Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023
Πέμπτη 13 Μαΐου 2021
- 10:33 μ.μ.
- p.Ioannis Kiparissopoulos
- ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΛΟΓΟΙ
- No comments
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ γεννήθηκε τὸ 310 σ᾿ ἕνα χωριὸ
τῆς Παλαιστίνης ποὺ ὀνομαζότανε Βησανδούκη καὶ ἀπεῖχε λίγα χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν
Ἐλευθερόπολη. Κάποτε λοιπὸν πλησίασε τὸν Ἅγιο ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους μάγους
τῆς Περσίας, λέγοντάς του: «Μακάριε Ἐπιφάνιε μάγε ἀγαπημένε, ἦλθες ἐδῶ γιὰ νὰ
κάνεις πολλὰ κατορθώματα. Δίδαξε τὴν τέχνη σου, σὲ ὅλους μας ἐδῶ τοὺς μάγους
καὶ θὰ ὑπακοῦμε σὲ ἐσένα».
Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος τοῦ ἀπάντησε: «Μάγε ἐχθρὲ τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ,
ἔμαθες νὰ λὲς λόγια ἀπρεπῆ καὶ μάθε ὅτι οἱ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μάγοι τῆς
ἀδικίας. Γι᾿ αὐτὸ ἐπειδὴ εἶσαι πονηρὸς καὶ χρειάζεσαι σωφροσύνη, σοῦ λέω νὰ
μείνεις ἄφωνος καὶ νὰ μὴν μπορεῖς νὰ μιλᾶς τοῦ λοιποῦ μέχρι νὰ διορθωθεῖς». Πράγματι ὁ Μάγος ἔχασε τὴν φωνή του καὶ ἔπαθε
καὶ ἀκινησία. Βλέποντας οἱ παρευρισκόμενοι ὅλα αὐτά, τρόμαξαν καὶ ἔπεσαν
καταγῆς. Τότε ὁ Ἅγιος ἔπιασε τὸν βασιλιὰ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τοῦ εἶπε: «Σήκω ἐπάνω
βασιλιά μου καὶ μὴ φοβᾶσαι». Τότε σηκώθηκαν ὅλοι ἐπάνω καὶ στραφεὶς πρὸς τὸν
μάγο ὁ Ἅγιος τοῦ εἶπε: «Συλλογίσου ὅλα αὐτὰ ποὺ εἶδες καὶ ἄκουσες καὶ πρόσεχε
τὴν ἀλήθεια καὶ πάψε νὰ μὲ νομίζεις μάγο, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι δοῦλος τοῦ
ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἐν τῷ ὀνόματί του μίλησε καὶ κινήσου ὅπως καὶ
πρὶν καὶ γίνε φίλος τῆς ἀλήθειας».
Ἀμέσως τότε ὁ μάγος ἄρχισε νὰ ξαναμιλάει καὶ νὰ
κινεῖται καὶ ζήτησε συγχώρεση καὶ μετάνιωσε γιὰ ὅ,τι ἔσφαλε στὸν Ἅγιο. Λίγο
ἀργότερα ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος ἀνέστησε ἐνώπιον τοῦ βασιλιᾶ ἄνθρωπο ποὺ πέθανε ἀπὸ
τὶς ἀδικίες τῶν μάγων. Καὶ στὰ τελευταῖα του χρόνια ὁ Ἅγιος προσκάλεσε μία
γυναίκα ἀπὸ τὸ χωριὸ Σουλιμά, ἡ ὁποία ἦταν μάγισσα καὶ πλάνευε πολλοὺς καὶ
τυραννοῦσε πολλοὺς καὶ τοὺς παρέδιδε στὸν Σατανᾶ καὶ τὴν ἐπιτίμησε λέγοντάς της
νὰ σταματήσει ὅλα αὐτὰ τὰ κακὰ ποὺ κάνει, νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ νὰ ὑποστεῖ κανόνα
εἰδάλως θὰ εἶναι ἐκτὸς τῆς ἐκκλησίας. Ἡ πρώην μάγισσα μετανοημένη πλέον,
δέχθηκε νὰ ἐξομολογηθεῖ στὸν Ἅγιο Ἐπιφάνιο. Ὁ Ἅγιος μὲ πολλὴ χαρά, τὴν
παρηγόρησε καὶ τῆς ἐπέβαλε κανόνα ἀνάλογο τῶν ἁμαρτημάτων της, σύμφωνα μὲ τοὺς
Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Παρήγγειλε δὲ στὴ γυναίκα αὐτὴ μετὰ τὸ τέλος τοῦ
κανόνα, νὰ ἐπανέλθει νὰ τῆς διαβάσει τὴ συγχωρετικὴ εὐχὴ γιὰ νὰ τῆς δώσει ἄδεια
νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Μετὰ ἀπὸ χρόνο μαθαίνει ἔκπληκτη ἡ γυναίκα
ὅτι ὁ Ἅγιος ἀσθένησε καὶ πλησιάζει στὸν θάνατο. Τρέχει στὴν Χριστιανούπολη
προκειμένου νὰ προλάβει τὸν Ἅγιο Ἐπιφάνιο ζωντανό, μάταια ὅμως, ὁ Ἅγιος εἶχε
κοιμηθεῖ καὶ τὸν ὅδευαν πρὸς τὸν τάφο. Τότε διασχίσασα τὸ πλῆθος μὲ ὁρμή, ἔπεσε
πάνω στὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καὶ γοερὰ θρηνεῖ. Ὁ Ἅγιος ἐπιτελεῖ το πρῶτο του θαῦμα
μετὰ θάνατον. Μὴ ἀντέχοντας τὸν πόνο τῆς ψυχῆς τῆς μετανοημένης γυναίκας, ὕψωσε
τὸ χέρι σὰν νὰ ἦταν ζωντανός, τὴν εὐλόγησε καὶ τῆς ἔλυσε τὸν κανόνα. Ὅλοι οἱ
παρευρισκόμενοι ἐξεπλάγησαν καὶ ὑμνοῦσαν τὸν Τριαδικὸ Θεό.
http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/
- 10:26 μ.μ.
- p.Ioannis Kiparissopoulos
- ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΛΟΓΟΙ
- No comments
ΟΣΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ
Ο ΟΣΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ γεννήθηκε στὰ τέλη τοῦ
ΙΕ´ αἰῶνα στὸ χωριὸ Πλατίνα τῆς ἐπαρχίας Φαναριοῦ Τρικάλων, ἀπὸ εὐσεβεῖς
γονεῖς.
Κάποια γυναίκα ποὺ ἦταν χήρα καὶ εἶχε δυὸ
παιδιά, τὸν Δημήτριο καὶ τὸν Ἀρσένιο ζοῦσε κοντὰ στὸν Ὄλυμπο ὅπου μόναζε ὁ
Ὅσιος Διονύσιος. Ἔτυχε καὶ ἀρρώστησε τὸ ἕνα της παιδί, ὁ Ἀρσένιος ἀπὸ μία πολὺ
ἄσχημη ἀσθένεια καὶ πρήσθηκε τὸ πρόσωπό του καὶ ἡ μητέρα του ὀνόματι Ζωὴ ἔπεσε
σὲ βαθιὰ θλίψη. Ἀκούσας ὁ Δημήτριος γιὰ τὸν Ὅσιο Διονύσιο εἶπε στὴ μητέρα του:
«Ἂν δὲν πάω τὸν Ἀρσένιο στὸν Ὅσιο Διονύσιο δὲν θεραπεύεται». Ἡ μητέρα του, τοῦ
ἀπάντησε νὰ πᾶνε. Ὅταν ἦλθαν στὸν Ἱερομόναχο τότε Διονύσιο τοὺς ὑποδέχθηκε μὲ
τὴν Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Διάβασε ὁ Ὅσιος εὐχὲς στὸν Ἀρσένιο καὶ ἔχρισε τὸ πρόσωπό
του μὲ ἅγιο ἔλαιο καὶ σὲ λίγες μέρες θεραπεύθηκε.
Παραμείνας στὸ μοναστήρι ὁ Ἀρσένιος γιὰ
λίγες μέρες πόθησε νὰ γίνει μοναχὸς καὶ συμβουλεύθηκε καὶ τὸν ἀδελφό του
Δημήτριο, ὁ ὁποῖος τὸν παρότρυνε νὰ τὸ κάνει. Ὅταν ὁ Δημήτριος γύρισε στὸ σπίτι
του, ἐξιστόρησε στὴ μητέρα του τί ἔγινε καὶ ἐκείνη ἀμέσως ἀπαρηγόρητη ἔκλαψε.
Κάποια γυναίκα ποὺ τὴν εἶδε σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὴν συμβούλεψε νὰ καταφύγει
γιὰ βοήθεια σὲ μιὰ μάντισσα. Πράγματι ἡ μάντισσα ἔκανε τὴν κακοπραγία
ἐπικαλούμενη μὲ ἐπωδὲς τὸν ἔξαρχο τῶν δαιμόνων τὸν ὁποῖο τὸν ἔστειλε στὸν
Ὄλυμπο νὰ βγάλει ἀπὸ τὴ Μονὴ τὸν Ἀρσένιο.
Ἡ θεία Δύναμη ὅμως ποὺ σκέπαζε τὸ
Μοναστήρι, τὸν ἔδιωξε καὶ ὅταν γύρισε ντροπιασμένος στὴ μητέρα τοῦ Ἀρσενίου
ἄπρακτος τὴν ἕσφιγγε ἀπὸ τὸ λαιμό, τὴν ἔδερνε καὶ τῆς ἔλεγε: «Γιατί μὲ ἔστειλες
στὸν Ἀσκητὴ Διονύσιο, τὸν δοῦλο τοῦ Θεοῦ ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὸν πλησιάσω;» καὶ
συνέχιζε νὰ τὴν κλωτσάει καὶ νὰ τὴν μαστιγώνει.
Τότε τόσο πολὺ ὑπέφερε, ποὺ ἀπὸ τὶς φωνές
της ἔτρεξε ὁ κόσμος, νὰ δεῖ τί συμβαίνει. Τὴν βρῆκαν σὲ ἐλεεινὴ κατάσταση καὶ
ἐκείνη ὁμολόγησε τὸ τί ἔπραξε. Τότε ἡ ἴδια ἔστειλε τὸν Δημήτριο νὰ φέρει τὸν
Ὅσιο νὰ τὴν βοηθήσει. Ὁ Ἅγιος ἦλθε καὶ τὴν βοήθησε καὶ ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὸν
δαίμονα. Μετὰ ἀπὸ αὐτό, τόσο ἀγάπησε τοὺς Μοναχούς, ὥστε ἔγινε καὶ αὐτὴ Μοναχὴ καθὼς
ἐπίσης καὶ ὁ Δημήτριος.
Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021
Ακατάληπτον
εστί, το τελούμενον εν σοί, και αγγέλοις και βροτοίς, Μητροπάρθενε αγνή.
(Είναι
αδύνατο να καταλάβουν και οι άγγελοι και οι άνθρωποι αυτό που συμβαίνει και
τελείται μέσα Σου, Θεοτόκε, Μητροπάρθενε και αγνή.)
Αγκαλίζεται
χερσίν, ο πρεσβύτης Συμεών, τον του νόμου Ποιητήν, και Δεσπότην του παντός.
(Με τα χέρια
του ο γέροντας Συμεών αγκαλιάζει Αυτόν, που έδωκε στους ανθρώπους τον νόμο,
δηλαδή τον Δεσπότη και Κύριο του παντός.)
Βουληθείς
ο Πλαστουργός, ίνα σὠση τον Αδάμ, μήτραν ώκησε την σήν, της Παρθένου και αγνής.
(Επειδή ο Θεός και πλάστης του
ανθρώπου θέλησε να σώσει τον Αδάμ, κατοίκησε μέσα στη δική Σου μήτρα, σε εσένα,
την παρθένο και αγνή.)
Γένος άπαν
των βροτών, μακαρίζει σε Αγνή, και δοξάζει σε πιστώς, ως Μητέρα του Θεού.
(Όλο το
γένος των ανθρώπων Σε καλοτυχίζει και Σε δοξάζει, Αγνή Θεοτόκε, με πίστη, γιατί
είσαι η μητέρα του Θεού.)
Δεύτε,
ίδετε Χριστόν, τον Δεσπότην του παντός, όν βαστάζει Συμεών, σήμερον εν τω ναώ.
(Ελάτε να
δείτε τον Χριστό, τον Δεσπότη του παντός, να Τον κρατά στα χέρια του ο Συμεών,
σήμερα στον ναό.)
Επιβλέπεις
προς την γην, και ποιείς τρέμειν αυτήν, και πώς γέρων κεκμηκώς, σε κατέχει εν
χερσί;
(Ένα Σου βλέμμα ρίχνεις πάνω στη
γη και την κάνεις να τρέμει· και πώς τώρα ένας κατάκοπος γέροντας Σε κρατάει
στα χέρια του?)
Ζήσας έτη
Συμεών, έως είδε τον Χριστόν, και εβόα προς αυτόν· Νυν απόλυσιν ζητώ.
(Ο Συμεών
έζησε πολλά χρόνια μέχρις ότου είδε τον Χριστό, και με δυνατή φωνή του είπε:
Τώρα ευχαριστημένος που Σε είδα Σου ζητώ να με απολύσεις από τούτη τη ζωή.)
Η λαβίς η
μυστική, η τον άνθρακα Χριστόν, συλλαβούσα εν γαστρί, συ υπάρχεις Μαριάμ.
(Συ Παρθένε
Μαρία είσαι η μυστική λαβίδα, που μεσα Σου συνέλαβες τον Χριστό, που είναι ως
Θεός, άνθρακας για τον αμαρτωλό άνθρωπο.)
Θέλων
ενηνθρώπησας, ο προάναρχος Θεός, και ναώ προσφέρεσαι, τεσσαρακονθήμερος.
(Με τη
θέλησή Σου έγινες άνθρωπος Συ που είσαι Θεός προ πάντων των αιώνων· και με τη
θέλησή Σου, τηρώντας τις διατάξεις του νόμου, προσφέρεσαι στον ναό σαν βρέφος
σαράντα ημερών.)
Κατελθόντ’
εξ ουρανού, τον Δεσπότην του παντός, υπεδέξατο αυτόν, Συμεών ο ιερεύς.
(Όταν
κατέβηκε από τους ουρανούς ο Δεσπότης του κόσμου όλου, τον υποδέχθηκε στον ναό
ο Συμεών ο ιερεύς.)
Λάμπρυνόν
μου την ψυχήν, και το φως το αισθητόν, όπως ίδω καθαρώς, και κηρύξω σε Θεόν. (
Δώσε λάμψη
στην ψυχή μου και καθάρισε το φως των αισθήσεών μου, για να Σε ιδώ ξεκάθαρα και
να Σε κηρύξω σαν Θεό.)
Ο Ειρμός
«Εν νόμω σκιά και γράμματι, τύπον κατίδωμεν
οι πιστοί· πάν άρσεν το την μήτραν διανοίγον, άγιον Θεω· διό πρωτότοκον Λόγον,
Πατρός Ανάρχου Υιόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, απειράνδρω μεγαλύνωμεν.»
(Στον νόμο
της Παλαιάς Διαθήκης, κρυμμένο μέσα σε σκιά και κάτω από τα γράμματα και τις
εντολές του, οι πιστοί είδαμε τον τύπο του Χριστού. Διότι έλεγε πως κάθε
πρωτότοκο αρσενικό παιδί, θα αφιερωνόταν σαν άγιο και ιερό στον Θεό. Γι’ αυτόν
τον λόγο οι πιστοί τώρα, που βλέπουμε τον Υιό και Λόγο του Θεού, του Ανάρχου
Πατρός, ως πρωτότοκο παιδί της απειράνδρου Θεοτόκου, ας τον μεγαλύνουμε με τους
ύμνους μας.)
Μητροπάρθενε αγνή, τί προσφέρεις τω ναώ, νέον
βρέφος αποδούσ’ εν αγκάλαις Συμεών;
(Θεοτόκε, μητέρα και παρθένε, τι
προσφέρεις στον ναό, δίνοντας στα χέρια του Συμεών ένα νέο Βρέφος σαράντα
ημερών?)
Νυν
απόλυσιν ζητώ, από σού του Πλαστουργού, ότι είδον σε Χριστέ, το σωτήριόν μου
φως.
(Τώρα πια ζητώ από Σένα που με
έπλασες με τα χέρια Σου, να με απολύσεις από τούτη τη ζωή, γιατί είδα Εσένα,
που είσαι το Φως που σώζει όλους τους ανθρώπους αλλά και εμένα.)
Τοις πριν
νεογνών τρυγόνων ζεύγος, δυάς τε ην νεοσσών, ανθ’ ών ο θείος Πρέσβυς, και
σώφρων Άννα προφήτις, τω εκ Παρθένου τεχθέντι, και οίω γόνω Πατρός, εν τω ναώ
προσιόντι, λειτουργούντες εμεγάλυνον.
Όν οι άνω λειτουργοί, τρόμω λιτανεύουσι, κάτω
νυν ο Συμεών, αγκαλίζεται χερσί.
(Αυτόν που οι ουράνιοι
λειτουργοί, δηλαδή οι άγγελοι, με τρόμο τον λατρεύουν και υπηρετούν, εδώ κάτω
στη γη ο Συμεών αγκαλιάζει με τα χέρια του.)
Τοις πριν
νεογνών τρυγόνων ζεύγος…
Η τη φύσει
μεν Μονάς, τοις προσώποις δε Τριάς, φύλαττε τους δούλους σου, τους πιστεύοντας
εις σε.
(Αγία Τρίας,
που είσαι κατά την φύση Σου μονάδα αλλά κατά τα πρόσωπα, που σε αποτελούν
Τριάδα, φύλαγε τους δούλους Σου, που πιστεύουν σε Σένα.)
Απέδωκάς
μοι εβόα Συμεών, του Σωτηρίου σου Χριστέ αγαλλίασιν, απόλαβέ σου τον λάτριν,
τον τη σκιά κεκμηκότα, νέον της χάριτος, ιεροκήρυκα μύστην, εν αινέσει
μεγαλύνοντα.
Θεοτόκε η
ελπίς, πάντων των Χριστιανών, σκέπε φρούρει φύλαττε, τους ελπίζοντας εις σέ.
(Θεοτόκε, συ η ελπίδα όλων των
Χριστιανών, σκέπασε, φρούρησε και φύλαγε όλους, όσοι ελπίζουν σε Σένα.)
Ιεροπρεπώς ανθωμολογείτο, Άννα υποφητεύουσα, η σώφρων και Οσία, και πρέσβυρα τω Δεσπότη, εν τω ναώ διαρρήδην, την Θεοτόκον δε ανακηρύττουσα, πάσι τοις παρούσιν εμεγάλυνεν.
Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021
- Γέροντα, πώς θα βοηθηθεί κάποιος που ζηλεύει να
ξεπεράσει τη ζήλεια;
- Αν γνωρίσει τα χαρίσματα με τα
όποια τον έχει προικίσει ο Θεός και τα αξιοποιήσει, τότε δεν θα ζηλεύει και η
ζωή του θα είναι Παράδεισος. Πολλοί δεν βλέπουν τα δικά τους χαρίσματα· βλέπουν μόνον τα χαρίσματα των
άλλων και τους πιάνει η ζήλεια. Θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο, μειωμένο, κι
έτσι βασανίζονται και κάνουν τη ζωή τους μαύρη. «Γιατί αυτός να έχει αυτά τα
χαρίσματα κι εγώ να μην τα έχω;», λένε. Μα εσύ έχεις άλλα χαρίσματα,
εκείνος άλλα. Θυμάστε τον Κάιν και τον Άβελ; Δεν έψαξε ο Κάιν να βρει τα
δικά του χαρίσματα, αλλά κοιτούσε τα χαρίσματα του Άβελ· οπότε καλλιέργησε τον φθόνο προς τον αδελφό του, μετά τα έβαλε και με τον Θεό και τελικά από τον φθόνο έφθασε
στον φόνο. Και μπορεί αυτός να είχε περισσότερα και μεγαλύτερα χαρίσματα από τον
Άβελ.
- Γέροντα, πώς μπορεί κανείς, όταν βλέπει τα χαρίσματα των άλλων, να μη
ζηλεύει, αλλά να χαίρεται;
- Αν αξιοποιεί τα δικά του χαρίσματα
και δεν τα θάβει, τότε θα χαίρεται με τα χαρίσματα των άλλων. Χρόνια τώρα βλέπω εδώ μια αδελφή τι φωνή έχει, τι
ευλάβεια, και όμως δεν πάει να ψάλει. Και επειδή το δικό της χάρισμα το θάβει και δεν
ψάλλει, μαραζώνει, όταν ακούει την άλλη που δεν έχει και τόσο καλή φωνή να
ψάλλει. Δεν σκέφτεται ότι σ' αυτήν έδωσε ο Θεός καλύτερη φωνή, αλλά δεν την
καλλιεργεί.
Γι' αυτό, λέω, ο καθένας να ψάξει να
δει μήπως το χάρισμα που βλέπει στον άλλον και το ζηλεύει το έχει και αυτός,
αλλά δεν το καλλιεργεί, ή μήπως ο Θεός του έδωσε άλλο χάρισμα. Γιατί ο Θεός δεν
αδικεί κανέναν, στον καθέναν έχει δώσει ένα διαφορετικό χάρισμα που θα τον
βοηθήσει στην πνευματική του πρόοδο.
Όπως ο ένας άνθρωπος δεν μοιάζει με τον
άλλο, έτσι και το χάρισμα του ενός δεν μοιάζει με του άλλου. Προσέξατε καμμιά φορά τα αγριομπίζελα που έχετε εκεί κάτω
στον φράχτη; Όλα είναι από μία ρίζα, αλλά έχουν διαφορετικά χρώματα και το ένα
είναι πιο όμορφο από το άλλο. Και όμως το ένα δεν ζηλεύει το άλλο... Το καθένα
χαίρεται με το χρώμα που έχει. Βλέπετε και τα πουλιά; Το καθένα έχει τη χάρη του, το
δικό του κελάηδημα.
Ας βρει λοιπόν ο καθένας τα χαρίσματα
που του έδωσε ο Θεός, ας δοξάζει τον Καλό Θεό, όχι εγωιστικά, φαρισαϊκά, αλλά ταπεινά, αναγνωρίζοντας ότι δεν έχει
ανταποκριθεί στις δωρεές του Θεού, και ας τα αξιοποιήσει στο εξής.
- Γέροντα, ζηλεύω μερικές αδελφές, γιατί
έχουν ορισμένα χαρίσματα που εγώ δεν τα έχω.
- Σ' εσένα ο Θεός έδωσε τόσα χαρίσματα κι εσύ ζηλεύεις τα χαρίσματα των άλλων;
Μου θυμίζεις την κόρη ενός ζαχαροπλάστη που είχαμε στην Κόνιτσα. Ο πατέρας της
της έδινε κάθε μέρα ένα μικρό κομμάτι ραβανί, για να μην την πειράξει το
μεγάλο, και αυτή έβλεπε τα παιδιά στο σχολείο που έτρωγαν μεγάλο κομμάτι
μπομπότα [1] και τα ζήλευε. «Τι μεγάλο κομμάτι τρώνε αυτά! έλεγε. Έμενα ο πατέρας μου μικρό μου δίνει». Ζήλευε την μπομπότα που έτρωγαν τα άλλα παιδιά, ενώ
αύτη ειχε ολόκληρο ζαχαροπλαστείο και έτρωγε ραβανί! Θέλω να πω, κι εσύ δεν εκτιμάς
τα μεγάλα χαρίσματα που σου έδωσε ο Θεός, αλλά βλέπεις τα χαρίσματα των άλλων
και ζηλεύεις.
Ας μην είμαστε αχάριστοι προς τον Καλό
Πατέρα μας Θεό, ο Όποιος έχει προικίσει όλα τα πλάσματά Του με χαρίσματα
διάφορα, γιατί Αυτός γνωρίζει τι χρειάζεται ο καθένας μας, ώστε να μη
βλαφθούμε. Εμείς όμως πολλές
φορές κάνουμε σαν τα μικρά παιδιά και παραπονιόμαστε, γιατί δεν έδωσε και σ'
εμάς ο Πατέρας ένα φράγκο ή ένα δίφραγκο [2], όπως έδωσε στα αδέλφια μας, ενώ
σ' εμάς έχει δώσει ολόκληρο εκατοστάρικο.
Νομίζουμε ότι αυτό που έδωσε σ' εμάς
δεν είναι τίποτε, γιατί περνάμε το εκατοστάρικο για χαρτί, και μας συγκινεί το
φράγκο ή τό δίφραγκο που έδωσε στα αδέλφια μας και κλαίμε και αγανακτούμε με
τον Καλό Πατέρα μας!
Γέροντας Παΐσιος
- 8:56 μ.μ.
- p.Ioannis Kiparissopoulos
- ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΑ
- No comments
Το εκκλησιαστικό γεγονός της Υπαπαντής
του Κυρίου, που εξιστορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς (β, 22-38), συνέβη σαράντα
ημέρες μετά τη γέννηση του Ιησού. Επειδή, σύμφωνα με το μωσαϊκό νόμο, ήταν το
πρώτο παιδί της οικογένειας και μάλιστα αγόρι, έπρεπε να αφιερωθεί στον Θεό και
συγχρόνως οι γονείς να προσφέρουν σε Αυτόν μία μικρή θυσία από ένα ζευγάρι
τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Το ζευγάρι του Ιωσήφ και της Μαρίας
προϋπάντησε στο ναό ο υπερήλικας Συμεών, <<Ὁ ἐν ἀγκάλαις τοῦ δικαίου Συμεών βασταχθῆναι
καταδεξάμενος διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν, Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός ἡμῶν>> ο
οποίος δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του, η οποία φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα
και αναφόνησε εξ όλη της ψυχης του <<Νυν απολύεις τον δούλoν σου,
δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου,
ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν
λαού σου Ισραήλ>>Τα λόγια του Αγίου Συμεών σημειώνουν το τέλος μιας
μακράς περιόδου, χιλιάδων χρόνων κατά τη διάρκεια των οποίων οι άνθρωποι ζούσαν
χωρίς το Θεό· είχαν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε που ο Αδάμ είχε χύσει το
πρώτο του δάκρυ, από τότε που είχε θρηνήσει για πρώτη φορά πάνω στη γη εκείνη
στην οποία δεν εύρισκες πια το Θεό ανάμεσα στα πλάσματά Του.. Στην Ελλάδα η
γιορτή της μητέρας συνδέθηκε με την εορτή της Υπαπαντής (2 Φεβρουαρίου). Τότε η ορθόδοξη εκκλησία μας γιορτάζει την Θεοτόκο με τον Ιωσήφ που
πηγαίνουν τον 40ήμερο Ιησού Χριστό στο Ναό για να σαραντίσει. Μια κίνηση που ακόμα σήμερα κάνουν οι χριστιανές
μητέρες.