μερος 3ο
161. Εκείνος που αγωνίζεται με υποταγή και προσευχή εναντίον του σαρκικού θελήματος, είναι αγωνιστής που μεταχειρίζεται καλή μέθοδο, εκδηλώνοντας το νοητό πόλεμο με την αποχή από τα αισθητά.
162. Εκείνος που δεν εγκαταλείπει το θέλημά του για χάρη του θελήματος του Θεού, πεδικλώνεται στα δικά του έργα και γίνεται υπόδουλος των εχθρών δαιμόνων.
163. Όταν δεις δύο κακούς να έχουν αγάπη ο ένας προς τον άλλον, να γνωρίζεις ότι ο ένας βοηθεί στα κακά θελήματα του άλλου.
164. Ο υπερήφανος και ο κενόδοξος ευχαρίστως κάνουν ανταλλαγή μεταξύ τους. Ο υπερήφανος επαινεί τον κενόδοξο επειδή του φέρεται δουλικά, ενώ ο κενόδοξος εκθειάζει τον υπερήφανο που τον επαινεί συνεχώς.
165. Ο ακροατής που αγαπά το Θεό, και από τα δύο μέρη προμηθεύεται ωφέλεια. Όταν αναγνωρίζεται για το αγαθό, γίνεται προθυμότερος. Όταν ελέγχεται για το κακό, αναγκάζεται να μετανοεί. Πρέπει σύμφωνα με την πρόοδό μας να έχομε το βίο, και σύμφωνα με το βίο οφείλομε να προσφέρομε στο Θεό τις προσευχές μας.
166. Καλό είναι να τηρούμε την κυριότερη εντολή και για τίποτε άλλο να μη φροντίζομε ή να προσευχόμαστε, αλλά μόνο να ζητούμε τη Βασιλεία και το λόγο του Θεού(98). Αν όμως ακόμη φροντίζομε για κάθε μία ανάγκη, οφείλομε και για κάθε μία να προσευχόμαστε. Γιατί εκείνος που χωρίς προσευχή κάνει κάτι ή φροντίζει, δεν ευδοκιμεί. Και αυτό είναι που είπε ο Κύριος: «Δίχως εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(99).
167. Εκείνον που παραβλέπει την εντολή της προσευχής, χειρότερες παρακοές τον περιμένουν, και η μία στην άλλη τον παραδίνει σαν δεσμώτη.
168. Εκείνος που παραδέχεται τα παρόντα θλιβερά για χάρη της αναμονής των μελλοντικών αγαθών, έχει βρει την γνώση της αλήθειας. Και εύκολα θα απαλλαγεί από την οργή και από την λύπη.
169. Εκείνος που προτιμά την κακουχία και την περιφρόνηση, για χάρη της αλήθειας, βαδίζει τον αποστολικό δρόμο, σηκώνοντας το σταυρό και δεμένος με αλυσίδα(100). Εκείνος που χωρίς αυτά προσπαθεί να προσέχει στην καρδιά του, πλανάται και πέφτει σε παγίδες του διαβόλου(101).
170. Ούτε τους κακούς λογισμούς χώρια από τις αιτίες τους, ούτε τις αιτίες χώρια από τους λογισμούς μπορούμε να νικήσομε. Γιατί όταν το ένα μόνον μέρος αποβάλομε, σε λίγο μέσω του άλλου, πηγαίνομε και στα δύο.
171. Εκείνος που από φόβο να μην κακοπαθήσει ή εξαιτίας ονειδισμού φιλονεικεί με τους ανθρώπους, ή εδώ με συμφορές περισσότερο κακοπαθεί ή στον μέλλοντα αιώνα κολάζεται ανελέητα.
172. Εκείνος που θέλει να αποκλείσει κάθε κακό συμβάν, οφείλει με την προσευχή να κάνει μια σχετική συναλλαγή με το Θεό. Να κρατά μέσα στο νου την ελπίδα στο Θεό, αλλά και κατά δύναμη να παραβλέπει τη φροντίδα των αισθητών.
173. Όταν ο διάβολος βρει τον άνθρωπο να ασχολείται χωρίς ανάγκη με τα σωματικά, πρώτα του αφαιρεί τη γνώση των θείων. Κατόπιν και την ελπίδα στον Θεό, την κόβει σαν κεφάλι.
174. Αν ποτέ αξιωθείς και πάρεις οχυρό τόπο της προσευχής, τότε μην παραδέχεσαι την γνώση των πραγμάτων που σου προσφέρει ο εχθρός, για να μην χάσεις το μεγαλύτερο καλό. Επειδή είναι καλύτερο με τα βέλη της προσευχής να τον κατατοξεύσεις αποκλεισμένο στα χαμηλά, παρά να συναναστρέφεσαι αυτόν που μας προσφέρει τα φαύλα και μηχανεύεται να μας αποσπάσει από την εναντίον του δέηση.
175. Η γνώση των πραγμάτων, σε ώρες πειρασμού ή ακηδίας ωφελεί τον άνθρωπο, σε ώρες όμως προσευχής συνήθως τον βλάπτει.
176. Αν σου δόθηκε από το Θεό να διδάσκεις και δε σε ακούνε, να θλίβεσαι νοερά χωρίς να ταράζεσαι φανερά. Γιατί όταν θλίβεσαι, δεν θα καταδικαστείς μαζί με αυτόν που σε παρακούει. Αν όμως ταράζεσαι, θα έχεις πειρασμό στο ίδιο πράγμα.
177. Όταν διδάσκεις και εξηγείς, μην κρύψεις τα πρέποντα από τους παρόντες. Τα κόσμια και ευπρεπή να τα πεις καθαρότερα, τα σκληρά με υπαινιγμούς.
178. Εκείνου που δεν είναι στην υποταγή σου μην του πεις το σφάλμα κατά πρόσωπο. Γιατί αυτό είναι δικαίωμα εξουσίας μάλλον, παρά συμβουλής.
179. Εκείνα που λέγονται στον πληθυντικό, γίνονται σε όλους ωφέλιμα, γιατί παρουσιάζονται στον καθένα σαν το περιεχόμενο της συνειδήσεώς του.
180. Εκείνος που μιλεί ορθά οφείλει να πιστεύει ότι παραλαμβάνει από το Θεό τα λόγια. Η αλήθεια δεν είναι αυτού που μιλά, αλλά του Θεού που ενεργεί.
181. Μ’ εκείνους που δεν έχεις ομολογία υποταγής τους, μη φιλονεικείς μαζί τους, όταν αντιστέκονται στην αλήθεια, για να μην διεγείρεις μίσος όπως λέει η Γραφή(102).
182. Εκείνος που υποχωρεί στον υποτακτικό του όταν φέρνει αντιρρήσεις που δεν πρέπει. Τον παραπλανά σ’ αυτό το πράγμα και τον προετοιμάζει να παραβαίνει τις υποσχέσεις της υποταγής.
183. Εκείνος που με φόβο Θεού συμβουλεύει ή τιμωρεί όποιον αμαρτάνει, προξενεί στον εαυτό του την αντίθετη από το σφάλμα αρετή. Εκείνος όμως που μνησικακεί και από κακία επιπλήττει και υβρίζει, περιπίπτει στο ίδιο πάθος σύμφωνα με τον πνευματικό νόμο.
184. Εκείνος που έμαθε καλά το νόμο, φοβάται το νομοθέτη. Κι επειδή τον φοβάται αποφεύγει κάθε κακό.
185. Μη γίνεις διπρόσωπος, αλλιώς δηλ. στα λόγια κι αλλιώς στη συνείδηση. Τον άνθρωπο αυτόν η Γραφή τον θέτει κάτω από κατάρα(103).
186. Υπάρχει ο ειλικρινής που λέει την αλήθεια και οι ανόητοι τον μισούν, κατά τον Απόστολο(104). Και υπάρχει άλλος που υποκρίνεται και γι’ αυτό τον αγαπούν. Όμως καμιά από αυτές τις ανταποδόσεις δεν κρατάει πολύ καιρό, γιατί ο Κύριος αποδίδει στην ώρα του στον καθένα το πρέπον.
187. Εκείνος που θέλει να αποφύγει τα μελλοντικά λυπηρά, οφείλει να υποφέρει με ευχαρίστηση τα παρόντα. Και έτσι ανταλάσσοντας νοερά το ένα πράγμα με το άλλο, με μικρές θλίψεις θα ξεφύγει μεγάλες τιμωρίες.
188. Βάλε ασφάλεια στα λόγια σου για να μην καυχηθείς και φύλαγε το νου σου να μη νομίσεις ότι είσαι κάτι, για να μην παραχωρήσει ο Θεός και πράξεις τα αντίθετα. Γιατί το αγαθό δεν κατορθώνεται από μόνον τον άνθρωπο, αλλά με την βοήθεια του Παντεπόπτη Θεού.
189. Ο Θεός, ο Οποίος τα πάντα επιβλέπει, όπως μας δίνει τις ανταμοιβές που αξίζουν τα έργα μας, το ίδιο κάνει και για τους λογισμούς μας και για τις εκούσιες σκέψεις μας.
190. Οι ακούσιοι λογισμοί ξεφυτρώνουν από προηγούμενη αμαρτία, οι εκούσιοι από την ελεύθερη θέλησή μας. Λοιπόν, αίτιοι των πρώτων είναι οι δεύτεροι.
191. Στις κακές σκέψεις που μας έρχονται χωρίς να θέλομε, ακολουθεί λύπη. Γι’ αυτό και σύντομα εξαφανίζονται. Σ’ αυτές όμως που μας έρχονται με την πρόθεσή μας, ακολουθεί χαρά, γι’ αυτό και δύσκολα γλυτώνομε από αυτές.
192. Ο φιλήδονος λυπάται στις κατηγορίες και τις κακοπάθειες. Ο φιλόθεος στους επαίνους και τις πλεονεξίες.
193. Εκείνος που δεν γνωρίζει τις τιμωρίες του Θεού, βαδίζει νοερά ένα δρόμο που έχει από τη μία και την άλλη γκρεμνούς και από κάθε άνεμο εύκολα αναποδογυρίζεται. Όταν επαινείται, καμαρώνει και φουσκώνει. Όταν τον κατηγορούν, πικραίνεται. Όταν τρώει καλά, γίνεται ασελγής. Όταν κακοπαθεί, οδύρεται. Όταν εννοεί, επιδεικνύεται. Όταν δεν εννοεί, προσποιείται. Όταν πλουτεί, αλαζονεύεται. Όταν φτωχαίνει, υποκρίνεται. Όταν φάει άφθονα και χορτάσει, γίνεται θρασύς. Όταν νηστεύει γίνεται κενόδοξος. Με εκείνους που τον ελέγχουν, φιλονεικεί. Εκείνους που του δίνουν συγγνώμη τους θεωρεί ανόητους.
194. Αν λοιπόν δεν λάβει από τον Χριστό κάποιος τη χάρη Του για να αποκτήσει γνώση της αλήθειας και φόβο Θεού, όχι μόνον από τα πάθη, αλλά κι απ’ όσα λυπηρά του συμβαίνουν, τραυματίζεται σοβαρά.
195. Όταν θέλεις να βρεις λύση σε πρόβλημα περίπλοκο, ψάξε γι’ αυτό, τι αρέσει στο Θεό, και θα βρεις την λύση του την ωφέλιμη.
196. Σ’ εκείνα τα πράγματα που ευαρεστείται ο Θεός, σ’ αυτά και όλη η κτίση υπηρετεί. Σ’ εκείνα που ο Θεός αποστρέφεται, και η κτίση αντιστέκεται.
197. Εκείνος που αντιστέκεται στα λυπηρά συμβάντα, πολεμά χωρίς να το γνωρίζει τη διαταγή του Θεού. Εκείνος που τα παραδέχεται, γνωρίζοντας καλά γιατί έρχονται και ότι από το θέλημα του Θεού προέρχονται, αυτός, κατά την Γραφή υπομένει τον Κύριο(105).
198. Όταν σου έρθει πειρασμός, θλίψη και συμφορά, μη ζητάς γιατί και μέσω τίνος ήρθε. Ζήτησε να τον υποφέρεις μ’ ευχαρίστηση, χωρίς λύπη και χωρίς μνησικακία.
199. Ξένο κακό δεν μας προσθέτει αμαρτία, αν εμείς δεν το παραδεχτούμε με κακές σκέψεις.
200. Αν δεν μπορούμε να βρούμε εύκολα άνθρωπο που ευαρέστησε το Θεό χωρίς πειρασμούς, πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό για ό,τι μας συμβαίνει.
201. Αν δεν αποτύγχανε ο Πέτρος στο νυχτερινό ψάρεμα(106), δε θα πετύχαινε στο ψάρεμα της ημέρας. Και αν δεν πάθαινε τύφλωση στα μάτια ο Παύλος(107), δεν θα ανέβλεπε στο νου. Και αν ο Στέφανος δε δεχόταν συκοφαντία ως βλάσφημος, δεν θα άνοιγαν οι ουρανοί για να δει το Θεό(108).
202. Όπως η κατά Θεόν εργασία λέγεται αρετή, έτσι και η αναπάντεχη θλίψη λέγεται πειρασμός.
203. Ο Θεός πείραζε τον Αβραάμ, δηλαδή τον στενοχωρούσε προς το συμφέρον του κι όχι για να μάθει τι είδους ήταν, γιατί τον γνώριζε Εκείνος που γνωρίζει τα πάντα και πριν από την ύπαρξή τους. Ήθελε να του δώσει αφορμές για την τέλεια πίστη.
204. Κάθε θλίψη ελέγχει την κλίση του θελήματος, αν κλίνει στα δεξιά ή στα αριστερά. Γι’ αυτό η θλίψη που μας συμβαίνει λέγεται πειρασμός, επειδή παρέχει πείρα, δηλαδή φανερώνει στον θλιβόμενο τα κρυφά θελήματά του.
205. Ο φόβος του Θεού μας αναγκάζει να πολεμούμε την κακία. Όταν εμείς πολεμούμε, την πολεμεί η χάρη του Θεού και την αφανίζει.
206. Σοφία δεν είναι μόνο να γνωρίζουμε με φυσική συνέπεια την αλήθεια, αλλά και το να υπομένομε σαν δική μας την πονηρία εκείνων που μας αδικούν. Γιατί εκείνοι που έμειναν στην πρώτη περίπτωση, φούσκωσαν από υπερηφάνεια. Εκείνοι όμως που έφτασαν στη δεύτερη, απόκτησαν ταπεινοφροσύνη.
207. Αν θέλεις να μην πειράζεσαι από τους πονηρούς λογισμούς, να καταδέχεσαι εξουδένωση της ψυχής σου και θλίψη της σάρκας του. Κι αυτό όχι σε μερικά, αλλά σε κάθε καιρό και τόπο και πράγμα.
208. Εκείνος που γυμνάζεται με τη θέλησή του στις θλίψεις, δε θα κατακυριευτεί από τους ακούσιους πονηρούς λογισμούς. Εκείνος που δεν καταδέχεται τα πρώτα, αιχμαλωτίζεται από τα δεύτερα και χωρίς να θέλει.
209. Όταν αδικείσαι και σκληραίνει η καρδιά σου και τα σπλάχνα σου, μη λυπάσαι, επειδή αυτό έγινε κατ’ οικονομίαν, αλλά με χαρά να ανατρέπεις τους λογισμούς που ξεσηκώνονται, γνωρίζοντας ότι με τον αφανισμό των λογισμών, μόλις αυτοί εμφανιστούν, αφανίζεται και το κακό. Αν όμως οι λογισμοί εξακολουθούν αδιάκοπα, τότε και το κακό μεγαλώνει.
210. Χωρίς συντριβή καρδιάς είναι αδύνατο να απαλλαγείς από την κακία. Δίνει συντριβή στην καρδιά η εγκράτεια από τα τρία αυτά: ύπνο, τροφή και σωματική ανάπαυση. Η αφθονία αυτών φέρνει τρυφή και ηδονική ζωή, και αυτά δέχονται τους πονηρούς λογισμούς και είναι αντίθετα στην προσευχή και στην πρέπουσα διακονία.
211. Αν σου έλαχε να διατάζεις αδελφούς, φύλαγε την τάξη σου και μην σωπάσεις και δεν πεις τα δέοντα, επειδή υπάρχουν αντιλέγοντες. Και αν υπακούουν θα έχεις μισθό για την αρετή τους. Αν παρακούουν, πάντως να τους συγχωρήσεις και θα λάβεις τα ίσα από Αυτόν που είπε: «Συγχωρείστε και θα συγχωρηθείτε»(109).
212. Με πανήγυρη μοιάζει κάθε θλίψη. Εκείνος που ξέρει να εμπορεύεται, θα κερδίσει πολλά. Εκείνος που δεν ξέρει ζημιώνεται.
213. Εκείνον που δεν υπακούει με το πρώτο, μην τον βιάζεις με φιλονεικία, αλλά το κέρδος που έχασε εκείνος, κέρδισέ το εσύ. γιατί περισσότερο από τη διόρθωση εκείνου, θα σε ωφελήσει η ανεξικακία σου.
214. Όταν η βλάβη τους ενός αφορά σε πολλούς, τότε δεν πρέπει να μακροθυμείς ούτε να ζητείς το συμφέρον σου, αλλά το συμφέρον των πολλών για να σωθούν. Επειδή η αρετή που αφορά σε πολλούς είναι πιο ωφέλιμη από την αρετή που αφορά σε έναν.
215. Αν κανείς πέσει σε οποιαδήποτε αμαρτία και δεν λυπηθεί ανάλογα με το σφάλμα, εύκολα πέφτει πάλι στο ίδιο δίχτυ.
216. Όπως το λιοντάρι δεν πλησιάζει με φιλικά αισθήματα το δαμάλι, έτσι η αναισχυντία δεν δέχεται ευχάριστα τη λύπη για τις αμαρτίες.
217. Όπως λύκος με πρόβατο δεν συνέρχονται για να τεκνοποιήσουν, έτσι ο χορτασμός δεν συνέρχεται με τον πόνο της καρδιάς για να γεννήσουν αρετές.
218. Κανείς δεν μπορεί να έχει πόνο και λύπη κατά Θεόν, αν δεν αγαπήσει πρωτύτερα τις αιτίες τους.
219. Ο φόβος του Θεού και ο έλεγχος για τα σφάλματά μας προξενούν λύπη. Η εγκράτεια και η αγρυπνία συντροφιάζουν με τον πόνο.
220. Εκείνος που δεν διδάσκεται από τις εντολές και τις συμβουλές της Γραφής θα χτυπηθεί με μάστιγα αλόγου και κεντρί του όνου(110). Αν δεν τα δεχτεί κι αυτά, τότε με φίμωτρο και χαλινάρι θα σφιχτεί από το λαιμό(111).
221. Εκείνος που εύκολα νικιέται από τα μικρά, εξ ανάγκης έχει υποδουλωθεί και στα μεγάλα. Εκείνος που καταφρονεί τα μικρά, με τη βοήθεια του Κυρίου θα αντισταθεί στα μεγάλα.
222. Μην προσπαθείς με ελέγχους να ωφελήσεις εκείνον που καυχιέται για αρετές. Γιατί ο ίδιος άνθρωπος δεν μπορεί να αγαπά και την επίδειξη και την αλήθεια.
223. Κάθε λόγος του Χριστού φανερώνει έλεος και δικαιοσύνη και σοφία του Θεού. Τούτων τη δύναμη βάζει μέσω της ακοής στις ψυχές όσων ακούν μ’ ευχαρίστηση. Γι’ αυτό, οι ανελεήμονες και άδικοι που τον άκουσαν με δυσαρέσκεια, δεν μπόρεσαν να εννοήσουν τη σοφία του Θεού, αλλά και τον Διδάσκαλο τον σταύρωσαν. Ας προσέξομε λοιπόν κι εμείς αν ακούμε μ’ ευχαρίστηση. Γιατί ο ίδιος είπε: «Όποιος με αγαπά θα φυλάξει τις εντολές μου. Θα τον αγαπήσει ο Πατέρας μου, θα τον αγαπήσω κι εγώ και θα του φανερώσω τον εαυτό μου»(112). Βλέπεις πώς έκρυψε μέσα στις εντολές τη φανέρωσή Του; Απ’ όλες λοιπόν τις αρετές, εκείνη που τις περιλαμβάνει όλες είναι η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, που προέρχεται από την αποχή από την ύλη και την ησυχία των λογισμών.
224. Το γνωρίζει αυτό ο Κύριος και μας παραγγέλει: «Μη φροντίσετε για το αύριο»(113). Και είναι σωστό. Γιατί εκείνος που δεν έχει απαλλαγεί από την μέριμνα της ύλης, πώς θα απαλλαγεί από τους πονηρούς λογισμούς; Κι εκείνος που είναι περικυκλωμένος από λογισμούς, πώς θα δει πραγματική την αμαρτία που σκεπάζουν οι λογισμοί; Αυτή είναι σκοτάδι και ομίχλη της ψυχής, που προήλθε από πονηρές σκέψεις και πράξεις. Ο διάβολος πειράζει με προσβολές πονηρών λογισμών, δε βιάζει όμως αλλά υποδεικνύει την αρχή. Ο άνθρωπος με φιληδονία και κενοδοξία ευχαρίστως ανταποκρίνεται. Γιατί αν και δεν ήθελε από διάκριση, αλλά στην πράξη ευχαριστιόταν και παραδεχόταν. Εκείνος που δεν είδε την καθολική (γενική) αμαρτία, πότε θα παρακαλέσει να απαλλαγεί από αυτήν; Εκείνος που δεν καθαρίστηκε, πώς θα βρει τον τόπο της καθαρής φύσεως; Κι εκείνος που δεν τον βρήκε, πώς θα δει τον εσωτερικότερο οίκο του Χριστού; Αφού είμαστε οίκος Θεού κατά τον προφητικό και ευαγγελικό λόγο και τον αποστολικό(114).
225. Πρέπει λοιπόν ακολουθώντας αυτά που είπαμε παραπάνω, να ζητήσομε να βρούμε τον οίκο, και με προσευχή να επιμένομε να «κρούομε», ώστε ή τώρα ή κατά την ώρα του θανάτου μας να μας ανοίξει ο Κύριος και να μη μας πει επειδή αμελήσαμε, «Δεν γνωρίζω από που είστε»(115). Όχι μόνο χρεωστούμε να ζητήσομε και να λάβομε, αλλά και ό,τι λάβομε να φυλάξομε. Επειδή υπάρχουν μερικοί που το έχασαν, αφού το έλαβαν. Γι’ αυτό, των πραγμάτων που προείπαμε, ψιλή γνώση ή και τυχαία πείρα, ίσως και οψιμαθείς και νέοι κατέχουν. Την εργασία όμως την υπομονετική κι επίμονη, μόλις διαθέτουν οι ευλαβείς και πολύπειροι γέροντες, οι οποίοι από απροσεξία πολλές φορές την έχασαν και με εκούσιους κόπους την αναζήτησαν και την βρήκαν. Αυτό και εμείς να μην παύομε να κάνομε μέχρις ότου την αποκτήσουμε μόνιμα.
226. Αυτές τις λίγες εντολές του Πνευματικού Νόμου ξεχωρίσαμε από τις πολλές. Αυτές και ο μέγας Ψαλμωδός(116) προτρέπει ακατάπαυστα να μαθαίνομε και να πράττομε όσοι συνεχώς ψάλλομε στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού. Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα και το κράτος και η προσκύνηση, τώρα και στους αιώνες. Αμήν!
* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *
50. Λουκ. 17, 10.
51. Α΄ Κορ. 15, 3.
52. Ματθ. 25, 21.
53. Α΄ Κορ. 8, 1.
54. Ρωμ. 5, 8.
55. Β΄ Κορ. 5, 15.
56. Ματθ. 16, 27.
57. Λουκ. 3, 11.
58. Λουκ. 14, 33.
59. Γαλ. 5, 16-17.
60. Ψαλμ. 50, 19.
61. Ματθ. 19, 30.
62. Ψαλμ. 72, 28.
63. Ματθ. 5, 44.
64. Ματθ. 25, 14-30.
65. Παροιμ. 16, 8.
66. Α΄ Παρ. 16, 14.
67. Ματθ. 24, 20.
68. Ιερ. 28, 9.
69. Γαλ. 5, 22.
70. Ρωμ. 10, 17.
71. Εβρ. 11,1.
72. Ματθ. 11, 29.
73. Α΄ Κορ. 12, 11.
74. Πραξ. 2, 3.
75. Α΄ Βασιλ. 11, 6. 16, 13.
76. Α΄ Κορ. 12, 11.
77. Εφ. 4, 30.
78. Α΄ Θεσ. 5, 19.
79. Ησ. 63, 10.
80. Ρωμ. 8, 23.
81. Πραξ. 2, 4 κ.α.
82. Ψαλμ. 50, 19.
83. Ψαλμ. 61, 10.
84. Ψαλμ. 38, 7.
85. Μαρκ. 10, 30.
86. Ρωμ. 7, 23.
87. Ψαλμ. 31, 1.
88. Α΄ Τιμ. 2, 4.
89. Εφ. 6, 12.
90. Λουκ. 18, 1.
91. Εξ. 20, 9.
92. Ματθ. 18, 21.
93. Εβρ. 4, 11.
94. Λουκ. 17, 21.
95. Εβρ. 11, 1.
96. Α΄ Κορ. 9, 24.
97. Β΄ Κορ. 13, 5.
98. Ματθ. 6, 33.
99. Ιω. 15, 5.
100. Πραξ. 28, 20.
101. Α΄ Τιμ. 6, 9.
102. Παροιμ. 9, 8.
103. Σ. Σειρ. 28, 13.
104. Γαλ. 4, 16.
105. Ψαλμ. 26, 14.
106. Λουκ. 5, 5.
107. Πραξ. 9, 8.
108. Πραξ. 6, 13. 7, 56.
109. Ματθ. 6, 14.
110. Παροιμ. 26, 3.
111. Ψαλμ. 31, 9.
112. Ιω. 14, 21.
113. Ματθ. 6, 34.
114. Ιω. 14, 23. Α΄ Κορ. 3, 16. Εβρ. 3, 6.
115. Λουκ. 13, 25.
116. Ψαλμ. 1, 2 κ.α.
--------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος)
161. Εκείνος που αγωνίζεται με υποταγή και προσευχή εναντίον του σαρκικού θελήματος, είναι αγωνιστής που μεταχειρίζεται καλή μέθοδο, εκδηλώνοντας το νοητό πόλεμο με την αποχή από τα αισθητά.
162. Εκείνος που δεν εγκαταλείπει το θέλημά του για χάρη του θελήματος του Θεού, πεδικλώνεται στα δικά του έργα και γίνεται υπόδουλος των εχθρών δαιμόνων.
163. Όταν δεις δύο κακούς να έχουν αγάπη ο ένας προς τον άλλον, να γνωρίζεις ότι ο ένας βοηθεί στα κακά θελήματα του άλλου.
164. Ο υπερήφανος και ο κενόδοξος ευχαρίστως κάνουν ανταλλαγή μεταξύ τους. Ο υπερήφανος επαινεί τον κενόδοξο επειδή του φέρεται δουλικά, ενώ ο κενόδοξος εκθειάζει τον υπερήφανο που τον επαινεί συνεχώς.
165. Ο ακροατής που αγαπά το Θεό, και από τα δύο μέρη προμηθεύεται ωφέλεια. Όταν αναγνωρίζεται για το αγαθό, γίνεται προθυμότερος. Όταν ελέγχεται για το κακό, αναγκάζεται να μετανοεί. Πρέπει σύμφωνα με την πρόοδό μας να έχομε το βίο, και σύμφωνα με το βίο οφείλομε να προσφέρομε στο Θεό τις προσευχές μας.
166. Καλό είναι να τηρούμε την κυριότερη εντολή και για τίποτε άλλο να μη φροντίζομε ή να προσευχόμαστε, αλλά μόνο να ζητούμε τη Βασιλεία και το λόγο του Θεού(98). Αν όμως ακόμη φροντίζομε για κάθε μία ανάγκη, οφείλομε και για κάθε μία να προσευχόμαστε. Γιατί εκείνος που χωρίς προσευχή κάνει κάτι ή φροντίζει, δεν ευδοκιμεί. Και αυτό είναι που είπε ο Κύριος: «Δίχως εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(99).
167. Εκείνον που παραβλέπει την εντολή της προσευχής, χειρότερες παρακοές τον περιμένουν, και η μία στην άλλη τον παραδίνει σαν δεσμώτη.
168. Εκείνος που παραδέχεται τα παρόντα θλιβερά για χάρη της αναμονής των μελλοντικών αγαθών, έχει βρει την γνώση της αλήθειας. Και εύκολα θα απαλλαγεί από την οργή και από την λύπη.
169. Εκείνος που προτιμά την κακουχία και την περιφρόνηση, για χάρη της αλήθειας, βαδίζει τον αποστολικό δρόμο, σηκώνοντας το σταυρό και δεμένος με αλυσίδα(100). Εκείνος που χωρίς αυτά προσπαθεί να προσέχει στην καρδιά του, πλανάται και πέφτει σε παγίδες του διαβόλου(101).
170. Ούτε τους κακούς λογισμούς χώρια από τις αιτίες τους, ούτε τις αιτίες χώρια από τους λογισμούς μπορούμε να νικήσομε. Γιατί όταν το ένα μόνον μέρος αποβάλομε, σε λίγο μέσω του άλλου, πηγαίνομε και στα δύο.
171. Εκείνος που από φόβο να μην κακοπαθήσει ή εξαιτίας ονειδισμού φιλονεικεί με τους ανθρώπους, ή εδώ με συμφορές περισσότερο κακοπαθεί ή στον μέλλοντα αιώνα κολάζεται ανελέητα.
172. Εκείνος που θέλει να αποκλείσει κάθε κακό συμβάν, οφείλει με την προσευχή να κάνει μια σχετική συναλλαγή με το Θεό. Να κρατά μέσα στο νου την ελπίδα στο Θεό, αλλά και κατά δύναμη να παραβλέπει τη φροντίδα των αισθητών.
173. Όταν ο διάβολος βρει τον άνθρωπο να ασχολείται χωρίς ανάγκη με τα σωματικά, πρώτα του αφαιρεί τη γνώση των θείων. Κατόπιν και την ελπίδα στον Θεό, την κόβει σαν κεφάλι.
174. Αν ποτέ αξιωθείς και πάρεις οχυρό τόπο της προσευχής, τότε μην παραδέχεσαι την γνώση των πραγμάτων που σου προσφέρει ο εχθρός, για να μην χάσεις το μεγαλύτερο καλό. Επειδή είναι καλύτερο με τα βέλη της προσευχής να τον κατατοξεύσεις αποκλεισμένο στα χαμηλά, παρά να συναναστρέφεσαι αυτόν που μας προσφέρει τα φαύλα και μηχανεύεται να μας αποσπάσει από την εναντίον του δέηση.
175. Η γνώση των πραγμάτων, σε ώρες πειρασμού ή ακηδίας ωφελεί τον άνθρωπο, σε ώρες όμως προσευχής συνήθως τον βλάπτει.
176. Αν σου δόθηκε από το Θεό να διδάσκεις και δε σε ακούνε, να θλίβεσαι νοερά χωρίς να ταράζεσαι φανερά. Γιατί όταν θλίβεσαι, δεν θα καταδικαστείς μαζί με αυτόν που σε παρακούει. Αν όμως ταράζεσαι, θα έχεις πειρασμό στο ίδιο πράγμα.
177. Όταν διδάσκεις και εξηγείς, μην κρύψεις τα πρέποντα από τους παρόντες. Τα κόσμια και ευπρεπή να τα πεις καθαρότερα, τα σκληρά με υπαινιγμούς.
178. Εκείνου που δεν είναι στην υποταγή σου μην του πεις το σφάλμα κατά πρόσωπο. Γιατί αυτό είναι δικαίωμα εξουσίας μάλλον, παρά συμβουλής.
179. Εκείνα που λέγονται στον πληθυντικό, γίνονται σε όλους ωφέλιμα, γιατί παρουσιάζονται στον καθένα σαν το περιεχόμενο της συνειδήσεώς του.
180. Εκείνος που μιλεί ορθά οφείλει να πιστεύει ότι παραλαμβάνει από το Θεό τα λόγια. Η αλήθεια δεν είναι αυτού που μιλά, αλλά του Θεού που ενεργεί.
181. Μ’ εκείνους που δεν έχεις ομολογία υποταγής τους, μη φιλονεικείς μαζί τους, όταν αντιστέκονται στην αλήθεια, για να μην διεγείρεις μίσος όπως λέει η Γραφή(102).
182. Εκείνος που υποχωρεί στον υποτακτικό του όταν φέρνει αντιρρήσεις που δεν πρέπει. Τον παραπλανά σ’ αυτό το πράγμα και τον προετοιμάζει να παραβαίνει τις υποσχέσεις της υποταγής.
183. Εκείνος που με φόβο Θεού συμβουλεύει ή τιμωρεί όποιον αμαρτάνει, προξενεί στον εαυτό του την αντίθετη από το σφάλμα αρετή. Εκείνος όμως που μνησικακεί και από κακία επιπλήττει και υβρίζει, περιπίπτει στο ίδιο πάθος σύμφωνα με τον πνευματικό νόμο.
184. Εκείνος που έμαθε καλά το νόμο, φοβάται το νομοθέτη. Κι επειδή τον φοβάται αποφεύγει κάθε κακό.
185. Μη γίνεις διπρόσωπος, αλλιώς δηλ. στα λόγια κι αλλιώς στη συνείδηση. Τον άνθρωπο αυτόν η Γραφή τον θέτει κάτω από κατάρα(103).
186. Υπάρχει ο ειλικρινής που λέει την αλήθεια και οι ανόητοι τον μισούν, κατά τον Απόστολο(104). Και υπάρχει άλλος που υποκρίνεται και γι’ αυτό τον αγαπούν. Όμως καμιά από αυτές τις ανταποδόσεις δεν κρατάει πολύ καιρό, γιατί ο Κύριος αποδίδει στην ώρα του στον καθένα το πρέπον.
187. Εκείνος που θέλει να αποφύγει τα μελλοντικά λυπηρά, οφείλει να υποφέρει με ευχαρίστηση τα παρόντα. Και έτσι ανταλάσσοντας νοερά το ένα πράγμα με το άλλο, με μικρές θλίψεις θα ξεφύγει μεγάλες τιμωρίες.
188. Βάλε ασφάλεια στα λόγια σου για να μην καυχηθείς και φύλαγε το νου σου να μη νομίσεις ότι είσαι κάτι, για να μην παραχωρήσει ο Θεός και πράξεις τα αντίθετα. Γιατί το αγαθό δεν κατορθώνεται από μόνον τον άνθρωπο, αλλά με την βοήθεια του Παντεπόπτη Θεού.
189. Ο Θεός, ο Οποίος τα πάντα επιβλέπει, όπως μας δίνει τις ανταμοιβές που αξίζουν τα έργα μας, το ίδιο κάνει και για τους λογισμούς μας και για τις εκούσιες σκέψεις μας.
190. Οι ακούσιοι λογισμοί ξεφυτρώνουν από προηγούμενη αμαρτία, οι εκούσιοι από την ελεύθερη θέλησή μας. Λοιπόν, αίτιοι των πρώτων είναι οι δεύτεροι.
191. Στις κακές σκέψεις που μας έρχονται χωρίς να θέλομε, ακολουθεί λύπη. Γι’ αυτό και σύντομα εξαφανίζονται. Σ’ αυτές όμως που μας έρχονται με την πρόθεσή μας, ακολουθεί χαρά, γι’ αυτό και δύσκολα γλυτώνομε από αυτές.
192. Ο φιλήδονος λυπάται στις κατηγορίες και τις κακοπάθειες. Ο φιλόθεος στους επαίνους και τις πλεονεξίες.
193. Εκείνος που δεν γνωρίζει τις τιμωρίες του Θεού, βαδίζει νοερά ένα δρόμο που έχει από τη μία και την άλλη γκρεμνούς και από κάθε άνεμο εύκολα αναποδογυρίζεται. Όταν επαινείται, καμαρώνει και φουσκώνει. Όταν τον κατηγορούν, πικραίνεται. Όταν τρώει καλά, γίνεται ασελγής. Όταν κακοπαθεί, οδύρεται. Όταν εννοεί, επιδεικνύεται. Όταν δεν εννοεί, προσποιείται. Όταν πλουτεί, αλαζονεύεται. Όταν φτωχαίνει, υποκρίνεται. Όταν φάει άφθονα και χορτάσει, γίνεται θρασύς. Όταν νηστεύει γίνεται κενόδοξος. Με εκείνους που τον ελέγχουν, φιλονεικεί. Εκείνους που του δίνουν συγγνώμη τους θεωρεί ανόητους.
194. Αν λοιπόν δεν λάβει από τον Χριστό κάποιος τη χάρη Του για να αποκτήσει γνώση της αλήθειας και φόβο Θεού, όχι μόνον από τα πάθη, αλλά κι απ’ όσα λυπηρά του συμβαίνουν, τραυματίζεται σοβαρά.
195. Όταν θέλεις να βρεις λύση σε πρόβλημα περίπλοκο, ψάξε γι’ αυτό, τι αρέσει στο Θεό, και θα βρεις την λύση του την ωφέλιμη.
196. Σ’ εκείνα τα πράγματα που ευαρεστείται ο Θεός, σ’ αυτά και όλη η κτίση υπηρετεί. Σ’ εκείνα που ο Θεός αποστρέφεται, και η κτίση αντιστέκεται.
197. Εκείνος που αντιστέκεται στα λυπηρά συμβάντα, πολεμά χωρίς να το γνωρίζει τη διαταγή του Θεού. Εκείνος που τα παραδέχεται, γνωρίζοντας καλά γιατί έρχονται και ότι από το θέλημα του Θεού προέρχονται, αυτός, κατά την Γραφή υπομένει τον Κύριο(105).
198. Όταν σου έρθει πειρασμός, θλίψη και συμφορά, μη ζητάς γιατί και μέσω τίνος ήρθε. Ζήτησε να τον υποφέρεις μ’ ευχαρίστηση, χωρίς λύπη και χωρίς μνησικακία.
199. Ξένο κακό δεν μας προσθέτει αμαρτία, αν εμείς δεν το παραδεχτούμε με κακές σκέψεις.
200. Αν δεν μπορούμε να βρούμε εύκολα άνθρωπο που ευαρέστησε το Θεό χωρίς πειρασμούς, πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό για ό,τι μας συμβαίνει.
201. Αν δεν αποτύγχανε ο Πέτρος στο νυχτερινό ψάρεμα(106), δε θα πετύχαινε στο ψάρεμα της ημέρας. Και αν δεν πάθαινε τύφλωση στα μάτια ο Παύλος(107), δεν θα ανέβλεπε στο νου. Και αν ο Στέφανος δε δεχόταν συκοφαντία ως βλάσφημος, δεν θα άνοιγαν οι ουρανοί για να δει το Θεό(108).
202. Όπως η κατά Θεόν εργασία λέγεται αρετή, έτσι και η αναπάντεχη θλίψη λέγεται πειρασμός.
203. Ο Θεός πείραζε τον Αβραάμ, δηλαδή τον στενοχωρούσε προς το συμφέρον του κι όχι για να μάθει τι είδους ήταν, γιατί τον γνώριζε Εκείνος που γνωρίζει τα πάντα και πριν από την ύπαρξή τους. Ήθελε να του δώσει αφορμές για την τέλεια πίστη.
204. Κάθε θλίψη ελέγχει την κλίση του θελήματος, αν κλίνει στα δεξιά ή στα αριστερά. Γι’ αυτό η θλίψη που μας συμβαίνει λέγεται πειρασμός, επειδή παρέχει πείρα, δηλαδή φανερώνει στον θλιβόμενο τα κρυφά θελήματά του.
205. Ο φόβος του Θεού μας αναγκάζει να πολεμούμε την κακία. Όταν εμείς πολεμούμε, την πολεμεί η χάρη του Θεού και την αφανίζει.
206. Σοφία δεν είναι μόνο να γνωρίζουμε με φυσική συνέπεια την αλήθεια, αλλά και το να υπομένομε σαν δική μας την πονηρία εκείνων που μας αδικούν. Γιατί εκείνοι που έμειναν στην πρώτη περίπτωση, φούσκωσαν από υπερηφάνεια. Εκείνοι όμως που έφτασαν στη δεύτερη, απόκτησαν ταπεινοφροσύνη.
207. Αν θέλεις να μην πειράζεσαι από τους πονηρούς λογισμούς, να καταδέχεσαι εξουδένωση της ψυχής σου και θλίψη της σάρκας του. Κι αυτό όχι σε μερικά, αλλά σε κάθε καιρό και τόπο και πράγμα.
208. Εκείνος που γυμνάζεται με τη θέλησή του στις θλίψεις, δε θα κατακυριευτεί από τους ακούσιους πονηρούς λογισμούς. Εκείνος που δεν καταδέχεται τα πρώτα, αιχμαλωτίζεται από τα δεύτερα και χωρίς να θέλει.
209. Όταν αδικείσαι και σκληραίνει η καρδιά σου και τα σπλάχνα σου, μη λυπάσαι, επειδή αυτό έγινε κατ’ οικονομίαν, αλλά με χαρά να ανατρέπεις τους λογισμούς που ξεσηκώνονται, γνωρίζοντας ότι με τον αφανισμό των λογισμών, μόλις αυτοί εμφανιστούν, αφανίζεται και το κακό. Αν όμως οι λογισμοί εξακολουθούν αδιάκοπα, τότε και το κακό μεγαλώνει.
210. Χωρίς συντριβή καρδιάς είναι αδύνατο να απαλλαγείς από την κακία. Δίνει συντριβή στην καρδιά η εγκράτεια από τα τρία αυτά: ύπνο, τροφή και σωματική ανάπαυση. Η αφθονία αυτών φέρνει τρυφή και ηδονική ζωή, και αυτά δέχονται τους πονηρούς λογισμούς και είναι αντίθετα στην προσευχή και στην πρέπουσα διακονία.
211. Αν σου έλαχε να διατάζεις αδελφούς, φύλαγε την τάξη σου και μην σωπάσεις και δεν πεις τα δέοντα, επειδή υπάρχουν αντιλέγοντες. Και αν υπακούουν θα έχεις μισθό για την αρετή τους. Αν παρακούουν, πάντως να τους συγχωρήσεις και θα λάβεις τα ίσα από Αυτόν που είπε: «Συγχωρείστε και θα συγχωρηθείτε»(109).
212. Με πανήγυρη μοιάζει κάθε θλίψη. Εκείνος που ξέρει να εμπορεύεται, θα κερδίσει πολλά. Εκείνος που δεν ξέρει ζημιώνεται.
213. Εκείνον που δεν υπακούει με το πρώτο, μην τον βιάζεις με φιλονεικία, αλλά το κέρδος που έχασε εκείνος, κέρδισέ το εσύ. γιατί περισσότερο από τη διόρθωση εκείνου, θα σε ωφελήσει η ανεξικακία σου.
214. Όταν η βλάβη τους ενός αφορά σε πολλούς, τότε δεν πρέπει να μακροθυμείς ούτε να ζητείς το συμφέρον σου, αλλά το συμφέρον των πολλών για να σωθούν. Επειδή η αρετή που αφορά σε πολλούς είναι πιο ωφέλιμη από την αρετή που αφορά σε έναν.
215. Αν κανείς πέσει σε οποιαδήποτε αμαρτία και δεν λυπηθεί ανάλογα με το σφάλμα, εύκολα πέφτει πάλι στο ίδιο δίχτυ.
216. Όπως το λιοντάρι δεν πλησιάζει με φιλικά αισθήματα το δαμάλι, έτσι η αναισχυντία δεν δέχεται ευχάριστα τη λύπη για τις αμαρτίες.
217. Όπως λύκος με πρόβατο δεν συνέρχονται για να τεκνοποιήσουν, έτσι ο χορτασμός δεν συνέρχεται με τον πόνο της καρδιάς για να γεννήσουν αρετές.
218. Κανείς δεν μπορεί να έχει πόνο και λύπη κατά Θεόν, αν δεν αγαπήσει πρωτύτερα τις αιτίες τους.
219. Ο φόβος του Θεού και ο έλεγχος για τα σφάλματά μας προξενούν λύπη. Η εγκράτεια και η αγρυπνία συντροφιάζουν με τον πόνο.
220. Εκείνος που δεν διδάσκεται από τις εντολές και τις συμβουλές της Γραφής θα χτυπηθεί με μάστιγα αλόγου και κεντρί του όνου(110). Αν δεν τα δεχτεί κι αυτά, τότε με φίμωτρο και χαλινάρι θα σφιχτεί από το λαιμό(111).
221. Εκείνος που εύκολα νικιέται από τα μικρά, εξ ανάγκης έχει υποδουλωθεί και στα μεγάλα. Εκείνος που καταφρονεί τα μικρά, με τη βοήθεια του Κυρίου θα αντισταθεί στα μεγάλα.
222. Μην προσπαθείς με ελέγχους να ωφελήσεις εκείνον που καυχιέται για αρετές. Γιατί ο ίδιος άνθρωπος δεν μπορεί να αγαπά και την επίδειξη και την αλήθεια.
223. Κάθε λόγος του Χριστού φανερώνει έλεος και δικαιοσύνη και σοφία του Θεού. Τούτων τη δύναμη βάζει μέσω της ακοής στις ψυχές όσων ακούν μ’ ευχαρίστηση. Γι’ αυτό, οι ανελεήμονες και άδικοι που τον άκουσαν με δυσαρέσκεια, δεν μπόρεσαν να εννοήσουν τη σοφία του Θεού, αλλά και τον Διδάσκαλο τον σταύρωσαν. Ας προσέξομε λοιπόν κι εμείς αν ακούμε μ’ ευχαρίστηση. Γιατί ο ίδιος είπε: «Όποιος με αγαπά θα φυλάξει τις εντολές μου. Θα τον αγαπήσει ο Πατέρας μου, θα τον αγαπήσω κι εγώ και θα του φανερώσω τον εαυτό μου»(112). Βλέπεις πώς έκρυψε μέσα στις εντολές τη φανέρωσή Του; Απ’ όλες λοιπόν τις αρετές, εκείνη που τις περιλαμβάνει όλες είναι η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, που προέρχεται από την αποχή από την ύλη και την ησυχία των λογισμών.
224. Το γνωρίζει αυτό ο Κύριος και μας παραγγέλει: «Μη φροντίσετε για το αύριο»(113). Και είναι σωστό. Γιατί εκείνος που δεν έχει απαλλαγεί από την μέριμνα της ύλης, πώς θα απαλλαγεί από τους πονηρούς λογισμούς; Κι εκείνος που είναι περικυκλωμένος από λογισμούς, πώς θα δει πραγματική την αμαρτία που σκεπάζουν οι λογισμοί; Αυτή είναι σκοτάδι και ομίχλη της ψυχής, που προήλθε από πονηρές σκέψεις και πράξεις. Ο διάβολος πειράζει με προσβολές πονηρών λογισμών, δε βιάζει όμως αλλά υποδεικνύει την αρχή. Ο άνθρωπος με φιληδονία και κενοδοξία ευχαρίστως ανταποκρίνεται. Γιατί αν και δεν ήθελε από διάκριση, αλλά στην πράξη ευχαριστιόταν και παραδεχόταν. Εκείνος που δεν είδε την καθολική (γενική) αμαρτία, πότε θα παρακαλέσει να απαλλαγεί από αυτήν; Εκείνος που δεν καθαρίστηκε, πώς θα βρει τον τόπο της καθαρής φύσεως; Κι εκείνος που δεν τον βρήκε, πώς θα δει τον εσωτερικότερο οίκο του Χριστού; Αφού είμαστε οίκος Θεού κατά τον προφητικό και ευαγγελικό λόγο και τον αποστολικό(114).
225. Πρέπει λοιπόν ακολουθώντας αυτά που είπαμε παραπάνω, να ζητήσομε να βρούμε τον οίκο, και με προσευχή να επιμένομε να «κρούομε», ώστε ή τώρα ή κατά την ώρα του θανάτου μας να μας ανοίξει ο Κύριος και να μη μας πει επειδή αμελήσαμε, «Δεν γνωρίζω από που είστε»(115). Όχι μόνο χρεωστούμε να ζητήσομε και να λάβομε, αλλά και ό,τι λάβομε να φυλάξομε. Επειδή υπάρχουν μερικοί που το έχασαν, αφού το έλαβαν. Γι’ αυτό, των πραγμάτων που προείπαμε, ψιλή γνώση ή και τυχαία πείρα, ίσως και οψιμαθείς και νέοι κατέχουν. Την εργασία όμως την υπομονετική κι επίμονη, μόλις διαθέτουν οι ευλαβείς και πολύπειροι γέροντες, οι οποίοι από απροσεξία πολλές φορές την έχασαν και με εκούσιους κόπους την αναζήτησαν και την βρήκαν. Αυτό και εμείς να μην παύομε να κάνομε μέχρις ότου την αποκτήσουμε μόνιμα.
226. Αυτές τις λίγες εντολές του Πνευματικού Νόμου ξεχωρίσαμε από τις πολλές. Αυτές και ο μέγας Ψαλμωδός(116) προτρέπει ακατάπαυστα να μαθαίνομε και να πράττομε όσοι συνεχώς ψάλλομε στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού. Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα και το κράτος και η προσκύνηση, τώρα και στους αιώνες. Αμήν!
* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *
50. Λουκ. 17, 10.
51. Α΄ Κορ. 15, 3.
52. Ματθ. 25, 21.
53. Α΄ Κορ. 8, 1.
54. Ρωμ. 5, 8.
55. Β΄ Κορ. 5, 15.
56. Ματθ. 16, 27.
57. Λουκ. 3, 11.
58. Λουκ. 14, 33.
59. Γαλ. 5, 16-17.
60. Ψαλμ. 50, 19.
61. Ματθ. 19, 30.
62. Ψαλμ. 72, 28.
63. Ματθ. 5, 44.
64. Ματθ. 25, 14-30.
65. Παροιμ. 16, 8.
66. Α΄ Παρ. 16, 14.
67. Ματθ. 24, 20.
68. Ιερ. 28, 9.
69. Γαλ. 5, 22.
70. Ρωμ. 10, 17.
71. Εβρ. 11,1.
72. Ματθ. 11, 29.
73. Α΄ Κορ. 12, 11.
74. Πραξ. 2, 3.
75. Α΄ Βασιλ. 11, 6. 16, 13.
76. Α΄ Κορ. 12, 11.
77. Εφ. 4, 30.
78. Α΄ Θεσ. 5, 19.
79. Ησ. 63, 10.
80. Ρωμ. 8, 23.
81. Πραξ. 2, 4 κ.α.
82. Ψαλμ. 50, 19.
83. Ψαλμ. 61, 10.
84. Ψαλμ. 38, 7.
85. Μαρκ. 10, 30.
86. Ρωμ. 7, 23.
87. Ψαλμ. 31, 1.
88. Α΄ Τιμ. 2, 4.
89. Εφ. 6, 12.
90. Λουκ. 18, 1.
91. Εξ. 20, 9.
92. Ματθ. 18, 21.
93. Εβρ. 4, 11.
94. Λουκ. 17, 21.
95. Εβρ. 11, 1.
96. Α΄ Κορ. 9, 24.
97. Β΄ Κορ. 13, 5.
98. Ματθ. 6, 33.
99. Ιω. 15, 5.
100. Πραξ. 28, 20.
101. Α΄ Τιμ. 6, 9.
102. Παροιμ. 9, 8.
103. Σ. Σειρ. 28, 13.
104. Γαλ. 4, 16.
105. Ψαλμ. 26, 14.
106. Λουκ. 5, 5.
107. Πραξ. 9, 8.
108. Πραξ. 6, 13. 7, 56.
109. Ματθ. 6, 14.
110. Παροιμ. 26, 3.
111. Ψαλμ. 31, 9.
112. Ιω. 14, 21.
113. Ματθ. 6, 34.
114. Ιω. 14, 23. Α΄ Κορ. 3, 16. Εβρ. 3, 6.
115. Λουκ. 13, 25.
116. Ψαλμ. 1, 2 κ.α.
--------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου