ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Ὅλοι γνωρίζουμε τὴ θεϊκὴ ἐντολὴ «οὐ μοιχεύσεις», μία ἀπὸ τὶς 10 ἐντολές, ποὺ ἀπαγορεύει ὡς ἁμαρτία τὴ μοιχεία. Ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο (Μάτθ. 5:27) ὅσο καὶ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (Β’ Τίμ. 3:1, Ἑβρ 13:4). Οἱ πολλοὶ ἑρμηνεύουν ὡς μοιχεία τὴν παράβαση τῆς συζυγικῆς πίστεως. Δηλαδή, ἡ μοιχεία κατ’ αὐτοὺς προϋποθέτει νόμιμο γάμο καὶ καταπάτηση ἀπὸ τὸν ἕνα τῶν συζύγων τῆς συζυγικῆς πίστεως. Ἐπίσης, ξέρουμε ὅτι καὶ ἡ πορνεία ἀπαγορεύεται σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ (Ἃ’ Κόρ. 5:1, 9• 6:9, 15, 18, Ἑβρ. 13:4, 21:15). Ὡς πορνεία δὲ οἱ πολλοὶ θεωροῦν τὴ σεξουαλικὴ ἐπαφὴ ποὺ γίνεται ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο μὲ πόρνες καὶ ἐπὶ χρήμασι. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὶς ἀντιλήψεις αὐτὲς ὡς ἁμαρτία θεωρεῖται α) ἡ παραβίαση τῆς συζυγικῆς πίστεως, ὅταν ὁ δράστης εἶναι ἔγγαμος καὶ β) ἡ συνουσία ποὺ γίνεται ἐκτός του γάμου καὶ μὲ πληρωμή.
Κατὰ συνέπεια, ἔξω ἀπὸ τὶς ρυθμίσεις αὐτές, ἄρα δὲ καὶ νόμιμες, θεωρεῖται ὅτι εὑρίσκονται οἱ σεξουαλικὲς σχέσεις ποὺ γίνονται μὲν ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο, ἀλλὰ μεταξὺ δύο ἑτερόφυλων ἀνθρώπων ποὺ «ἀγαπιοῦνται» καὶ βέβαια δὲν προϋποθέτουν καταβολὴ κάποιου χρηματικοῦ τιμήματος. Εἶναι ἔτσι;
Στὴν Ἁγία Γραφὴ οἱ λέξεις μοιχεία καὶ πορνεία χρησιμοποιοῦνται ἐνίοτε ἀδιακρίτως, π.χ. ὁ Κύριος μιλώντας γιὰ τὸ δικαίωμα ἐκδόσεως διαζυγίου μεταξὺ δύο παντρεμένων προσώπων, ὅρισε ὡς μοναδικὸ λόγο τὴν πορνεία, ἐννοώντας βέβαια τὴ μοιχεία (Μάτθ. 5:32). Πάντως, οὐδέποτε οἱ λέξεις μοιχεία καὶ πορνεία σημαίνουν μόνο τὴν ἐπὶ χρήμασι συνουσία. Ὡς παράδειγμα φέρω τὴν περίπτωση τοῦ αἱμομίκτου τῆς Κορίνθου, ποὺ συζοῦσε μὲ τὴν μητρυιὰ τοῦ – ἀσφαλῶς χωρὶς νὰ τὴν.. πληρώνει – τὸν ὁποῖον ψέγει δριμύτατα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἃ’ Κόρ. 5:1).
Πουθενὰ στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν δικαιώνονται οἱ προγαμιαῖες σχέσεις ἐφ’ ὅσον γίνονται μεταξὺ δύο προσώπων ποὺ «ἀγαπιοῦνται». Καὶ πουθενὰ στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν θὰ βροῦμε ἀμνήστευση τῶν σχέσεων αὐτῶν ἐπειδὴ ἀπουσιάζει ἡ πληρωμὴ καὶ γίνεται ἐπίκληση τοῦ ἐρωτικοῦ αἰσθήματος. Ἂς φέρουμε μερικὰ παραδείγματα:
α) Ἡ περίπτωση τῆς Σαμαρείτιδος. Ἔχει τελέσει 5 νομίμους γάμους (ἐπετρέπετο τοῦτο) καὶ τώρα συζεῖ μὲ ξένον ἄνδρα, ἀσφαλῶς διότι «ἀγαπιοῦνται». Ἔχει ὡστόσο τὴν συνείδησή της βαρειά, γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ὁ Κύριος της λέγει νὰ πάει νὰ φωνάξει τὸν (νόμιμο) ἄνδρα της, ἐκείνη τοῦ λέγει «οὐκ ἔχω ἄνδρα», θέλουσα νὰ κρύψει ὅτι συζεῖ παρανόμως μὲ ἄνδρα ποὺ δὲν εἶναι νόμιμος σύζυγός της. Καὶ ὁ Κύριος τὴν ἐπιβεβαιώνει, λέγοντάς της ὅτι εἶπε τὴν ἀλήθεια, διότι ὄντως 5 ἄνδρες ἐνυμφεύθη καὶ αὐτὸν ποὺ τώρα ἔχει δὲν εἶναι νόμιμος σύζυγός της. Δηλαδὴ ὁ Κύριος ἀρνεῖται πὼς ἡ σχέση αὐτὴ εἶναι νόμιμη καὶ ἀποδεκτή.
β) Τὸ παράδειγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὁ Ἄπ. Παῦλος ἦτο ἄγαμος. Γράφει λοιπὸν γιὰ τοὺς ἄγαμους ἄνδρες καὶ τὶς χῆρες γυναῖκες, ὅτι θὰ προτιμοῦσε κι αὐτοὶ νὰ παραμείνουν ὅπως καὶ αὐτὸς δήλ. νὰ μὴν παντρευθοῦν. Ὅμως – συνεχίζει – ἂν αὐτὸ δὲν τὸ μποροῦν, ἕνεκα τῆς ἀσθενείας τῆς σάρκας, τότε καλὸν εἶναι νὰ παντρευθοῦν. Δὲν τοὺς εἶπε νά... βολευθοῦν μὲ ἐξώγαμες σεξουαλικὲς σχέσεις εὑρίσκοντας ὁ καθένας καὶ ἡ καθεμιὰ ἕνα... ταίρι ἔξω του γάμου.
γ) Ὁ ξθ’ Κανὼν τοῦ Μέγ. Βασιλείου. Ο Μ. Βασίλειος θεωρεῖ ὡς κώλυμα ἱερωσύνης τὶς προγαμιαῖες σχέσεις ἑνὸς Ἀναγνώστου. Τοῦ ἐπιβάλλει μάλιστα γιὰ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ αὐτὴ ἑνὸς ἔτους ἐπιτίμιο. Ἄρα θεωρεῖ τὶς σχέσεις αὐτὲς ἐκτός του γάμου ὡς ἁμαρτίαν ἀξίαν κατακρίσεως καὶ παιδαγωγικῆς τιμωρίας.
δ) Ὁ δ’ Κανὼν τοῦ Ἄγ. Γρηγορίου Νύσσης. Ὁμιλεῖ γιὰ τὴ διάκριση μεταξὺ πορνείας καὶ μοιχείας. Καὶ τὶς δύο θεωρεῖ ὡς ἁμαρτία. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν εἶναι ὅτι εἰς μὲν τὴν πορνείαν δὲν γίνεται κάποια ἀδικία σὲ βάρος τρίτου, ἐνῶ μὲ τὴ μοιχεία πλήττεται ὁ ἀπατώμενος νόμιμος σύζυγος. Καμιὰ διάκριση δὲν γίνεται μὲ κριτήριο τὴν καταβολὴ χρημάτων ἢ τὴν ὕπαρξη αἰσθήματος ἐρωτικοῦ.
ε) Ὁ κὲ’ Κανὼν τοῦ Μέγ. Βασιλείου. Προβλέπει τὴν περίπτωσιν κάποιου ἀνδρὸς ποὺ διέφθειρε μία γυναίκα καὶ στὴ συνέχεια τὴν παντρεύθηκε. Γιὰ μὲν τὴν σεξουαλικὴ σχέση, ἀδιάφορα ἂν ἔγινε μὲ βιασμὸ ἢ μὲ τὴ θέληση τῆς γυναίκας, τὸν ἐπιτιμὰ αὐστηρά. Ἐγκρίνει ὅμως τὴ διατήρηση τοῦ γάμου. Ἂν ἡ πρὸ τοῦ γάμου σεξουαλικὴ συνάφεια τοῦ ζευγαριοῦ ἦταν ἐπιτρεπτή, γιατί ὁ Μ. Βασίλειος ἐπιβάλλει ἐπιτίμιο;
Ἀπὸ τὰ προηγούμενα γίνεται σαφὲς ὅτι οἱ προγαμιαῖες σχέσεις δὲν ἐγκρίνονται ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Βέβαια, σήμερα οἱ ἀντιλήψεις τοῦ κόσμου διαφέρουν. Πολλοὶ σήμερα ἐγκρίνουν καὶ θεωροῦν φυσιολογικὲς τὶς σχέσεις αὐτές. Δικαίωμά τους, ὅπως δικαίωμα καὶ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νὰ πεῖ γυμνὴ τὴν ἀλήθεια τοῦ θείου λόγου. Καὶ ὁ καθεὶς ἂς πράξει κατὰ συνείδησιν.
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος,
«Το σώμα του Χριστού και ο κήπος των τέρψεων»,
εκδ. Εγρήγορση.
«Το σώμα του Χριστού και ο κήπος των τέρψεων»,
εκδ. Εγρήγορση.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου