Είναι το τελευταίο εκκλησιαστικό μυστήριο στο οποίον η θεία χάρη παρέχει ψυχοσωματική ίαση στους πιστούς, δηλαδή θεραπεύει κατά κύριο λόγο τα νοσήματα τού σώματος (τις φυσικές αρρώστιες) και κατά δεύτερο λόγο τα νοσήματα της ψυχής (τα αμαρτήματα).
Μαρτυρία στη Γραφή περί τού ιερού μυστηρίου έχουμε το χωρίο της καθολικής Επιστολής τού Ιακώβου· «Ασθενεί τις εν υμίν; προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας και προσευξάσθωσαν επ’ αυτόν, αλείψαντες ελαίω εν τώ ονόματι τού Κυρίου· και η ευχή της πίστεως σώσει τον κάμνοντα, και εγερεί αυτόν ο Κύριος· κάν αμαρτίας ή πεποιηκώς, αφεθήσεται αυτώ». Ότι εδώ πρόκειται περί πρακτικής όπου την ίαση επάγεται η χάρη τού Θεού και όχι η ιαματική ίαση τού ελαίου, όπως νομίζουν όσοι δεν πιστεύουν στο μυστήριο, είναι από όσα λέγονται φανερό (πίστη και προσευχή ως παράγοντες διά την ίαση).
Την ανάγκη τού μυστηρίου απαιτούν κατά κύριο λόγο οι ασθένειες τού σώματος, που τόσο ταλαιπωρούν τους πιστούς και εκθέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Ο Χριστός συνέστησε το μυστήριο τού ευχελαίου ακριβώς διά ν αντιμετωπίσει μία τόσο δύσκολη στιγμή στη ζωή των μελών της Εκκλησίας του. Παράλληλα το μυστήριο χορηγεί και άφεση αμαρτιών στις ψυχές των ασθενούντων.
Ορατό σημείο τού μυστηρίου είναι η χρίση τού ασθενούντος με αγιασμένο έλαιο μαζί με την ευχή που εκφωνεί ο ιερέας· «Πάτερ άγιε, ιατρέ των ψυχών και των σωμάτων, ο πέμψας τον μονογενή σου Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, πάσαν νόσον ιώμενον και εκ θανάτου λυτρούμενον, ίασαι και τον δούλον σου τούδε εκ της περιεχούσης αυτόν σωματικής ασθένειας, και ζωοποίησον αυτόν διά της χάριτος τού Χριστού σου».
Εκ των σκοπών τού ευχελαίου η ίαση των σωματικών νόσων που είναι πρωταρχικός στόχος του, δεν πραγματοποιείται πάντοτε, πράγμα που δημιουργεί κάποια ερωτηματικά, τόσο περισσότερο όσο η θεραπεία τού σώματος δεν είναι κάτι αόρατο και μυστικό, αλλά κάτι το συγκεκριμένο που ο άνθρωπος βλέπει και διαπιστώνει εξωτερικά. Γιατί να μη παρέχεται πάντοτε η ίαση, αφού η χάρη λειτουργεί στο μυστήριο «εξ ανάγκης»; Μία πρόχειρη απάντηση ίσως να μην είναι εύκολο να δοθεί. Ενδεχομένως να πταίει η έλλειψη πίστεως τού ασθενούντος ή και των οικείων του. Εν πάση περιπτώσει η θέσπιση τού μυστηρίου δεν απέβλεπε στην κατανίκηση όλων των σωματικών ασθενειών, οι οποίες στα χέρια τού Θεού είναι δραστικό μέσο παιδαγωγίας και σωφρονισμού των αμαρτωλών ανθρώπων. Ούτε πάλιν αποσκοπούσε στη ματαίωση τού θανάτου, που, ως επί το πλείστον, είναι αποτέλεσμα της σωματικής νόσου, σφραγίζοντας την πορείαν αρρωστημένων βιολογικών καταστάσεων. Η ίαση όμως των αμαρτιών σε όσους ασθενείς μετενόησαν ειλικρινά, οι οποίες συχνά είναι πηγή των σωματικών νόσων, χορηγείται πάντοτε διά της ευχής (προσευχής της Εκκλησίας). Ιδιαιτέρως συγχωρούνται τα αμαρτήματα εκείνα, τα οποία ο ασθενής δεν μπορεί, λόγω της καταστάσεώς του, να εξομολογηθεί στον ιερέα. Τούτο έχουσα υπόψει της η Εκκλησία συνδυάζει το ευχέλαιο με τη μετάνοια, τελούσα αυτό και σε υγιείς πιστούς που προετοιμάζονται διά τη θεία Μετάληψη.
Εκ των σκοπών τού ευχελαίου η ίαση των σωματικών νόσων που είναι πρωταρχικός στόχος του, δεν πραγματοποιείται πάντοτε, πράγμα που δημιουργεί κάποια ερωτηματικά, τόσο περισσότερο όσο η θεραπεία τού σώματος δεν είναι κάτι αόρατο και μυστικό, αλλά κάτι το συγκεκριμένο που ο άνθρωπος βλέπει και διαπιστώνει εξωτερικά. Γιατί να μη παρέχεται πάντοτε η ίαση, αφού η χάρη λειτουργεί στο μυστήριο «εξ ανάγκης»; Μία πρόχειρη απάντηση ίσως να μην είναι εύκολο να δοθεί. Ενδεχομένως να πταίει η έλλειψη πίστεως τού ασθενούντος ή και των οικείων του. Εν πάση περιπτώσει η θέσπιση τού μυστηρίου δεν απέβλεπε στην κατανίκηση όλων των σωματικών ασθενειών, οι οποίες στα χέρια τού Θεού είναι δραστικό μέσο παιδαγωγίας και σωφρονισμού των αμαρτωλών ανθρώπων. Ούτε πάλιν αποσκοπούσε στη ματαίωση τού θανάτου, που, ως επί το πλείστον, είναι αποτέλεσμα της σωματικής νόσου, σφραγίζοντας την πορείαν αρρωστημένων βιολογικών καταστάσεων. Η ίαση όμως των αμαρτιών σε όσους ασθενείς μετενόησαν ειλικρινά, οι οποίες συχνά είναι πηγή των σωματικών νόσων, χορηγείται πάντοτε διά της ευχής (προσευχής της Εκκλησίας). Ιδιαιτέρως συγχωρούνται τα αμαρτήματα εκείνα, τα οποία ο ασθενής δεν μπορεί, λόγω της καταστάσεώς του, να εξομολογηθεί στον ιερέα. Τούτο έχουσα υπόψει της η Εκκλησία συνδυάζει το ευχέλαιο με τη μετάνοια, τελούσα αυτό και σε υγιείς πιστούς που προετοιμάζονται διά τη θεία Μετάληψη.
Τελετουργοί τού μυστηρίου είναι οι ιερείς, περισσότεροι τού ενός, όπως παρατηρεί ο Ιάκωβος, σε περίπτωση δε ανάγκης και ένας μόνος. Χρίονται δε όλοι ανεξαίρετα οι ασθενείς και όχι μόνον οι βαρύτατα ασθενούντες. Την τελευταία πρακτική (χρίση των βαρύτατα ασθενούντων) ακολουθεί η Δυτική Εκκλησία, η οποία μετεποίησε (πιθανώς τον ΙΒ' αιώνα) το ευχέλαιο σε έσχατη χρίση και εφόδιο των αποθνησκόντων, παρά τους σαφείς λόγους τού αγίου Ιακώβου. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ως έσχατο εφόδιο της ψυχής κατά την ώρα τού θανάτου χορηγείται η θεία Ευχαριστία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου