καλά αποτελέσματα.
Μετά λέμε: «Φταίει ο διάβολος». Δεν φταίει ο διάβολος, αλλά εμείς δεν αφήνουμε
τον Θεό να μας βοηθήση. Όταν δουλεύουμε τις αργίες, δίνουμε δικαιώματα και εξ
αρχής μπαίνει ο διάβολος. «Κρείσσον ολίγον τω δικαίω υπέρ πλούτον αμαρτωλών
πολύν»,
λέει ο Ψαλμός. Αυτό έχει ευλογία· τα άλλα όλα είναι ροκανίδια. Πρέπει όμως να
έχη κανείς πίστη, φιλότιμο και ευλάβεια και να τα αφήνη όλα με εμπιστοσύνη στον
Θεό. Αλλιώς και τις γιορτές θα κουτσοδουλεύη και τις άλλες μέρες θα χαζεύη.
Και να δήτε ο Θεός ποτέ δεν αφήνει. Κυριακή και γιορτή
ποτέ δεν δούλεψα, και ο Θεός ποτέ δεν μ’ άφησε και τις δουλειές τις ευλογούσε.
Θυμάμαι, μια φορά ήρθαν αλωνιστικές μηχανές στο χωριό και ειδοποίησαν τον
πατέρα ότι θα άρχιζαν πρώτα από τα δικά μας χωράφια, ημέρα Κυριακή, και μετά θα
έφευγαν για κάτω. Μου λέει ο πατέρας: «Τι θα κάνουμε; Ήρθαν οι μηχανές». «Εγώ
Κυριακή δεν δουλεύω, του λέω· την Δευτέρα». «Αν όμως χάσουμε αυτήν την
ευκαιρία, μου λέει, θα παιδευτούμε πολύ με τα άλογα». «Δεν με πειράζει, του
λέω. Ας αλωνίζω μέχρι τα Χριστούγεννα». Πήγα στην Εκκλησία χωρίς να δώσω
σημασία. Μόλις ξεκίνησαν οι μηχανές για το αλώνι, έσπασαν στον δρόμο και
ειδοποίησαν ξανά τον πατέρα: «Να μας συγχωρήτε, χάλασαν οι μηχανές. Θα πάμε στα
Γιάννενα να τις φτιάξουμε και την Δευτέρα θα αρχίσουμε πρώτα από σας»! Έτσι δεν
αλώνισαν την Κυριακή αλλά την Δευτέρα. Πολλά τέτοια είδαν τα μάτια μου.
Αν εμείς οι μοναχοί δεν κρατάμε τις γιορτές,
οι κοσμικοί τι να κάνουν;
Και στα Μοναστήρια παλιά τι πνεύμα υπήρχε! Θυμάμαι,
γιόρταζαν οι κοσμικοί την ημέρα του Στρατού με το νέο ημερολόγιο και μετά
έφερναν τα σταφύλια στον Άγιον Όρος. Μπορεί όμως την ημέρα που θα έφθαναν στο
Όρος να είχαμε εμείς του Σταυρού με το δικό μας ημερολόγιο. Αλλά οι Πατέρες
ποτέ δεν πήγαιναν να ξεφορτώσουν. Τα γύριζαν πίσω ή άφηναν εκεί και το καΐκι
και τα σταφύλια. Το ίδιο γινόταν και με το λάδι ή την ξυλεία, αν έρχονταν ημέρα
γιορτής. Και ήταν φτωχά τα Μοναστήρια. Σκέφτονταν: «Ο άλλος που θα δη
καλογήρους να δουλεύουν αυτήν την ημέρα τι θα πη;» Χίλιες φορές προτιμούσαν να
τα πάρη η φουρτούνα, να χαθούν και τα σταφύλια και τα λάδια, παρά να τα
ξεφορτώσουν και να χάσουν την γιορτή, να σκανδαλίσουν και ψυχές.
Τώρα... Βρέθηκα σ’ ένα Μοναστήρι παραμονή γιορτής και
ξεφόρτωναν σταφύλια. Παγκοινιά μετά, για να πατήσουν τα σταφύλια. Το βράδυ είχαν
Αγρυπνία και την μετέθεσαν. Και ήταν μεγάλη γιορτή! «Εν ανάγκη και νόμου
μετάθεσις γίνεται»... Αλλού Κυριακή να διορθώνουν το Μοναστήρι που κάηκε· πάλι
θα καή! Βλέπουν και οι κοσμικοί και λένε μετά: «Δεν είναι τίποτε οι γιορτές».
Θέλει πολλή προσοχή να μη δουλεύουμε, ιδίως εμείς οι
μοναχοί, στις γιορτές, γιατί αμαρτάνουμε και εμείς, αλλά γινόμαστε και σκάνδαλο
στους κοσμικούς, και διπλά αμαρτάνουμε. Οι κοσμικοί αφορμή ζητούν, για να
δικαιολογήσουν τις αμαρτίες τους. Αυτοί μπορεί να δουλεύουν μέρα-νύχτα, γιορτές
να μην κρατούν, και αν δουν μια καλόγρια ή έναν καλόγερο να δουλεύη σε μια
μεγάλη ανάγκη, τους λέει μετά ο διάβολος: «Εδώ παπάδες δουλεύουν, εσύ γιατί να
μη δουλέψης;» Μια κουβέρτα να τινάξη μια καλόγρια την Κυριακή, αν την δουν
κοσμικοί, θα πουν: «Αφού οι καλόγριες δουλεύουν, εμείς γιατί να μην πάμε στην
δουλειά;» Γι’ αυτό θέλει πολλή προσοχή να μη γινώμαστε σκάνδαλο.
- Και αν, Γέροντα, έρθη ένας τεχνίτης να
δουλέψη μέρα γιορτής, π.χ. στα Εισόδια της Παναγίας;
- Εισόδια της Παναγίας και να δουλέψη μάστορας στο
Μοναστήρι! Δεν ταιριάζει! Να μη δουλέψη!
- Γέροντα, αυτό συνέβη, γιατί η αδελφή δεν σκέφθηκε να του πη να μην έρθη.
- Τότε χρειάζεται κανόνας στην αδελφή.
- Γέροντα, σε μια γιορτή, μετά από Αγρυπνία, αν
νυστάξη κανείς, μπορεί να κάνη ένα εργόχειρο και να λέη την ευχή;
- Μετάνοιες δεν μπορεί να κάνη; Ας κάνη μετάνοιες, για να
ξενυστάξη· γιατί να κάνη εργόχειρο;
- Ούτε την Κυριακή, όταν έχη κάνει τα
πνευματικά του, μπορεί λ.χ. να πλέξη κομποσχοίνι;
- Γιατί να πλέξη κομποσχοίνι; Γιατί δεν χορταίνεις αυτήν
την μέρα πνευματικά; Μπαίνει ένα κοσμικό πνεύμα και στα Μοναστήρια δυστυχώς. Σε
μερικά μάλιστα Μοναστήρια, όπως μαθαίνω, τις Κυριακές ή τις μεγάλες γιορτές,
μόλις έρθη το μεσημέρι, πηγαίνουν στα διακονήματα. Λες και τα παιδιά τους
πεθαίνουν από την πείνα ή έχουν χρέη και θα βγάλουν το σπίτι σε
πλειστηριασμό!... Τόση ανάγκη!... Άλλο ο αρχοντάρης, ο μάγειρας· στο
αρχονταρίκι, στην κουζίνα είναι ανάγκη· δεν μπορεί να μην πάη κανείς.
Τυχαίνει καμμιά φορά να μου φέρη κάποιος ψάρι. Του λέω:
«Πάρ’ το και φύγε». Αν ο ένας φέρη ψάρια, ο άλλος ζωντανά, ο άλλος ψόφια, τι θα
γίνη; Κι εδώ αν φέρουν τα ψάρια μέρα γιορτής και θέλετε να τα ετοιμάσετε, τότε
τι θα χαρήτε από τη γιορτή; Θυμάστε τον Παπα-Μηνά στην Σκήτη της Αγίας Άννης;
Ένας ψαράς του πήγε Κυριακή πρωί ψάρια για την πανήγυρη. «Γέροντα, είναι
φρέσκα», του λέει. «Καλά, σήμερα είναι Κυριακή· πότε τάπιασες και είναι
φρέσκα;» τον ρωτάει παραξενεμένος ο Παπα-Μηνάς. «Σήμερα το πρωί», του λέει ο
ψαράς. «Πέταξέ τα, παιδί μου· αυτά είναι αφορισμένα! λέει ο Παπα-Μηνάς. Και για
να το διαπιστώσης, δώσε ένα ψάρι στον γάτο και θα δης ότι δεν θα το φάη».
Πράγματι ο ψαράς πέταξε ένα ψάρι στον γάτο και ο γάτος γύρισε πίσω το κεφάλι
του· έδειξε αποστροφή. Τέτοια ευαισθησία είχαν!
Σήμερα βλέπεις στα Μοναστήρια σε μεγάλες γιορτές εργάτες,
μάστορες... Μια φορά, της Παναγίας, σ’ ένα Μοναστήρι είχαν εργάτες, ολόκληρο
συνεργείο με αλυσοπρίονα και ξύλευαν το δάσος. Ενώ ήταν ξάστερος ο ουρανός,
ήρθε ένα σύννεφο, έπεσαν κεραυνοί κοντά στους υλοτόμους και έφυγαν με τέτοιο
τρόμο που, ενώ πήρε το δάσος φωτιά, ούτε καν ειδοποίησαν. Τρόμαξαν να την
σβήσουν αργότερα. Την άλλη Κυριακή πάλι μηχανές· δυο συνεργεία ξαναβγήκαν. Οργή
Θεού είναι και οι πυρκαγιές, αφού ξυλεύουμε Κυριακές και γιορτές. Και το κακό
είναι που δεν το καταλαβαίνουμε. Έχουμε ξεπεράσει το όριο της ανοχής του Θεού.
Αν υπάρχη κάποια ανάγκη, κάνουν οι καλόγεροι ένα
κομποσχοίνι, εκατό κόμπους, και φωτίζει ο Θεός κάποιον και στέλνει εκατό
χιλιάδες. Το έργο του μοναχού είναι η προσευχή. Αν δεν έχουμε εμείς εμπιστοσύνη
στον Θεό, ποιοι θα έχουν; Οι κοσμικοί; Υποχρεώνεται ο Θεός να τον ακούη τον
μοναχό που του εμπιστεύεται την ζωή του. Στο Κοινόβιο που ήμουν, ήταν ένας
παρηγουμενιάρης. Και σβέλτος δεν ήταν και πριν τελειώση η Θεία Λειτουργία δεν
έφευγε, αλλά και τις δουλειές τις έκανε. Εγώ ήμουν πιο σβέλτος, έφευγα και πριν
τελειώσει η Θεία Λειτουργία, να ετοιμάσω το Συνοδικό, και μου έρχονταν όλα
ανάποδα. Πότε μου γύριζε το μπρίκι και μου χυνόταν ο καφές και πότε μου έπεφταν
τα φλιτζάνια και τα ποτήρια, όλο αναποδιές! Εκείνος έφευγε στο τέλος της Θείας
Λειτουργίας. Έκανε τον σταυρό του και πίστευε ότι ο Θεός θα τον βοηθήση. Και αν
τον μάλωναν, θα το δεχόταν ταπεινά. Είχε ταπείνωση και διπλά ωφελείτο.
Πάντως οι άνθρωποι, όταν δεν σκαλώνουν σε λεπτομέρειες,
που δεν βλάπτουν αν παραλειφθούν, ωφελούνται διπλά και δοξολογούν διπλά τους
εορταζομένους Αγίους. Όσο μπορούμε, να προσέχουμε να μην είναι εις βάρος των
πνευματικών ό,τι κάνουμε, αλλά τα πνευματικά προηγούνται, για να αγιάζωνται
όλες οι εργασίες και να έχουμε και τις ευλογίες του Θεού. Να δίνουμε τα πρωτεία
στην πνευματική ζωή και όχι στα υλικά. Αν κανείς έχη πρώτα τις δουλειές και
ύστερα την προσευχή, δίνει μεγαλύτερη αξία στις δουλειές παρά στα πνευματικά.
Αυτό έχει υπερηφάνεια και ανευλάβεια. Δεν αγιάζεται το έργο που γίνεται με χρεωκοπία
πνευματική. Αν δίνουμε τα πρωτεία στα πνευματικά, ο Θεός όλα θα τα τακτοποιήση.
Αν εμείς οι μοναχοί δεν κρατάμε τις γιορτές, οι κοσμικοί τι να κάνουν; Αν εμείς
δεν κάνουμε πνευματικά και δεν παρακαλούμε τους Αγίους να βοηθούν, ποιος θα
παρακαλέση; Έτσι λέμε ότι πιστεύουμε στον Θεό, αλλά δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον
Θεό. Αν εμείς οι καλόγεροι που φοράμε τα ράσα ούτε Κανόνες σεβώμαστε,
καταπατούμε και ατιμάζουμε τα πάντα, τι νόημα έχει τότε η ζωή μας;
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου